«Αυτό που χρειάζεται να πω είναι ότι τίποτα δεν ήταν δυσκολότερο από το να φτάσουμε εκεί πού φτάσαμε την προηγούμενη σεζόν. Πιστεύω πως θα πάμε πάλι μακριά και γνωρίζω πως θα είμαστε ανταγωνιστικοί, όπως και πρέπει σε όλες τις διοργανώσεις, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση η δουλειά μας να είναι πιο δύσκολη από την προηγούμενη χρονιά. Η καθημερινή δουλειά είναι εύκολη, υπό την έννοια ότι έχουμε ένα καλό team, παίκτες και διοίκηση που κάνει τα πράγματα να κυλούν ήρεμα, αλλά η διαχείριση μιας ομάδας που μόλις είχε κατακτήσει τον τίτλο όπως τον είχε πάρει στην Κωνσταντινούπολη, σαν αουτσάιντερ, ήταν μεγάλη πρόκληση. Από τη μια στιγμή στην άλλη, αυτή η ομάδα πήγαινε παντού με τον τίτλο του πρωταθλητή και όλοι περίμεναν να κερδίζει έτσι. Από την στιγμή που το πετύχαμε αυτό και δεδομένου ότι πλέον γνωρίζω την ομάδα καλύτερα, φέτος ήταν πιο εύκολο να δουλέψω το καλοκαίρι στα ατού και τις αδυναμίες, πάντα μέσα στα όρια του μπάτζετ μας. Το μπάτζετ μας δεν είναι ανάμεσα στα μεγαλύτερα στην Ευρώπη, αλλά έτσι έπρεπε να είναι. Με τα τωρινά δεδομένα στην ελληνική κοινωνία, το μπάτζετ μιας ομάδας μπάσκετ δεν έπρεπε να είναι μεγαλύτερο», δήλωσε αρχικά ο Γιώργος Μπαρτζώκας στην επίσημη ιστοσελίδα της FIBA Europe, ενώ στη συνέχεια ρωτήθηκε για τις αλλαγές στο ρόστερ του Ολυμπιακού:
«Η συνέπεια ήταν το πρώτο πράγμα. Οι παίκτες μας είναι σε πολύ καλή ηλικία, η καριέρα τους είναι σε ανοδική πορεία, ο κορμός μας είναι περίπου στα 23 χρόνια κι έχουν κατακτήσει ήδη δύο Ευρωλίγκες. Ο Βασίλης (σ.σ Σπανούλης) είναι φυσικά ένα ξεχωριστό και πολύτιμο κεφάλαιο σε όλα αυτά. Ο μόνος παίκτης που προσθέσαμε στην περιφέρεια ήταν ο Λοτζέσκι, που επίσης είναι σε πολύ καλή ηλικία κι ένας παίκτης νικητής. Πιστεύω πως αν υπήρχαν σημαντικές αλλαγές στο σταφ, θα έκανε μεγάλη διαφορά αυτό. Όμως το γεγονός ότι διατηρήσαμε την ομοιογένειά μας, βοήθησε πολύ. Στην ουσία αλλάξαμε μόνο τους ψηλούς μα λόγω ειδικών συνθηκών. Αυτό που ψάχναμε ήταν ψηλοί παίκτες με αθλητικά προσόντα και το βασικό κριτήριο για να τους αποκτήσουμε ήταν να είναι παίκτες ομάδας και με υψηλό κίνητρο. Το κίνητρο είναι ένα βασικό συστατικό στον αθλητισμό αν θέλεις να επιτύχεις».
Όσον αφορά για το γεγονός ότι έγινε ο πρώτος Έλληνας προπονητής που κατέκτησε την Ευρωλίγκα τόνισε: «Πιστεύω πως πήγα στην κατάλληλη ομάδα την κατάλληλη στιγμή. Κι όταν λέω ομάδα, εννοώ ολόκληρο τον σύλλογο, ως οργανισμό, που δημιούργησε άριστες συνθήκες εργασίας. Μπορεί συχνά να είναι θέμα συγκυριών και από την άποψη αυτή ήμουν τυχερός και έγινα ο πρώτος Έλληνας προπονητής που παίρνει την Ευρωλίγκα. Η αλήθεια είναι πως στην αρχή δεν το είχα συνειδητοποιήσει, αλλά όσο περνούσε ο καιρός έβλεπα την εκτίμηση των ανθρώπων του ευρωπαϊκού μπάσκετ στα ταξίδια μας, όπως και των φιλάθλων μας στην Ελλάδα. Αυτό με κάνει χαρούμενο».
Σχετικά με το γεγονός ότι οι περισσότερες ομάδες της Α1 έχουν Έλληνες προπονητές, οι οποίοι τα πηγαίνουν πολύ καλά και αν αυτό έχει σχέση με την οικονομική κρίση τόνισε: «Σίγουρα αυτό έχει να κάνει ως ένα σημείο με την οικονομική κρίση. Καθώς οι ομάδες άρχισαν να μειώνουν τα μπάτζετ τους στράφηκαν σε Έλληνες προπονητές όλο και περισσότερο. Αυτό όμως, δεν έγινε μόνο στην Ελλάδα, αλλά για παράδειγμα και στην Ισπανία, όπου ο Λάσο, ο Πασκουάλ και ο Πλάθα είναι πλέον προπονητές του υψηλότερου επιπέδου. Αν δεν υπήρχαν οι περιορισμοί στα μπάτζετ, ίσως να μην τους δινόταν η ευκαιρία να το αποδείξουν. Πέρα από αυτό, ο Σύνδεσμος Ελλήνων Προπονητών Καλαθοσφαίρισης κάνει εξαιρετική δουλειά με σεμινάρια, ώστε το ελληνικό μπάσκετ να παραμένει στο υψηλότερο επίπεδο από τακτικής πλευράς. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι προπονητές αυτοί απλώς χρειάζονταν μια ευκαιρία να δουλέψουν».
Τέλος ρωτήθηκε για το αν ένας Ευρωπαίος προπονητής που έχει κατακτήσει την Ευρωλίγκα, υστερεί έναντι των Αμερικανών συναδέλφων του: «Για να βελτιώνεσαι, πρέπει να παίρνεις στοιχεία από άλλους και αυτό δεν σημαίνει μόνο να αφομοιώνεις τα θετικά, αλλά να πετάς και τα αρνητικά στοιχειά. Οι ΗΠΑ είναι η χώρα που γεννήθηκε το μπάσκετ, άσχετα αν σε κάποιον αρέσει το στυλ του ΝΒΑ ή όχι. Ίσως να είναι αλήθεια ότι εκεί το παιχνίδι είναι περισσότερο show, όπου όλα περιστρέφονται γύρω από τη δύναμη των σταρ, αλλά δεν παύει να είναι η χώρα που γεννήθηκετο μπάσκετ κι εμείς μπορούμε να πάρουμε πολλά θετικά στοιχεία από εκεί. Το ευρωπαϊκό στυλ αναπτύχθηκε διαφορετικά, πιθανώς διότι υστερούμε σε αθλητικά προσόντα, οπότε βασίστηκε περισσότερο στην ομαδική προσπάθεια. Πλέον όμως και το παιχνίδι στην Ευρώπη έχει υψηλό βαθμό αθλητικών στοιχείων. Πάντως πιστεύω πως το γεγονός ότι δεν υπάρχει Ευρωπαίος προπονητής σε ομάδα του ΝΒΑ, κάτι σημαίνει».