Αναλυτικά:

-Γιατί οι περισσότεροι προπονητές επιμένουν ότι για να γίνει κόουτς ένας αθλητής που αποχωρεί πρέπει να «σκοτώσει» τον παίκτη μέσα του;

«Αυτή η φράση σηκώνει πολλές ερμηνείες. Αναρωτιέμαι γιατί πρέπει να σκοτώσω τον παίκτη μέσα μου! Αν το κάνεις αυτό, θα σκοτώσεις και αυτά που βίωνες ως παίκτης και που θα ήθελες να βιώνουν οι παίκτες σου. Οι παίκτες είναι προσωπικότητες που χρειάζονται την ψυχολογική στήριξη του προπονητής τους. Αν σκοτώσεις, λοιπόν, τον παίκτη μέσα σου, θα ξεχάσεις τι ήθελες ως παίκτης και δεν θα μπορέσεις να το προσφέρεις στους παίκτες σου ως προπονητής».

-Είχαμε ακούσει ότι το καλοκαίρι του 2007 ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς σου είχε ζητήσει να παραμείνεις στον Παναθηναϊκό, όχι όμως ως παίκτης αλλά ως προπονητής…

«Ο κόουτς Ομπράντοβιτς είναι ένας εξαιρετικά ασφαλής άνθρωπος. Και αυτό το είχαν ελάχιστοι προπονητές στην καριέρα μου. Δεν έχει ταμπού ή κόμπλεξ για να σου πει αυτό που σκέφτεται. Η πρώτη προσέγγιση από μέρους του έγινε σε έναν αγώνα με τον ΠΑΟΚ στην Πυλαία 45 λεπτά πριν από το τζάμπολ. Συζητούσα με τον συνεργάτη του, Δημήτρη Ιτούδη, και εκείνη την στιγμή μου λέει ότι στο μέλλον πρέπει να δοκιμάσω να γίνω προπονητής. Από τότε μου έχει πει τρεις-τέσσερις φορές το ίδιο. Όσο για το 2007, το μόνο που θυμάμαι ήταν ένα τηλεφώνημα μετά τον πέμπτο τελικό του Δημήτρη Ιτούδη που μου είπε: «Επιθυμούμε να συνεχίσεις μαζί μας». Θεώρησα ότι εννοούσε ως παίκτης και, ως γνωστόν, αποφάσισα να πάω σε μία ομάδα όπου θα είχε περισσότερο χρόνο στο παρκέ για να ευχαριστηθώ τα τελευταία χρόνια της καριέρας μου».

-Έχεις αντιληφθεί ότι, εφόσον αποφασίσεις να αναλάβεις καθήκοντα προπονητή, οι πόρτες του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού πιθανότατα θα είναι για σένα κλειστές; ΤουΠαναθηναϊκού γιατί ποτέ δεν αγαπήθηκες καθολικά από τους οπαδούς του και του Ολυμπιακούγιατί δεν σου έχουν συγχωρέσει την αλλαγή φανέλας;

«Εγώ δεν έχω σκεφτεί να γίνω προπονητής για να εργαστώ στον Παναθηναϊκό ή στον Ολυμπιακό. Έχω σκεφτεί να γίνω προπονητής γιατί αγαπώ το άθλημα. Όταν ξεκινούσαμε να παίζουμε μπάσκετ, δεν το κάναμε για να γίνουμε επαγγελματίες, αλλά για μας άρεσε και το αγαπούσαμε».

-Κατά την διάρκεια της 19ετους καριέρας σου ποιος προπονητής έχει καταφέρει να ασκεί σε σένα την μεγαλύτερη επιρροή;

«Ο Ομπράντοβιτς. Μαζί με τον συνεργάτη του, τον Δημήτρη Ιτούδη, προσπαθούν σε όλους τους τομείς να αγγίξουν την τελειότητα και αυτό είναι κάτι που εξιτάρει τους παίκτες. Από την στιγμή που όλα τα άλλα στον Παναθηναϊκό είναι λυμένα, και εννοώ τη συμβολή της διοίκησης, οι λεπτομέρειες είναι αυτές που κάνουν τη διαφορά. Όταν έπειτα από τόσα χρόνια μπάσκετ πήγα στον Παναθηναϊκό και διαπίστωσα ότι αν οι μύτες των παπουτσιών ξεφεύγουν κατά δέκα εκατοστά από το σωστό σημείο είναι λάθος, αντιλαμβάνεστε για τι είδους τελειομανία μιλάμε. Έχω επιρροές και από άλλους προπονητές, όπως ο Αργύρης Πεδουλάκης στο Περιστέρι, ενώ ακόμα από προπονητές που δεν μου άρεσαν σε αρκετά ζητήματα έμαθα τι να αποφεύγω να κάνω».

-Αν σου ζητούσαμε να διαλέξεις πέντε παίκτες, με τους οποίους έχετε υπάρξει συμπαίκτες, για να δημιουργήσεις μία αχτύπητη πεντάδα, ποιους θα επέλεγες;

«Θα έπαιρνα τον καλύτερο παίκτη της Ευρώπης, που για μένα αυτή τη στιγμή είναι ο Διαμαντίδης. Στην συνέχεια θα έβαζα τον καλύτερο «σκρίνερ» της Ευρώπης, που είναι ο Μπατίστ. Αμέσως έχουμε ένα δίδυμο που, όπως είχε πει και ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, είναι το κορυφαίο στην Ευρώπη σε επίπεδο συνεργασίας. Άρα χρειαζόμαστε τον Αλβέρτη, ώστε όταν γίνει «παγίδα» στον Μπατίστ να μένει ελεύθερος ο καλύτερος σουτέρ στην Ευρώπη. Στην θέση τέσσερα θα έβαζα τον Φάνη Χριστοδούλου και επειδή εξακολουθώ να τον θεωρώ ίνδαλμα μου θα έβαζα στην πεντάδα τον Παναγιώτη Γιαννάκη, από τον οποίο βρήκα πολλά πράγματα έτοιμα στο μπάσκετ και όταν ο προπονητής του ζητούσε να τρέξει δέκα μέτρα, εκείνος έτρεχε έντεκα σε ηλικία 37 ετών. Μου φαίνεται όμως ότι η πεντάδα που έφτιαξα είναι κάπως κοντή, για αυτό θα κατεβάσουμε εξάδα και θα επιλέξω τον Παναγιώτη Φασούλα».

-Έχοντας αγωνιστεί στην Α1 από 15 ετών και 10 μηνών, ποιο είναι το μήνυμα που θα ήθελες να στείλεις στα νέα παιδιά;

«Αποχωρώντας από το Περιστέρι είπα στον Βαγγέλη Μάντζαρη να πάει σε μεγάλη ομάδα, όπως ο Τσαρτσαρής και ο Σπανούλης. Όχι ως ταλέντο, αλλά ως έτοιμος παίκτης. Στη μεγάλη ομάδα, αν ο προπονητής σου πει να βάψεις τον τοίχο, πρέπει να γίνει μπογιατζής. Είναι ένα τρένο που προχωεί και όποιος μπορεί ανεβαίνει. Θυμάμαι ότι την πρώτη χρονιά μου στον Ολυμπιακό επί Ιωαννίδη τραυματίζονται τέσσερις ψηλοί και αναγκάζομαι να γίνω ξυλοκόπος στη θέση 4 και να σπρώχνω τον Σάβιτς και τον Ντρόμνιακ. Είχε αποτέλεσμα, αλλά την ίδια στιγμή έχασα το τρομερό σουτ που είχα στην Εθνική Εφήβων. Μου πήρε δέκα χρόνια να το ξαναβρώ».