Στην Ελλάδα του ωχαδερφισμού, του «πουλ-μουρ» και της τζάμπα μαγκιάς, το να είσαι ο καλύτερος και να μην το πουλάς είναι σπάνιο. Πολύ περισσότερο να είσαι ο καλύτερος, ο μεγαλύτερος των μεγάλων και να μην το έχεις καν καταλάβει. Όχι γιατί δεν μπορείς αλλά γιατί δεν θέλεις. Πλησιάζοντας κάθε μέρα προς το φινάλε της μεγαλύτερης, της πιο σπουδαίας καριέρας Έλληνα αθλητή σε όλα τα σπορ, ο Δημήτρης Διαμαντίδης φαίνεται πως είναι ο μοναδικός που δεν έχει καταλάβει πόσο μεγάλος παίκτης είναι ο… Δημήτρης Διαμαντίδης.
Δεν ξέρω που βάζει τις κούπες που έχει κατακτήσει όλα αυτά τα χρόνια, αν διαβάζει εφημερίδες, περιοδικά, site, αν βλέπει αθλητικές ειδήσεις αλλά όπως επιβεβαιώνουν αυτοί που τον ζουν από κοντά, που συναναστρέφονται κάθε μέρα μαζί του, που τον ξέρουν χρόνια, ο Μήτσος δεν έχει νιώσει ποτέ σταρ και κυρίως δεν συμμερίζεται ότι έχει πετύχει τους άθλους που έχουμε απολαύσει όλοι μαζί του. Για τον ίδιο απλά παίζει μπάσκετ…
Και παίζει απίστευτα ο μπαγάσας! Από την πρώτη στιγμή που μπήκε στη ζωή μας μέχρι σήμερα παίζει με τέτοιο τρόπο που μας ανοίγει τα μάτια και το μυαλό για το άθλημα. Ο Διαμαντίδης ήταν αυτός που μας έμαθε τη σημασία των πραγμάτων που «πονάνε» αλλά και αυτών που δεν αποτυπώνονται στη στατιστική. Της καλής άμυνας (ακόμη και στον παίκτη που έχασε ο συμπαίκτης σου), της αντίληψης του χώρου, της πίεσης στον αντίπαλο, της αίσθησης «έχουμε τον Μήτσο μαζί μας οπότε θα κερδίσουμε».
Όσοι έπαιζαν μαζί του ήξεραν ότι ήταν τυχεροί, λάθος, ευλογημένοι που είχαν τον ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΣΥΜΠΑΙΚΤΗ, χωρίς ο ίδιος όχι να κομπάζει για αυτό αλλά πολύ περισσότερο πολλές φορές να το υποβαθμίζει… Κι ας ήταν αυτός ο τίτλος ο πιο επιθυμητός για τον Μήτσο… Όσο περνάει ο καιρός και πλησιάζει η ώρα που θα βάλει τέλος σε αυτή την απίστευτη καριέρα, προσωπικά τόσο πέφτω σε κατάθλιψη. Αλλά τουλάχιστον θα λέω στα εγγόνια μου, ότι έζησα να δω τον Τζόρνταν, τον Γκάλη, τον Μαραντόνα και τον Διαμαντίδη…
Πηγή: onsports.gr