Σκόραρε ο μπαγάσας 42 πόντους σε 36 λεπτά και 24 δευτερόλεπτα (ενός συναρπαστικού αγώνα που κρίθηκε στην παράταση), με κάθε δυνατό και με κάθε αναμενόμενο ή αναπάντεχο για το συνηθισμένο (εάν μπορεί κάποιος να τον καλουπώσει σε ένα επιθετικό στερεότυπο) ρεπερτόριο του, τρόπο: με λέι απ, με κάρφωμα, με τζαμπ σουτ, με τρίποντο, με fade away, με της Παναγιάς τα μάτια!

Αυτούς τους 42 πόντους που συνιστούν την τέταρτη καλύτερη επίδοση στα χρονικά του Εurocup (ή παλαιότερα, ULEB Cup) ο Μαυροκεφαλίδης τους έβαλε με εντυπωσιακές στατιστικές επιδόσεις: 12/18 δίποντα, 2/2 τρίποντα, 12/15 βολές, συν τα 9 ριμπάουντ, τα 11 κερδισμένα φάουλ, τις 2 ασίστ, τα τέσσερα κλεψίματα, τη μία τάπα και -στον αντίποδα-τα μόλις δύο λάθη. Πιο πάνω του στην ιστορία του Εurocup/ULEB Cup βρίσκονται ο Ράντι Ντακ με 49 στις 27 Ιανουαρίου 2004 (Μπράιτον Μπέαρς - Σολέ), ο Μπόμπι Μπράουν ο οποίος αργότερα έπαιξε και στον Αρη, με 44 στις 3 Δεκεμβρίου του 2007 (Αλμπα Βερολίνου-Μπόσνα Σαράγεβο) και ο Μάιρι Τσάτμαν με 43 στις 14 Δεκεμβρίου του 2010 (Μπεσίκτας-Χέμοφαρμ)

Διπλασίασε το ατομικό ρεκόρ πόντων του στην Ευρώπη (21) και ανάγκασε νυχτιάτικα κόσμο και κοσμάκη να ψάχνει στα κιτάπια του (χειρόγραφα και αραχνιασμένα ή ηλεκτρονικά) για να βρει το τι, το πώς, το πότε και το ποιος!

Στην κορύφωση της (αδιαμφισβήτητης, αλλά σχετικώς ασύμβατης με το μπόι του) τεχνικής κατάρτισης και της δεξιοτεχνίας του, τόλμησε, αν και δεν είναι ούτε ο Μποντιρόγκα, ούτε ο Σπανούλης, ούτε ο Τσβετίτσανιν να κάνει την περιβόητη «ντρίμπλα –μαστίγιο» με την οποία έστειλε όλη την άμυνα της Κράσνι Οκτιάμπρ για χόρτα!

Έβγαλε ο αθεόφοβος 55 βαθμούς στο ranking, ισοφαρίζοντας την καλύτερη επίδοση όλων των εποχών, την οποία κατείχε μονάχος του ο (άλλοτε παίκτης του Περιστερίου) Πριστ Λοτερντέιλ από τις 11 Νοεμβρίου του 2003 (Λουκόιλ Ακαντέμικ- ΚΚ Ζάγκρεμπ).

Μιας και το ΄’φερε κουβέντα σε αυτή την υπόθεση, στην ιστορία του... μαγαζιού του Μπερτομέου (από το 2000-01 και εντεύθεν) και σε δυο διοργανώσεις (Ευρωλίγκα και Eurocup) μόνον ο Τανόκα Μπερντ έχει σημειώσει καλύτερο δείκτη αξιολόγησης, με 63 βαθμούς (22 Ιανουαρίου 2004, Ζαλγκίρις Κάουνας-Σκίπερ Μπολόνια), ενώ το ατομικό ρεκόρ σκοραρίσματος είναι οι 41 πόντοι και το κατέχουν από κοινού τέσσερις παίκτες, εκ των οποίων οι δυο πέρασαν από την Ελλάδα: ο συχωρεμένος ο Αλφόνσο Φορντ (Περιστέρι- Ταού, 31 Ιανουαρίου 2001), ο πρώην του Αρη, Μπόμπι Μπράουν (Μοντεπάσκι Σιένα - Φενέρμπαχτσε Ούλκερ, 4 Ιανουαρίου 2013), ο Κασπάρς Καμπάλα και ο Κάρλτον Μάιερς.

Έγινε ο κορυφαίος σκόρερ της μιας (ευρωπαϊκής) βραδιάς μεταξύ όλων των Ελλήνων και ξένων παικτών κατά την τελευταία δεκαπενταετία αφήνοντας πίσω του τον Αλφόνσο Φορντ (41 και 35 με το Περιστέρι, 34 με τον Ολυμπιακό), τον Νίκο Χατζή (37, ΑΕΚ), τον Μαρκί Πέρι (36, Ολυμπιακός), τον Γιάκα Λάκοβιτς (36, Παναθηναϊκός), τον Παναγιώτη Λιαδέλη (36, ΠΑΟΚ), τον Βασίλη Σπανούλη (34, Ολυμπιακός-Νεπτούνας Κλαϊπέντα, 31 Οκτωβρίου 2014), τον Νίκο Παππά (34, Πανιώνιος-Ούνικς Καζάν, 28 Νοεμβρίου 2012), τον Ράιαν Στακ (34, Αρης) και τον Σάββα Ηλιάδη (34, Πανιώνιος).

Κατέρριψε το ρεκόρ πόντων στο ΟΑΚΑ, το οποίο έμενε απείραχτο εδώ και είκοσι χρόνια: από τις 2 Ιουλίου του 1995 όταν στον τελικό του Ευρωμπάσκετ (Γιουγκοσλαβία-Λιθουανία 96-090), ο νυν προπονητής του Παναθηναϊκού Σάσα Τζόρτζεβιτς είχε σκοράρει 41 πόντους σε 40 λεπτά, με 2/3 δίποντα, 9/12 τρίποντα και 10/12 βολές!

Ε, και τι έγινε; Από τη στιγμή που όπως έλεγε και μια παλιά διαφήμιση, «το αποτέλεσμα μετράει», όλα αυτά έκαναν μια τρύπα στο νερό. Ο «Κόκκινος Οκτώβρης» έπνιξε στο... αίμα (sic) την ιστορική επιστροφή της ΑΕΚ στην Ευρώπη (μετά από καρτερία 95 μηνών), οπότε ο Μαυροκεφαλίδης μπορεί να αυτοσαρκάζεται όπως ο Γεράσιμος Αρσένης, μετά την ήττα του από τον Κώστα Σημίτη στις εκλογές για την ανάδειξη του διαδόχου του Ανδρέα Παπανδρέου, στις 19 Ιανουαρίου του 1996 και να μονολογήσει το προφανές...

Λουκά, χάσαμε!

Εν είδει αντιποίησης αρχής, το μονολόγησα εγώ για λογαριασμό του, στη λήξη του αγώνα, από το μικρόφωνο του OTE TV, εκστασιασμένος κι ελόγου μου από τη φαντασμαγορική εμφάνιση του “Sweet Lou”, o oποίος σε προσωπικό επίπεδο επέζησε της τρομερής μάχης με τον Τόνι Μίτσελ (39 πόντοι), αλλά σε ομαδικό, κατά το κοινώς λεγόμενον, (και με το συμπάθιο για την αγοραία έκφραση) τον ήπιε!

Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα (και οι πόντοι) ματαιότης!

Σε τέτοιες περιπτώσεις, που αποτελούσαν τη ρουτίνα του, ο Μάικλ Τζόρνταν έλεγε ότι βρισκόταν στη ζώνη του λυκόφωτος και το ίδιο συνέβη χθες με το οργιώδες κρεσέντο του «Βιτάμ» (όπως τον βάφτισε κάπoιος επειδή είναι soft), που αναρωτιέμαι για ποιον λόγο δεν ανέλαβε και την τελευταία προσπάθεια της ΑΕΚ, στη λήξη της παράτασης: αντ' αυτού σούταρε από κακή γωνία ο Γιάννης Καλαμπόκης, γράπωσε το επιθετικό ριμπάουντ ο Μίλαν Μιλόσεβιτς ο οποίος (όπως φάνηκε και δια γυμνού οφθαλμού, προτού το τεκμηριώσουν οι διαιτητές κοιτάζοντας τη φάση στο «instant replay») νικήθηκε από τον χρόνο και τρόπον τινά ενδύθηκε τον ανεπιθύμητο μανδύα του «homme fatal»!

Ατυχώς για την ΑΕΚ ο Μιλόσεβιτς έγινε... Ντικούδης, διότι αυτό το έργο είναι deja vu από τις 28 Μαρτίου του 2001, όταν στον πρώτο αγώνα της σειράς των ημιτελικών της νεοπαγούς Ευρωλίγκας με την Ταού, πάλι στη λήξη της παράτασης, ο Δήμος ενήργησε ως από μηχανής θεός και μετά από δύο άστοχα σουτ, σκόραρε για το 75-74 (65-65). Ο Κροάτης διαιτητής Ντάρκο Ράντιτς κατακύρωσε το καλάθι, που ήταν καραμπινάτο εκπρόθεσμο, ωστόσο ο Πορτογάλος δικαστής της Ευρωλίγκας, Χοσέ Μανουέλ Μεϊρίμ, έκανε δεκτή την ένσταση των Βάσκων και διέταξε την επανάληψη του αγώνα.

Στο πλαίσιο μιας τραγελαφικής διαδικασίας, διεξήχθη πρώτα ο δεύτερος αγώνας (ΑΕΚ-Ταού 67-70 στις 30 Μαρτίου) και ακολούθησε, πάλι στο ΟΑΚΑ, ο εξ επαναλήψεως, που μάλιστα συνέπεσε με την 33η επέτειο από τον θρίαμβο της «Ένωσης» επί της Σλάβια Πράγας στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων (4 Απριλίου 1968). Σαν να μην έφτανε η διπλή απογοήτευση της ΑΕΚ από την απόφαση του δικαστή και την προηγηθείσα ήττα της, το κακό τρίτωσε με τον Σαούλιους Στομπέργκας ο οποίος πέτυχε 39 πόντους, με 4/4 δίποντα, 9/9 τρίποντα, 4/5 βολές και οδήγησε τους Βάσκους στην επιβλητική νίκη με 90-65...

Τρεις μέρες αργότερα στη Βιτόρια η Ταού «έγραψε» το 3-0 (76-62) και προκρίθηκε στη σειρά των τελικών, στην οποία ηττήθηκε με 3-2 από την Κίντερ Μπολόνια, ενώ το προηγούμενο βράδυ, στη διάρκεια του δείπνου της ομάδας είχαν πλακωθεί ο Ντούσαν Ιβκοβιτς και ο Μίλαν Μίνιτς, στην κυριολεξία, δι' ασήμαντον αφορμήν...

Κοντεύω τις χίλιες λέξεις, ο τίτλος του κειμένου μένει ακόμη ορφανός, το σκέπτομαι, το ξανασκέπτομαι, αλλά θαρρώ πως θα υποκύψω στον πειρασμό και θα εκτραπώ σε μια ιερόσυλη αντιδιαστολή: εν γνώσει των συνεπειών του νόμου, τολμώ λοιπόν να παραφράσω για χάρη του Λουκά το σύνθημα που φώναζε (ασφυκτιώντας μέσα στον γύψο της χούντας) ο ελληνικός λαός στην κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου...

Τουθόπερ, από το «Σήκω γέρο να μας δεις» στο «Σήκω Γκάλη να τον δεις»!

Κινούμενος σε πολιτική ατμόσφαιρα, θα συμπλήρωνα κι αυτό που φώναζε κάποτε από του βήματος της Βουλής ο Δημήτρης Τσοβόλας: όντως, «το λένε και τα χαρτιά μου» ότι κανείς (αυτόχθων ή αλλοδαπός) παίκτης που αγωνίζεται σε ελληνική ομάδα δεν έχει καταφέρει να πλησιάσει τόσο πολύ τα μοναδικά ρεκόρ του Νικ στο σκοράρισμα κι αυτός είναι ένας (έστω και μάταιος, ελέω της ήττας) τίτλος τιμής για τον Λουκά, ο οποίος μάλιστα τυγχάνει μέγας θαυμαστής του «γκάνγκστερ»...

Το επισημαίνω αυτό μετά λόγου γνώσεως, διότι τον Δεκέμβριο του 2009 που ετοίμασα ένα ντοκιμαντέρ στον ΣΚΑΪ με αφορμή τη συμπλήρωση τριάντα ετών από το ντεμπούτο του Γκάλη στο ελληνικό πρωτάθλημα (Άρης-Ηρακλής), ο Μαυροκεφαλίδης μου είχε στείλει ένα sms και με παρακαλούσε να του κρατήσω ένα αντίγραφο, διότι εκείνη την ώρα είχε προπόνηση...

Εκπλήρωσα την επιθυμία του και χθες το βράδυ κατάλαβα ότι πρέπει να εντρύφησε πολύ σε εκείνο το dvd!

Βεβαίως ο Γκάλης ο οποίος ξεπέρασε τους σαράντα πόντους σε 105 αγώνες με τον Άρη (χώρια η Εθνική ομάδα) ήταν ένας, μοναδικός, αξεπέραστος και ασύγκριτος στο είδος του, οπότε κάθε απόπειρα σύγκρισης όχι μονάχα δεν στέκει, αλλά φαντάζει κιόλας ως (αρχαιοελληνική) ύβρις!

Για την ιστορία του πράγματος, το ρεκόρ πόντων του Νικ Κύπελλα Ευρώπης μοιάζει απλησίαστο από πάσης πλευράς: εκείνο το βράδυ της 10ης Δεκεμβρίου του 1980 στη Βενετία κόντρα στην (μετέπειτα φιναλίστ του Κυπέλλου Κόρατς) Καρέρα ο Γκάλης δεν έβαλε απλώς 54 πόντους, αλλά 54 από τους 78 της ομάδας του!

Σκόραρε δηλαδή το 69.2% των πόντων ολόκληρου του Άρη, ο οποίος ηττήθηκε από τους Ιταλούς με 115-78, ενώ τα... ψιλά που απέμειναν τα συμπλήρωσαν ο Βασίλης Παραμανίδης (8), ο δεκαπεντάχρονος Μιχάλης Ρωμανίδης (6), ο Διονύσης Ανανιάδης (2), ο Νίκος Τσαχτάνης (5) και ο Στράτος Βαμβακούδης (3).

Στον επαναληπτικό αγώνα της 21ης Ιανουαρίου στο Αλεξάνδρειο, ο Αρης κόντεψε να νικήσει τους Ιταλούς (85-86), αν και ο Γκάλης κόλλησε στους... 38 πόντους, με τον Βασίλη Παραμανίδη και τον Κώστα Στυλιανού να προσθέτουν από 20 έκαστος!

Δεν ήμουν παρών σε αυτά τα ματς, αλλά από τις διηγήσεις ξέρω ότι (την κατάπληξη που έμελλε να πάθει μετά από έξι χρόνια με τον Μπομπ Μακ Αντου), την ένιωσε πρώτος ο πρώην σταρ του ΝΒΑ Σπένσερ Χέιγουντ , ο οποίος... λάλησε βλέποντας έναν τριχωτό κοντοπίθαρο να ορμάει καταπάνω του και να σκοράρει όπως θέλει!

Δεν μιλάω για κανέναν τυχάρπαστο παίκτη, αλλά για τον χρυσό Ολυμπιονίκη του Μεξικού, φρέσκο πρωταθλητή του ΝΒΑ με τους Λέικερς (1979-80), δυο φορές μέλος της καλύτερης πεντάδας, τέσσερις φορές «All Star» και μέλος του «Hall of Fame», ο οποίος σε δώδεκα σεζόν είχε μέσο όρο 19.2 πόντους και 9.3 ριμπάουντ!

Έχωσε κι αυτός πράμα στα δυο ματς (33+25), αλλά πού οι 92 του Γκάλη και πού οι 58 δικοί του...

Πλάκα πλάκα, ακόμη και οι 54 πόντοι του Γκάλη ωχριούν μπροστά στο απόλυτο ρεκόρ στα χρονικά των Κυπέλλων Ευρώπης, που σημειώθηκε μετά από πέντε χρόνια: στις 10 Οκτωβρίου του 1985, στον αγώνα της προκριματικής φάσης του Κυπέλλου Κόρατς, η Ζαντάρ (που τότε είχε προπονητή τον Βλάντο Τζούροβιτς και λίγους μήνες αργότερα στέφθηκε πρωταθλήτρια Γιουγκοσλαβίας) νίκησε τον ΑΠΟΕΛ με το εκκωφαντικό σκορ 192-116, προεξάρχοντος του 25άχρονου Ζντένκο Μπάμπιτς ο οποίος πρόλαβε μέσα σε 26 λεπτά να πετύχει 144 πόντους και να δώσει την απάντηση στον Ντράζεν Πέτροβιτς!

Πέντε ημέρες νωρίτερα στον αγώνα του γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος ανάμεσα στην Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ και στην Ολίμπια Λιουμπλιάνα (158-77), ο «Μότσαρτ» είχε σκοράρει 112 πόντους με 30/40 δίποντα, 10/20 τρίποντα και 22/22 βολές!

Το ρεκόρ του Κροάτη φόργουορντ «σχεδιάστηκε» από τον Τζούροβιτς, ο οποίος είχε διατελέσει προπονητής του «γιου του διαβόλου» στη Σιμπένκα και θέλοντας να τον πικάρει, ζήτησε απ’ όλους τους παίκτες της Ζαντάρ (συμπεριλαμβανομένου και του πρώτου σκόρερ της, Πέταρ Πόποβιτς, πατέρα του Μάρκο και πρώτου θείου του Αριαν Κόμαζετς) να δίνουν συνεχώς την μπάλα στον Μπάμπιτς, ο οποίος ήταν ο έκτος παίκτης της ομάδας!

Πριν από τους 144 πόντους του Μπάμπιτς, το ρεκόρ στην ιστορία των Κυπέλλων Ευρώπης κατείχε ο αείμνηστος Ραντιβόι Κόρατς, ο οποίος τη σεζόν 1964-65 στον αγώνα της ΟΚΚ Μπέογκραντ με την Αλβικ Στοκχόλμης (155-75) πέτυχε 99 πόντους.

Το τρίτο καλύτερο ρεκόρ στην ιστορία των Κυπέλλων Ευρώπης σημειώθηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 1996 στην Μπολόνια (Κίντερ- Ρεάλ Μαδρίτης 96-115), από τον μετέπειτα παίκτη της ΑΕΚ και του Αρη Τζόε Αρλάουκας, ο οποίος σε 39 λεπτά σκόραρε 63 πόντους, με 24/28 δίποντα. 0/1 τρίποντα και 15/18 βολές, ενώ είχε επίσης 11 ριμπάουντ, 2 ασίστ, 4 κλεψίματα και 80 βαθμούς στο ranking!

Στο Νο 4 βρίσκεται ο Ντράζεν Πέτροβιτς με τους 62 πόντους που σημείωσε (με 12/14 δίποντα, 8/16 τρίποντα και 14/15 βολές) στις 14 Μαρτίου του 1989 στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, στον αλησμόνητο τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης στον οποίο η Ρεάλ Μαδρίτης επιβλήθηκε της Σνάιντερο Καζέρτα με 117-113. Στον ίδιο αγώνα, το αντίπαλον δέος από πλευράς της ιταλικής ομάδας, ο δεινότατος σκόρερ Οσκάρ Σμιντ περιορίστηκε στους... 44 με 5/19δ., 6/11τρ., 16/17β., ενώ ο μετέπειτα γκαρντ του Παναθηναϊκού Νάντο Τζεντίλε είχε σημειώσει 34.

Ακολουθεί στην πέμπτη θέση ο Αll Star του ΝΒΑ, Ντερόν Γουίλιαμς, ο οποίος μεσούντος του lock out , αγωνίστηκε στην Μπεσίκτας και στις 22 Νοεμβρίου του 2011, σε αγώνα του Eurochallenge της FIBA πέτυχε 50 πόντους εναντίον της Γκέτιγκεν, με 10/13 δίποντα, 7/10 τρίποντα και 9/11 βολές.

Aπό ελληνικής πλευράς πριν από τον Γκάλη, εκείνοι που είχαν σκοράρει πάνω από σαράντα πόντους στα Κύπελλα Ευρώπης ήταν δυο χαρισματικοί σκόρερς: ο Γιώργος Αμερικάνος με την ΑΕΚ και ο Γιώργος Κολοκυθάς με τον Παναθηναϊκό.

Στο ελληνικό πρωτάθλημα το ρεκόρ σκοραρίσματος κατέχει ο Αριστείδης Μούμογλου με 143 πόντους στον αγώνα Ηρακλής-ΒΑΟ στις 13 Ιουλίου του 1972, ενώ ο τελευταίος που ξεπέρασε το φράγμα των 50 πόντων είναι ο Κίκι Κλαρκ. Στις 18 Οκτωβρίου του 2006 ο Αμερικανός γκαρντ ο οποίος αργότερα έπαιξε και στον Αρη, σημείωσε 51 πόντους στον αγώνα Αιγάλεω- Λάρισα (82-63), με 8/10 δίποντα, 9/11 τρίποντα και 8/8 βολές σε 34 λεπτά.

Κατά την τελευταία πενταετία οι μόνοι παίκτες οι οποίοι βρέθηκαν στον αστερισμό των 40+ πόντων στην A1 είναι ο Ντιόντε Κρίστμας με 41 (4/5δ., 8/15τρ. , 9/11β.) στις 29 Ιανουαρίου του 2012 στον αγώνα Ολυμπιακός- Ρέθυμνο (97-82) και ο Μάικλ Τέιλορ με 40 (6/11δ., 8/13τρ., 4/5β.) στις 7 Μαρτίου του 2012 στο ματς Καβάλα-ΚΑΟΔ (100-86).

Πηγή: gazzetta.gr