Το Final 4 του Βερολίνου υπήρξε κομβικής σημασίας για την εξέλιξη του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Αδιάφορο. Ήταν το πλέον κομβικό για το ελληνικό μπάσκετ μετά από αυτά των 80ς και των 90ς, όταν άλλαζαν ή δημιουργούνταν ισορροπίες. Είναι η πρώτη και τελευταία συνάντηση Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού με τους πράσινους στην κορυφή της δόξας και τους ερυθρολεύκους στο ξεκίνημα της αναρρίχησης.
Δεν είχε γίνει αντιληπτό τότε, ίσως και λόγω της διαχείρισης του Ομπράντοβιτς, αλλά ο Παναθηναϊκός του 2009, δεν ήταν μόνο ο ακριβότερος της ιστορίας ,αλλά αποδείχθηκε ως η καλύτερη, η πιο γεμάτη, η πιο ταλαντούχα ομάδα που πάτησε παρκέ σε Final 4. Και όμως δεν πήγε με αυτό τον αέρα στην Γερμανία. Δεν φαινόταν πως μετά από έναν ολόκληρο χρόνο με αρκετά πάνω-κάτω και ύστερα από δύο πραγματικά βαριές ήττες από την Μπαρτσελόνα, νωρίς μέσα στην σεζόν, ήταν φαβορί.
Μεγάλη αστάθεια
Η δύσκολη νίκη επί του Ολυμπιακού του Γιαννάκη στο κύπελλο, οι ιδιαιτερότητες μίας κόντρας αιωνίων, η σχετική δυσκολία στον αποκλεισμό της Σιένας με δύο μεγάλα παιχνίδια στην Ιταλία, έβαζαν τον Παναθηναϊκό σίγουρα μπροστά από την άλλη ελληνική ομάδα, όμως εν συγκρίσει με την πρωταθλήτρια Ευρώπης ΤΣΣΚΑ και την εκπληκτική κι επίσης ασταθή Μπαρτσελόνα, δεν ήταν ασφαλές αν θα είχε προβάδισμα.
Επειδή όμως τα Final 4 βγάζουν τον καλύτερο εαυτό του Ομπράντοβιτς, ο Σέρβος πέτυχε να βγάλει τον καλό εαυτό της ομάδας. Για την ακρίβεια πέτυχε να έχει δύο εκπληκτικά πρώτα ημίχρονα σε ημιτελικό(μάλλον πρώτο δεκάλεπτο) και τελικό που ήταν απόδειξη του συγκλονιστικού ταλέντου αυτού του συνόλου ενώ στα δεύτερα ημίχρονα παρουσίαζε την ομαδική αδυναμία που έμοιαζε να αποτελεί το μοναδικό τροχοπέδη. Κοινώς δεν έπαιζε στον ίδιο ρυθμό για περισσότερο από 20 λεπτά.
Ο Ζοτς το γνώριζε πως η ομάδα που μπορούσε να έχει DNP τον βασικό σούτινγκ γκαρντ της εθνικής, να δίνει κάτω από 10 λεπτά στο καλύτερο Έλληνα φόργουορντ της εποχής, τον Κώστα Τσαρτσαρή, έπρεπε να έχει κάποια ατομικά στοιχεία που θα την ξεκολλάνε.
ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
Η σχέση του Ομπράντοβιτς με τον Σπανούλη σφυρηλατήθηκε σε εκείνο το Final 4 καθώς επιβεβαιώθηκε πως από όλους τους παίκτες με αυτά τα στοιχεία που κατά καιρούς διέθετε ο Σέρβος στις ομάδες του, μόνο ο Λαρισαίος είχε το απόλυτο ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει. Περισσότερο και από τον Λάκοβιτς. Εξηγούμαστε. Ο προπονητής του Παναθηναϊκού, έκτισε τον θρύλο του ως ο καλύτερος να βάζει σε λογική συνόλου τους καλύτερους. Πάντα όμως έβαζε κάποιους περιορισμούς όπως πολύ καλά θυμάται ο τρίτος γκαρντ στην ομάδα εκείνη την εποχή, ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους.
Για τον Διαμαντίδη, δεν τίθεται θέμα, διότι πάντα ήξερε πότε να αποδεχθεί συνειδητά άλλο ρόλο. Ο Σπανούλης όμως ήθελε πάντα να είναι πρωταγωνιστής. Αυτός να έχει την μπάλα στα χέρια, αυτός να παίρνει τις επιθέσεις και να ηγείται. Δεν έκρυψε ποτέ το πώς βλέπει τον εαυτό του στο παρκέ.
Το 2009, παίκτης και προπονητής ήταν στα κορύφωση της σχέσης τους. Ο Ζοτς έδινε τις περισσότερες επιθέσεις στον Σπανούλη αλλά φρόντιζε να έχει τον Σάρας ζεστό στα κρίσιμα και τον Διαμαντίδη παρόντα ως... έλεγκτη περιφερειακής κυκλοφορίας.
Ριγμένος αλλά... χαρούμενος ο Σάρας
Στα πρώτα 60 λεπτά του Final 4 του Βερολίνου ο Σπανούλης είχε παίξει στα 50 ως ο βασικός γκαρντ της ομάδας. Παραχώρηση απίστευτη για τα δεδομένα του κόουτς, όμως αναγνώριζε την ανάγκη να πάρει από τον Έλληνα παίκτη το καλύτερο και το καλύτερο πήρε.
Ο πρώτος τίτλος πολυτιμότερου παίκτη σε Final 4 για τον Σπανούλη ήταν απόλυτα δίκαιος για την απόδοσή του στους δύο μεγάλους αγώνες. Δεν ήταν αυτός που καθάρισε στο τέλος, η μπάλα ήταν περισσότερο στα χέρια του Γιασικεβίτσιους, αλλά ήταν αυτό που ήθελε: το αφεντικό ενός Παναθηναϊκού ο οποίος είχε στην πεντάδα του τους τρεις καλύτερους Ευρωπαίους γκαρντ που έπαιζαν στην Ευρωλίγκα. Πιο σωστά. Έπαιξαν μαζί οι τρεις καλύτεροι Ευρωπαίοι γκαρντ της ιστορίας της διοργάνωσης και ο καθένας μπορεί να τους βάλει σε ...σειρά αξιολόγησης. Καλή τύχη.
Ο Ζοτς έκανε αυτό που τον ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους. Αξιοποίησε την προσωπικότητα του κάθε ένα από τους τρεις κολοσσούς του και τους άφησε όλους ικανοποιημένους. Ας μην κοροϊδευόμαστε. Το βασικό ζητούμενο ήταν να αποδεχθεί ο Γιασικεβίτσιους πως ο 27χρονος γκαρντ που έφυγε τρέχοντας από το ΝΒΑ και δεν κατάφερε να παίξει μαζί του τον πρώτο χρόνο της συνύπαρξής τους, θα είναι αυτός στο κουμάντο. Το δεύτερο ζητούμενο ήταν να πειστεί ο Σπανούλης να αφήνει την μπάλα στον Λιθουανό στα κρίσιμα τελευταία λεπτά.
ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ, ΕΝΑ FINAL 4
Δύο απίστευτα έντονες προσωπικότητες με την ανάγκη να έχουν την μπάλα στα χέρια τους. Το πείραμα μπορεί να πέτυχε μόνο μία χρονιά, αλλά αυτή η χρονιά περνά στην ιστορία.
Το οξύμωρο; Η κορύφωση της συνεργασίας Ομπράντοβιτς-Σπανούλη, φαίνεται πως αποτέλεσε την αρχή του τέλους καθώς αποδείχθηκε πως αμφότεροι είχαν μία διαφορετική ατζέντα για την συνέχεια. Ο Ζοτς θα πήγαινε στο μοίρασμα του παιχνιδιού ανάμεσα σε αυτόν και τον Διαμαντίδη ενώ ο Σπανούλης ήθελε να κουμαντάρει μόνος του μία μεγάλη ομάδα.
Η παρακαταθήκη της συνύπαρξής τους, το Final 4 του Βερολίνου. Ο ένας κορυφαίος προπονητής της διοργάνωσης, ο άλλος κορυφαίος παίκτης.
Πηγή: contra.gr