Χθες το βράδυ είδα ένα περίεργο όνειρο, επηρεασμένος προφανώς από την ήττα της Εθνικής, από τα σχόλια που διάβασα στο διαδίκτυο πριν κοιμηθώ και από τις δύο βαριές μοναστηριακές βέλγικες μπύρες που θόλωσαν το αίμα μου.

Είδα ότι η Εθνική κέρδισε βολές στο τελευταίο δευτερόλεπτο και είχε τη μεγάλη ευκαιρία να πάρει τη νίκη. Αλλά τις βολές τις σούταρε ο Φάνης Γκέκας. Και τις απέκρουσε πάνω από τη στεφάνη ένας μελαχρινός που έμοιαζε ύποπτα με τον Κέιλορ Νάβας.

Ο αγώνας, και το όνειρό μου, ολοκληρώθηκαν με ισπανόφωνους αλαλαγμούς, όπως και στην πραγματικότητα. Η προφορά όμως δεν ήταν καστιγιάνικη, αλλά λατινοαμερικάνικη. Όπως Κόστα Ρίκα.

Θέλω να πω το εξής.

Το μπάσκετ δεν είναι ποδόσφαιρο. Εδώ κυριαρχεί συνήθως η περίσκεψη και η νηφαλιότητα.

Οι άναρθρες κραυγές που πλημμύρισαν από χθες το διαδίκτυο –πνίγοντας με την έντασή τους τις ουκ ολίγες ψύχραιμες φωνές- είναι βγαλμένες από το καλοκαίρι του 2014.

Τότε η Εθνική ποδοσφαίρου έφτασε ένα βήμα από τα παγκόσμια προημιτελικά, αλλά οι ετερόκλητοι παντογνώστες πίσω στην πατρίδα απαιτούσαν εν χορώ την καρατόμηση του Καραγκούνη, του Κατσουράνη, του Γκέκα, του Σάντος και, ξέρω γω, του Χαριστέα. Των ...άχρηστων.

Η ισχυρογνωμοσύνη από μόνη της δεν είναι ελάττωμα. Ούτε η ημιμάθεια ούτε βέβαια η ασχετοσύνη. Όταν όμως αυτά τα στοιχεία συνυπάρχουν, μαζί και με τον οπαδισμό και την αγένεια, φτιάχνουν κοκτέιλ εκρηκτικό. Δηλητηριώδες.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν τον τρόπο τους να αναπαράγουν το δηλητήριο και να το διοχετεύουν εκεί που πρέπει. Και εκεί που δεν πρέπει.

Ε, όχι. Η Εθνική μπάσκετ δεν το αξίζει, τέτοιο τσουνάμι χολής. Όπως δεν το άξιζε η Εθνική της ασπρόμαυρης μπάλας.

Το δικό μου μήνυμα, είναι: «Ψυχραιμία, παιδιά». Εάν η "επίσημη αγαπημένη" μπάσκετ οδηγηθεί στο ίδιο μονοπάτι που οδήγησε την Εθνική ποδοσφαίρου σε κατάρρευση, θα βγούμε όλοι μας χαμένοι. Και εμείς και εσείς και εκείνη.

Πάνω απ’όλους, ο ελληνικός αθλητισμός. Η Ελλάδα ολόκληρη.

Θα υιοθετήσω –για πολλοστή φορά- την ολόσωστη επισήμανση με την οποία συνηθίζει να κλείνει τα κείμενά του ο συνάδελφος Κωνσταντίνος Μελάγιες.

Ο χειρότερος προπονητής γνωρίζει (το υλικό του, τα αποδυτήρια, την τέχνη του, την ψυχολογία του γηπέδου, την κατάσταση των παικτών) χίλιες φορές καλύτερα από τον καλύτερο δημοσιογράφο.

Και ένα εκατομμύριο φορές καλύτερα από τον πιο ψαγμένο φίλο του μπάσκετ. Και ένα δισεκατομμύριο φορές καλύτερα από εκείνους που θυμούνται την Εθνική κάθε Σεπτέμβριο, και μόνο στις αποτυχίες.

Μου ζητάτε, πολλοί, «να μιλήσω, επιτέλους, με ονόματα». Εντάξει λοιπόν, ας μιλήσουμε με ονόματα. Αλλά μην εκπλαγείτε αν δείτε και το δικό σας μέσα.

Ο Φώτης Κατσικάρης δεν είναι ο χειρότερος προπονητής. Ούτε εγώ είμαι ο καλύτερος δημοσιογράφος. Κατά πάσα πιθανότητα, αυτός είναι ο καλύτερος στη δουλειά του και εγώ ο χειρότερος στη δική μου.

Θυμάστε ποιον θέλαμε, όλοι, γνωστικοί και άσχετοι, πριν από δύο χρόνια στο τιμόνι της Εθνικής, αντί του «ακατάλληλου» Τρινκιέρι. Πολύ σωστά. Τον Φώτη Κατσικάρη. Για την Εθνική, για τον Παναθηναϊκό, για τον Ολυμπιακό, για τη Ρεάλ Μαδρίτης, για την Εθνική Ρωσίας και για τη μικτή του σύμπαντος.

Τώρα του πετάμε πέτρες. Το ξέραμε, λέμε, από την αρχή, ότι δεν έκανε.

Ο Κατσικάρης δούλεψε σαν σκυλί, έκανε τα αδύνατα δυνατά για να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα μέσα στα αποδυτήρια, προσπάθησε να εμφυσήσει στους παίκτες τη δική του –ασύμβατη με το αγωνιστικό dna ορισμένων- φιλοσοφία, έφτιαξε μία πολύ καλή Εθνική το 2014 και το 2015, αλλά σκόνταψε μαζί με την ομάδα στο πιο κρίσιμο εμπόδιο.

Ήταν, και για τον ίδιο, ένα στοίχημα καριέρας. Ο Κατσικάρης έχασε περισσότερα από κάθε άλλον, με τη διπλή αποτυχία της Εθνικής.

Για τη στελέχωση της φετινής ομάδας, δεν μπορεί να φέρει κάποιος αντιρρήσεις. Ο Κατσικάρης έπεισε όλους τους πρωτοκλασάτους παίκτες να κατεβούν και έφερε μαζί του στο Eurobasket τους δώδεκα κορυφαίους.

Αξιοκρατικά και ιεραρχικά, δεν υπάρχει παίκτης που να έμεινε πίσω και να μπορεί να θεωρηθεί αδικημένος. Προσοχή, είναι λάθος να κρίνουμε εκ του αποτελέσματος. Ο προπονητής καταρτίζει τη 12άδα πριν τη διοργάνωση και όχι μετά από αυτήν.

Δεν μπορούσε λ.χ. ο Κατσικάρης να προβλέψει το παρατεταμένο ντεφορμάρισμα του Παπανικολάου ή του Περπέρογλου. Ούτε υπήρχε σοβαρή πιθανότητα να βρουν ρόλο σε ομάδα τέτοιων απαιτήσεων ο Γιάνκοβιτς ή ο Αγραβάνης ή ο Αθηναίου.

Άκουσα και διάβασα απίθανα πράγματα. Ότι ο Σπανούλης δεν είναι ηγέτης, ότι ο Ζήσης παίζει με βύσμα, ότι ο Μπουρούσης δεν κάνει για μεγάλους αγώνες, ότι ο Πρίντεζης δεν παίρνει ριμπάουντ και άλλα γραφικά.

«Ποδοσφαιρικά», θα έγραφα, αν ήθελα να γίνω κακός. Πώς λέμε Κατσουράνης και Χαριστέας; Έτσι. Πήραν κι αυτοί το ευρωπαϊκό με βύσμα.

Οι «ακατάλληλοι» και οι «ανίκανοι» και οι «φοβιτσιάρηδες» και οι «βυσματίες» της Εθνικής μπάσκετ έχουν στο σπίτι τους περισσότερα τρόπαια απ’όσα εμείς μπορούμε να ονειρευτούμε. Και δεν τους τα χάρισε κανείς.

Στο Eurobasket μπορεί να απέτυχαν, αλλά έδωσαν και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεών τους.

Προσπάθησαν σκληρά, προπονήθηκαν μέχρι εξαντλήσεως, αλλά ηττήθηκαν, από έναν αντίπαλο που (μπορεί στα χαρτιά να ήταν κατώτερος, αλλά) στον συγκεκριμένο αγώνα έπαιξε καλύτερα.

Εγώ δεν θα προσθέσω τη φωνή μου στη χορεία της χαιρεκακίας και της κακεντρέχειας. Δεν θα απαιτήσω να αποχωρήσει από την Εθνική η παλαιά φρουρά ούτε θα ζητήσω την κεφαλή του προπονητή επί πίνακι. Δεν θα στήσω ικριώματα.

Όχι. Δεν θέλω να φύγει κανείς, πριν φτάσει το πλήρωμα του χρόνου. Το τέλος εποχής ας έρθει στην ώρα του και όχι με αναγκαστική αποστρατεία των στρατηγών. Είναι νωρίς για να τραβήξουμε την πρίζα.

Στο Ρίο ντε Ζανέιρο, θέλω να δω τον Σπανούλη, τον Ζήση, τον Μπουρούση, τον Περπέρογλου, τον Καϊμακόγλου, όλους όσους πάσχισαν στο Ζάγκρεμπ και στη Λιλ, ασχέτως ηλικίας. Εκτός αν τους αποκλείσει με αγωνιστικά κριτήρια ο προπονητής.

Αυτοί είναι η Εθνική ομάδα. Οι παίκτες και οι προπονητές της. Αυτοί, και οι ελάχιστοι εκλεκτοί φίλαθλοι που την ακολουθούν στις ήττες. Όχι στις νίκες, όπου όλα είναι εύκολα. Στις ήττες. Στις αποτυχίες.

Ποσώς με ενδιαφέρει η γνώμη του vrasidas13 που είδε φως και είπε να μπει να βρίσει τον Σπανούλη ή του mpampis7 που ξεσπαθώνει εναντίον της Εθνικής "του Βαζελακόπουλου". Ας τσακωθούν τώρα αυτοί για τον Ραντούλιτσα και τον Χάκετ. Και στα διαλείμματα, να μετράνε αν έχει πιο μεγάλο πουλί ο Σπανούλης ή ο Διαμαντίδης.

Η Εθνική ομάδα μπάσκετ της Ελλάδας είναι οι ίδιοι της οι παίκτες, που ξέρουν ότι θα σέρνονται τον χειμώνα, επειδή θυσίασαν το κορμί τους για το εθνόσημο. Δίχως κέρδος, κέρατα. Ή μήπως δεν είναι έτσι;

Στα δικά μου κείμενα, δεν πρόκειται ποτέ να σταυρωθεί αυτός που παρατάει το σπίτι του και τα δύο ή τρία ή τέσσερα παιδιά του, για να ξηλωθεί δυό μήνες και να παίξει στην Εθνική, δίχως το παραμικρό υλικό όφελος.

Εγώ θα σταυρώσω μόνο τον αδιάφορο, τον φυγόπονο, τον σαμποτέρ, τον παρτάκια και αυτόν που προτιμάει τη βολή του. Τέτοιους δεν είδα στην ελληνική αποστολή στο Eurobasket.

Ο Φώτης Κατσικάρης αστόχησε σε δύο τομείς. Το ξέρει και ο ίδιος και δεν κοιμάται τις νύχτες.

* Πρώτον, δεν μπόρεσε να προετοιμάσει πνευματικά την ομάδα, με τρόπο τέτοιο ώστε να διώξει από το μυαλό των παικτών τα φαντάσματα του 2007. Διακρίθηκαν, τελικά, μόνο εκείνοι που δεν έζησαν στο πετσί τους τα τραύματα. Δεν είναι τυχαίο.

* Δεύτερον, δεν πίστεψε στην ομάδα την κρίσιμη ώρα και πόνταρε μόνο σε 7-8 παίκτες, αλείφοντας βούτυρο στο παντεσπάνι των 7-8 (ποιοτικά ανώτερων από τους δικούς μας) Ισπανών. Το ίδιο λάθος που έκανε ο Καζλάουσκας το 2010 στην Πόλη.

Απέτυχε όμως παλεύοντας, με το κεφάλι του ακουμπισμένο στον ντορβά. Και θα αναλάβει την ευθύνη, όταν έρθει η ώρα του απολογισμού. Το σχέδιο των προπονητών ήταν στα χαρτιά σωστό, αλλά δεν εφαρμόστηκε στην πράξη.

Ίσως να φταίνε οι παίκτες. Ίσως να φταίει και ο αντίπαλος, που είχε το θράσος να εμφανιστεί στο γήπεδο και να παίξει καλά…

Δεν γνωρίζω αν θα συνεχίσει ο Κατσικάρης ή όχι. Εφ’όσον το συμβόλαιό του εκπνέει, δεν τίθεται θέμα παραίτησης ή απόλυσης. Εγώ θα πάω κόντρα στο ρεύμα των ημερών και θα εισηγηθώ –αν και δεν μου πέφτει λόγος- την παραμονή του.

Είναι δείγμα μικρής ομάδας το ατελείωτο γαϊτανάκι των προπονητών και ακόμα μικρότερης η στοχοποίηση ενός προσώπου, αποδεδειγμένα ικανού.

Δεν χρειάζεται ούτε ξεσκαρτάρισμα ούτε τίποτε. Μοναχά συσπείρωση, αυταπάρνηση και δουλειά.

Όσο είμαστε σε θέση να κατεβάζουμε στις μεγάλες διοργανώσεις τους καλύτερους που διαθέτουμε, όπως έγινε φέτος, θα βρισκόμαστε ψηλά, στην κορυφογραμμή. Κορυφογραμμή δεν είναι μόνο το βάθρο. Ούτε έχουμε συμβόλαιο με τα μετάλλια.

Δεν χρειάζεται να γκρεμίσουμε τα πάντα, όπως έκαναν στο ποδόσφαιρο. Οι Αμερικανοί λένε: «If it ain’t broke, don’t fix it». Εάν δεν είναι σπασμένο, μη προσπαθήσεις να το φτιάξεις.

Είναι σπασμένη μωρέ η Εθνική η 5η στην Ευρώπη; Πέμπτη, όχι εικοστή. Και 9η στο κόσμο. Ολογράφως, εννέα. Με άλλους διακόσιους στην πλάτη της.

Η Εθνική της μικρής χρεωκοπημένης Ελλάδας, όχι κάποιας πάμπλουτης υπερδύναμης. Με ποιο δικαίωμα θεωρούμε στραπάτσο μία ήττα από την Ισπανία ή από τη Σερβία; Το κακό μας το κεφάλι είναι σπασμένο, όχι η Εθνική μπάσκετ.

Εάν μάλιστα ήμασταν λίγο πιο τυχεροί στις διασταυρώσεις, θα είχαμε απέναντί μας κάποια Τσεχία ή Λεττονία ή Ισραήλ στα προημιτελικά του Eurobasket και θα κάναμε τώρα πρόβες μεταλλίου.

Όταν ολοκληρωθεί το Eurobasket, θα βρεθούμε εκεί ακριβώς που μας έφερναν εξαρχής τα ρεαλιστικά προγνωστικά. Ένα σκαλοπάτι πιο κάτω από τα τρία μεγαθήρια. Στον «όμιλο» των ομάδων που θα μοιραστούν τις θέσεις από 4-8. Έτσι δεν λέγαμε στο ξεκίνημα; Τώρα γιατί μας κακοπέφτει;

Η θεαματική πορεία και το αήττητο των πρώτων 6 αγώνων δημιούργησε (όπως και πέρυσι) ελπίδες για κάτι καλύτερο, αλλά η υπέρβαση αποδείχθηκε (όπως και πέρυσι) όνειρο φθινοπωρινής νυκτός.

Για δύο πόντους. Για μερικά εκατοστά του μέτρου. Εάν έβαζε στο τέλος το τρίποντο ο Αντετοκούνμπο, θα μιλούσαμε τώρα για τους ήρωες της Λιλ.

Ήρωες, όπως του 2005, για να μη ξεχνιόμαστε. Για μερικά εκατοστά του μέτρου. Εάν αστοχούσε τότε ο Διαμαντίδης απέναντι στη θεωρητικά κατώτερη Γαλλία, η Εθνική ομάδα του Βελιγραδίου θα επέστρεφε στην Αθήνα με τη ρετσινιά των losers.

Και κανένας δεν θα θεωρούσε σήμερα απαραίτητη συνθήκη προόδου την επιστροφή του Παναγιώτη Γιαννάκη στο τιμόνι...

Πηγή: gazzetta.gr