Πολύ άσχημα είναι τα νέα για τον Τζέιμς Γκιστ, ο οποίος όχι μόνο δεν θα αγωνιστεί ξανά μέσα στο 2016, αλλά πλέον …τρέχει για να προλάβει να παίξει στο τέλος της αγωνιστικής σεζόν.

Αυτό τουλάχιστον «δείχνουν» οι τελευταίες πληροφορίες γύρω από τον τραυματισμό του, καθώς πλέον οι εκτιμήσεις αναφέρουν πως θα γυρίσει στα παρκέ σε 3 έως 6 μήνες! Για να γίνει πράξη βέβαια το άσχημο σενάριο των έξι μηνών, θα πρέπει να περάσει την πόρτα του χειρουργείου, κάτι που θα γίνει εφόσον διαπιστωθεί έχει πειραχτεί κάποιο οστό. Κι αυτό γιατί σε περίπτωση που συνέβη κάτι τέτοιο κι έχει "φύγει" έστω κι ένα μικρό κομμάτι οστού, τότε πρέπει να μπει άμεσα στο χειρουργείο!

Σε περίπτωση όμως που το πρόβλημα είναι μόνο μυϊκό, τότε θα ακολουθήσει συντηρητική αγωγή και θα επιστρέψει, τουλάχιστον, σε δύο μήνες…

Τι δήλωσε γνωστός Αθλίατρος

Ο ειδικός Αθλητίατρος, Αντώνης Λεμονής μίλησε στον ΣΠΟΡ FM 94.6 για το σοβαρό αυτό τραυματισμό του Γκιστ και δήλωσε πως αν ο παίκτης υποβληθεί τελικά σε επέμβαση, τότε το διάστημα απουσίας του μπορεί να πάρει μέχρι και τρεις μήνες, ενώ η θεραπευτική αγωγή που θα ακολουθήσει θα κριθεί από τον εργαστηριακό έλεγχο.

Αρχικά, ο κ. Λεμονής υποστήριξε πως: «Ο συγκεκριμένος τραυματισμός δεν είναι απλός. Ένας τέτοιου τύπου τραυματισμός, όπως περιγράφεται από την ανακοίνωση της ΚΑΕ Παναθηναϊκός, για έναν επαγγελματία μπασκετμπολίστα αυτού του επιπέδου, θεωρείται σημαντικός. Θα πρέπει να γίνει πρώτα ο απαραίτητος εργαστηριακός έλεγχος, που πιστεύω πως έχει γίνει ήδη, για να κριθεί τι θεραπεία θα ακολουθήσει στη συνέχεια.

Πρέπει να δούμε εάν έχει αποκολλήσει ο μυς ή αν έχει κοπεί και πόσο. Εάν έχει κοπεί εντελώς τότε πρέπει να γίνει χειρουργείο, εάν
έχει υποστεί μερική ρήξη ή οτιδήποτε άλλο θα υπάρξει σίγουρα μια κινητοποίηση. Εφόσον υπάρχει διαθέσιμος χρόνος, μπορεί να γίνει με ενέσιμη θεραπεία, όπως είναι το PRP, ώστε να δοθεί μια ευκαιρία μη χειρουργικής αποκατάστασης».

Για το αν πρέπει να γίνει χειρουργείο και πόσο θα είναι το διάστημα αποχής του Γκιστ από τα παρκέ, είπε: «Ο εργαστηριακός έλεγχος θα μας διαφωτίσει ώστε να αποφασίσουν την θεραπευτική αγωγή που θα ακολουθήσουν. Η χειρότερη περίπτωση είναι το χειρουργείο, εκεί θεωρητικά μιλάμε για 2-3 μήνες και το πλήγμα θα είναι μεγάλο. Οι γιατροί της ομάδας θα πρέπει να αποφασίσουν τι θα κάνουν. Υπάρχουν πολλά όπλα για συντηρητική αγωγή και πλέον έχουν αποφευχθεί πολλά χειρουργεία. Η ιατρική έχει προχωρήσει, υπάρχουν χίλια δύο πράγματα για να αποφεύγουμε τα χειρουργεία. Ένας τραυματισμός δεν σημαίνεται ότι χρίζει αμέσως χειρουργικής επέμβασης».

Τέλος, ανέφερε: «Στα 19-20 χρόνια που ασχολούμαι με την αθλητιατρική, οι προπονητές, παράγοντες και οι αθλητές ρωτάνε τον γιατρό πότε θα παίξει. Δεν ρωτάνε τι έχει, τι θα κάνουμε. Υπάρχει μεγάλη βιασύνη, κανένας γιατρός δεν είναι μάγος και πάντα χρειάζεται ο απαιτούμενος χρόνος.

Για παράδειγμα, εμείς βιβλιογραφικά λέμε για έναν χιαστό ή μηνίσκο πως θα πάρει 6 μήνες. Ωστόσο, ένας αθλητής είναι πολύ πιθανό ορισμένες φορές να επανέλθει ακόμη και στους τρεις μήνες. Σημασία έχει και η εμπειρία του γιατρού αλλά και η αποκατάσταση που θα κάνει ο αθλητής.

Ένας τέτοιος τραυματισμός έχει να κάνει με την παθολογία του αθλητή. Δεν έχω εικόνα του πως έγινε αλλά αυτός ο τραυματισμός συνήθως γίνεται με κάποιο γλίστρημα του αθλητή. Έχει να κάνει και με την ελαστικότητα του κάθε αθλητή. Οι ψηλοί στο μπάσκετ, επειδή οι μύες είναι τεντωμένοι λόγω ύψους δεν έχουν μεγάλη ελαστικότητα. Εάν παρατεντωθεί σε μια κίνηση ο μυς, μπορούν να σπάσουν κάποιες μυϊκές ίνες. Είναι η κακιά στιγμή που λέμε».