Το ημερολόγιο έγραφε 14 Ιουνίου 1987, όταν η χώρα βίωνε την πιο χρυσή σελίδα του ελληνικού αθλητισμού. Σα σήμερα, πριν από 30 χρόνια, η Εθνική Ελλάδας, ύστερα από ένα συγκλονιστικό παιχνίδι, το οποίο κρίθηκε στην παράταση, ύστερα από δύο εύστοχες βολές του Αργύρη Καμπούρη, επικράτησε 103-101 της Σοβιετικής Ένωσης και κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, υπό τους ήχους του "Final Countdown" των Σουηδών "Europe".
Το έπος του '87 έμεινε χαραγμένο στις μνήμες των Ελλήνων, αφού με αυτόν τον τίτλο η χώρα μας αναγνωρίστηκε διεθνώς για πρώτη φορά στα ομαδικά αθλήματα. Ακόμα μνημονεύουν οι φίλαθλοι αυτήν τη μεγάλη επιτυχία και τους ήρωές της. Τον Γκάλη, τον Γιαννάκη, τον Φιλίππου και τα άλλα παιδιά, που τραγουδούσαν, διασκευάζοντας το γνωστό "Με το στόμα γεμάτο φιλιά" του Καζαντζίδη, η Μαρινέλλα με τον Πάριο. Υπήρχαν όμως και άλλοι ήρωες, ο Φασούλας, ο Χριστοδούλου, ο Ανδρίτσος, ο Ιωάννου, ο Ρωμανίδης, ο Σταυρόπουλος, ο Καρατζάς και ο Λινάρδος.
Πώς, όμως, φτάσαμε στην κατάκτηση του τροπαίου; Τι είχε προηγηθεί, τι έγινε στην πορεία και ποια ήταν τα όπλα της Ελλάδος απέναντι στη Σοβιετική Ένωση, η οποία εκείνην την εποχή ήταν από τα μεγαθήρια του παγκοσμιου μπάσκετ; Ο Νίκος Λινάρδος, που συμμετείχε με την Εθνική στην επιτυχία του 1987, δίνει τις απαντήσεις.
"Στόχος ήταν η εξάδα, όχι το μετάλλιο"
Ο παλαίμαχος άσος ξεκίνησε τη διήγησή του από την προετοιμασία του ομοσπονδιακού συγκροτήματος, το οποίο σήμερα αποκαλείται από οπαδούς και Τύπο ως "επίσημη αγαπημένη".
"Αυτή η ομάδα που αποτέλεσε την εθνική του Ευρωμπάσκετ του '87, ξεκίνησε το ταξίδι της από μία μικρή πόλη της Ελλάδας, από ένα όμορφο και ζεστό προπονητικό κέντρο, στη Νάουσα, το οποίο έγινε γνωστό από τότε και παραμένει δημοφιλές για αρκετές ομάδες. Πρόκειται για τον Άγιο Νικόλαο, ιδιοκτησίας του ΕΟΤ και του δήμου Ναούσης. Εκεί μαζευτήκαμε, κάναμε τις πρώτες μας προπονήσεις και έγιναν οι πρώτες ομιλίες για τους στόχους. Ο στόχος ήταν η πρόκριση στην πρώτη εξάδα, γιατί στην προηγούμενη διοργάνωση, του '85 η Εθνική δεν κατάφερε να είναι παρούσα. Άρα δεν υπήρχε το άγχος να πάρει μετάλλιο. Λόγω έδρας υπήρχε η έγνοια να φτάσουμε στην τελική φάση", είπε αρχικά και συνέχισε:
"Μέσα από μία πολύ σκληρή προετοιμασία, η Εθνική ομάδα λίγο πριν την έναρξη του ευρωμπάσκετ, στις 3 Ιουνίου, συγκεντρωθήκε σε ένα εξίσου οικογενειακό και ζεστό περιβάλλον, που το δημιουργούσε το ξενοδοχείο Τζόουνς στη Γλυφάδα, όταν η πόλη ήταν σχεδόν άτειχη, γύρω γύρω υπήρχαν μόνο οικόπεδα, τα οποία μετά από κάθε παιχνίδι μας ήταν ο χώρος συγκέντρωσης χιλιάδων Ελλήνων, οι οποίοι ήθελαν να μας συμπαρασταθούνε, εκτός του ΣΕΦ".
Η ομάδα σε εκείνην τη διοργάνωση είχε ένα φοβερό δέσιμο και συσπείρωση. Αυτή η πραγματικότητα, σύμφωνα με τον Έλληνα προπονητή, ήταν ένα σημαντικό υλικό της συνταγής, η οποία έφερε την επιτυχία.
Tα λόγια του Φασούλα
"Αυτή η ομάδα είχε παιδιά, τα οποία ήταν πρωταγωνιστές στους συλλόγους τους. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 22 με 23 χρονών. Ο μεγαλύτερος ήταν ο Γκάλης τότε, που ήταν 28. Και οι 12 παίκτες που απαρτίζαμε στην Εθνική είχαμε χρόνο συμμετοχής στους συλλόγους μας από 30 έως 35 λεπτά, γιατί τότε ήταν διαφορετικές οι συνθήκες του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος. Δεν υπήρχε το δικαίωμα συμμετοχής έξι ξένων ούτε καν δύο. Οπότε όλα τα παιδιά είχαμε μεγάλη αυτοπεποίθηση ανεξάρτητα αν ο καθένας είχε μικρή ή μεγάλη συμμετοχή στο Ευρωμπάσκετ", τόνισε και εξήγησε πως αυτό το οικογενεακό κλίμα επηρέασε τις σχέσεις των παικτών.
"Ασπάζομαι μία κουβέντα που είπε ένας από τους συμπαίκτες μου, ο Παναγιώτης Φασούλας, «αυτή η ομάδα απαρτίζεται από παίκτες που είναι συγγενείς, είναι σαν να έχουμε όλοι βγει από την ίδια γέννα”. Τα παιδιά μεταξύ μας είμαστε οι περισσότεροι μέσα στο χώρο από διάφορα πόστα. Ο καθένας ενδιαφέρεται για το τι κάνει ο άλλος»", είπε και στη συνέχεια εξήρε την προσωπικότητα του Κώστα Πολίτη.
"Γουστάραμε να παίζουμε για τον προπονητή"
"Εγώ προσωπικά ήμουν από τους μικρότερους και απο τους λεγόμενους παίκτες της δεύτερης γραμμής, τους αναπληρωματικούς. Αναγνωρίζω τους μεγάλους μας συμπαίκτες, όπως ο Γιαννάκης, ο Γκάλης, ο Φασούλας. Οι ρεζέρβες έπαιξαν όμως και αυτοι μεγάλο ρόλο στην κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ. Αυτό σημαίνει ότι υπήρχε ένταση στην προπόνηση και συναγωνισμός. Πάνω απ' όλα όμως υπήρχε οικογενειακό κλίμα, το οποίο δημιουργήθηκε από την ποιότητα και τον χαρακτήρα του ανθρώπου, Πολίτη. Ο προπονητής μας είναι ένας άνθρωπος πολύ ήρεμος, ευγενής. Αυτά τα χαρακτηριστικά δεν τα συνάντησα από κανέναν σε τέτοιο βαθμό στα μετέπειτα χρόνια της καριερας μου. Γούσταρε ο παίκτης να παίζει για τον προπονητή του και αυτός να εμπνέει μία ηρεμία και αυτοπεποίθηση".
Ο όρκος τιμής
Όπως τόνισε παραπάνω ο Νίκος Λινάρδος, ο στόχος ήταν η εξάδα, αφού δεν υπήρχε άγχος. Παρ' όλα αυτά, το ελληνικό πείσμα βγήκε μπροστά, μετά από μία ήττα. "Με πολλά παιχνίδια φιλικά, συμμετοχή σε τουρνουά, η εθνική έμοιαζε έτοιμη να μπει στο Ευρωμπάσκετ. Μετά την πρώτη ήττα από την ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης, στην πρώτη φάση της διοργάνωσης, κλειστήκαμε στα αποδυτήρια και δώσαμε όρκο τιμής, ότι αν τους ξανασυναντήσουμε στην πορεία των αγώνων, δεν επρόκειτο να ξαναχάναμε. Είχαμε ατυχία και εχθρική διαιτησία στο παιχνίδι εκείνο", διηγήθηκε και συμπλήρωσε:
"Ημέρα με την ημέρα, παιχνίδι με το παιχνίδι, η εξάδα ήταν ένα όνειρο που πλέον φαινόταν πραγματοποιήσιμο. Ήμασταν πάρα πολύ κοντά. Όταν πετύχαμε να μπούμε στη φάση αυτή, δεν σας κρύβω, ότι οι βλέψεις όλων, έγιναν υψηλότερες. Όχι μόνο των παικτών. Εφημερίδες, ΜΜΕ, ραδιόφωνα και βασικά η ΕΡΤ που έδειχνε τα παιχνίδια, ανέβαζαν τον πήχη αρκετά ψηλά. Φτάνοντας στα προημιτελικά, το συναίσθημα που ζούσαμε όλο το 24ωρο, είτε στο ξενοδοχείο, είτε στην πορεία προς το γήπεδο, είτε μετά τους αγώνες, ήταν κάτι το οποίο ήταν πρωτόγνωρο για τα δεδομένα του ελληνικού αθλητικού".
Για τον Νίκο Λινάρδο είναι σημαντικό, ότι όλη η Ελλάδα το 1987 συσπειρώθηκε γύρω από την Εθνική. "Η ομάδα συμπαρέσυρε τότε όλον τον πολιτικό και καλλιτεχνικό κόσμο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις εξέδρες μαζεύτηκε όλη η αφρόκρεμα των Ελλήνων καλλιτεχνών. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τη Μαρινέλλα, τον Πάριο, τη Μελίνα Μερκούρη και πολλούς ηθοποιούς", ανέφερε πριν μιλήσει για το μεγαθήριο, με το οποίο κλήθηκαν να αγωνιστούν οι Έλληνες παίκτες.
"Η ΕΣΣΔ ήταν υπερδύναμη. Είχε μέσα Λιθουανούς, Εσθονούς, Ουκρανούς, Ρώσους. Σκεφτείτε τώρα 4 Εθνικές ομάδες. Ο Σαμπόνις ήταν χτυπημένος και δεν κατέβηκε, αυτό ήταν ένα πλήγμα. Αλλά ήταν όλοι οι μεγάλοι παίκτες, Τσατσένκο, Μαρτσουλιόνις, Γιοβάισα, Βάλτερ, παίκτες που πέρασαν από το ΝΒΑ και τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές ομάδες", επεσήμανε.
"Τίποτα δε μας σταματά"!
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η διήγηση του Νίκου Λινάρδου για τον τελικό. "Την ημέρα του τελικού δεν υπήρχε χρόνος. Δεν κοιμηθήκαμε το προηγούμενο βράδυ. Ήμασταν άυπνοι γενικά, με πολύ λίγες ώρες ύπνου. Γιατί πολύ απλά «τίποτα, δεν μας σταματά». Αυτό το σύνθημα ηχούσε στα αφτιά μας. Ήμασταν πολύ σίγουροι. Εγώ το λέω, παρότι δεν ήμουν ο πρωταγωνιστής. Ήμουν πεπεισμένος, από τα λόγια των συμπαικτών μου, ότι δεν χανόταν ο τελικός. Δεν μπορούσαμε να χάσουμε, άσχετα αν πήγαμε στην παράταση".
"Υπήρχε πίστη και σιγουριά, παρότι δεν υπήρχε ξεκούραση. Η ομάδα με την υπερένταση που είχε, το θάρρος και το θράσος που μπήκε να αντιμετωπίσει την ΕΣΣΔ έκανε κάτι πρωτόγνωρο. Συνετέλεσε αναμφισβήτητα ο έκτος παίκτης που ήταν ο κόσμος. Το ΣΕΦ δεν θυμίζει το σημερινό στάδιο. Τότε οι κερκίδες έφταναν μέχρι εκεί που είναι σήμερα οι πάγκοι. Ένιωθες τον κόσμο δίπλα σου. Ήταν ένα γήπεδο NBA".
Ένα από τα χαρακτηριστικά που έχουν γραφτεί και ειπωθεί γι' αυτήν την αγία ημέρα του Ιουνίου του 1987, ήταν ότι ο Κώστας Πολίτης έκανε ματ στον αντίπαλο προπονητή, Αλεξάντερ Γκομέλσκι. "Η Εθνική έπαιζε με χαμηλότερο σχήμα. Ο Πολίτης, με το σύστημα που εφήρμοσε, προσπαθούσε να τραβήξει προς τα έξω τα ψηλά κορμιά των Σοβιετικών, για να ανοίγει διαδρόμους στους πιο ευέλικτους παίκτες μας. Αυτό ήταν κάτι που ο Γκομέλσκι δεν μπορουσε να το ακολουθήσει βάσει σχήματος. Γι' αυτό είπαν ότι ο κόουτς έκανε κίνηση ματ στον Γκομέλσκι", εξηγεί ο κόουτς.
"Παρακαλούσα να μην παίξω"
Ο Νίκος Λινάρδος φέρνει στο νου τη στιγμή που του ζήτησαν να προθερμανθεί, επειδή η ομάδα είχε πρόβλημα. Όπως τόνισε, ήταν από τις δυσκολότες στιγμές της καριέρας του. "Με είχαν σηκώσει να ζεσταθώ στην παράταση. Δεν είχα παίξει καθόλου μέχρι εκείνην την ώρα. Ήταν η πρώτη φορά που παρακαλούσα μέσα μου, να μη χρειαστώ να μπω στο παιχνίδι. Αυτό δεν το έχω ξανασκεφτεί στην καριέρα μου. 40 λεπτά ήμουν στον πάγκο, αλλά επειδή ο Καμπούρης, ο ήρωας της τελευταίας στιγμής είχε 4 φάουλ και ο Φασούλας είχε αποβληθεί με 5, χρειαζόταν άλλος ένας ψηλός για να παίξει", αποκάλυψε και πρόσθεσε:
"Πραγματικά δεν χρειάστηκε να μπω, γιατί η ευθύνη θα ήταν τόσο μεγάλη. Σκεφτείτε δηλαδή ένας μικρός παίκτης, να μην έχει παίξει 40 λεπτά και να κληθεί να παίξει στα τελευταία 2 και να κληθεί να εκτελέσει βολές. Όλο το έθνος θα κρεμόταν από τα χέρια του. Ευτυχώς ο Αργύρης, όπως λέει και ο ίδιος χαριτολογώντας, «σας έκανα μπαγάσηδες διάσημους»".
"Έπαιξε ρόλο ο Συρίγος"
Οι περιγραφές των αγώνων της Εθνικής του '87 ήταν μοναδικές χάρη στη σφραγίδα του Φίλιππου Συρίγου. Ο Νίκος Λινάρδος δεν θα μπορούσε να μη βγάλει το καπέλο στον αείμνηστο δημοσιογράφο, αποτίοντας φόρο τιμής. "Ο Συρίγος έπαίξε πάρα πολύ μεγάλο ρόλο στην επιτυχία της Εθνικής, αλλά και του ελληνικού μπάσκετ γενικότερα. Αυτός έβαλε το άθλημα στην τηλεόραση μέσω της ΕΡΤ. Ήταν ένας άνθρωπος που ήξερε μπάσκετ. Δεν ήταν μόνο ένας σπορτκάστερ. Η παρουσία του ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτήν την επιτυχία και του χρωστούμε ευγνωμοσύνη", δήλωσε.
Η κατάκτηση του 1987 βοήθησε στην ανάπτυξη του ελληνικού μπάσκετ, το οποίο είχε και άλλες σημαντικές επιτυχίες. Σε εθνικό επίπεδο, όμως, τα τελευταία χρόνια δεν υπάρχουν ανάλογες επιτυχίες. Πού οφείλεται αυτό;
"Αν θέλουμε να κάνουμε μία σύγκριση με τότε, πολλοί παίκτες από αυτούς που παίζουν στην τωρινή ομάδα δεν αγωνίζονται στο δικό μας πρωτάθλημα, όπως το 1987. Το ότι είναι πρωταγωνιστές οι παίκτες στις ομάδες τους ισχύει ακόμα και τώρα", απάντησε και συμπλήρωσε:
"Δεν έχουν δέσει τα άτομα τόσο καλά. Είναι θέμα χρόνου, συγκυριών και ποιος θα είναι ο προπονητής που θα μπορέσει να εμπνεύσει, να συσπειρώσει και να τιθασσέψει τον εγωισμό και το ταλέντο του Έλληνα παίκτη, που είναι μεγάλο, για το καλό της Εθνικής μας ομάδας. Είναι σημαντικό συν τοις αλλοις το ελληνικό πρωτάθλημα, όπως λέτε, να είναι ανταγωνιστικό. Τώρα η επιλογή της 12αδας είναι πολύ μικρή. Γιατί στο ελληνικό πρωτάθλημα, αν εξαιρέσεις κάποιες ομάδες, οι περισσότεροι βασίζονται σε ξένους.
Για παράδειγμα από τον Παναθηναϊκό ποιοι μπορούν να κληθούν στην Εθνική; Ο Παππάς, ο Μπουρούσης και ο Καλάθης, ο οποίος είναι σαν τον Γκάλη (ήρθε από την Αμερική). Παλιά ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να δώσει 4 και 5 παίκτες στην Εθνική. Εγώ θα ήθελα να κάνω μία έκκληση, όσοι παίκτες είναι υγιείς, να παίζουν στην Εθνική ομάδα τα καλοκαίρια. Όσων χρονών και αν είναι. Πρέπει να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Γιαννάκη, του Φασούλα και του Φάνη (Χριστοδούλου) που έπαιξαν αρκετά μεγάλοι στην Εθνική ομάδα".
Από το 1987 στο 2004
Στο τέλος ζητήσαμε από τον Νίκο Λινάρδο να βάλει το επιμύθιο για τη μεγάλη επιτυχία του '87. "Αυτή είναι η πρώτη αγάπη που δεν πρέπει να ξεχαστεί. Ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία της Εθνικής ομάδας. Γιατί πραγματικά, το ότι φτάσαμε σε αυτήν εδώ τη θέση, έκανε τον Έλληνα πολίτη, να πιστέψει στον εαυτό του και τον Έλληνα αθλητή, είτε αγωνιζόταν σε ομαδικό είτε σε ατομικό άθλημα, να πιστέψει ότι με την πολλή σκληρή δουλειά, το μεθοδικό πρόγραμμα και λίγο τύχη, μπορεί η Ελλάδα να πετύχει πολλά. Και όντως πέτυχε πολλά. Ακολούθησαν επιτυχίες στο μπάσκετ. Εκείνη την εποχή ήταν πολύ σπουδαία ομάδα η Εθνική Βόλεϊ Ανδρών που ήταν ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις του ευρωπαϊκού βόλεϊ. Αναδείχτηκε το πόλο και το αποκορύφωμα ήρθε το 2004 με την Εθνική ομάδα του ποδοσφαίρου. Απλώς ήταν μεγάλη η απήχηση της νίκης αυτής, γι' αυτό έμεινε χαραγμένη, όσα χρόνια και αν περάσουν, αφού ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία", κατέληξε ο Έλληνας τεχνικός.