To «1968» είναι ταινία Τάσου Μπουλμέτη, ο οποίος εμπνέεται από τον επικό αγώνα της ΑΕΚ με τη Σλάβια Πράγας στο Καλλιμάρμαρο στάδιο στις 4 Απριλίου 1968. Ο δημιουργός της «Πολίτικης Κουζίνας» επιστράτεψε ένα φοβερό καστ ηθοποιών για να αποκαλύψει το συναρπαστικό παρασκήνιο πίσω από το άπιαστο όνειρο που έγινε πραγματικότητα.
Η ταινία όμως δεν απευθύνεται μόνο σε οπαδούς της ΑΕΚ αλλά σε όλους τους Έλληνες! Το γιατί, εξήγησαν στο sportdog.gr τον Ιανουάριο του 2018 όταν κυκλοφόρησε η ταινία στις σκοτεινές αίθουσες, δύο από τους ηθοποιούς που συμμετείχαν σε αυτήν. Αντώνης Αντωνίου και Γιώργος Μητσικώστας δίνουν το έναυσμα να πάτε να την παρακολουθήσετε.
Αντώνης Αντωνίου
Ποιον υποδύεται: Παίζω έναν εργολάβο κηδειών. Φυσικά σε αυτήν την ταινία ο ρόλος δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι συμμετέχω σε αυτήν την πολύ όμορφη, ελληνική ταινία. Είναι μία έξοχη στιγμή του Τάσου Μπουλμέτη που μας έχει χαρίσει την «Πολίτικη Κουζίνα». Μπορώ να πω, ότι είναι εφάμιλλη.
Συναισθήματα που δημιούργησε η ταινία: Ήταν πολλά και ανάμεικτα, από συγκίνηση μέχρι δάκρυα και πολύ γέλιο. Παρακολούθησα ένα υπέροχο έργο τέχνης και κινηματογράφου.
Γιατί πρέπει την ταινία να τη δούνε οπαδοί άλλων ομάδων: Είναι ταινία του ελληνικού κινηματογράφου. Δεν είναι μόνο ταινία για την ΑΕΚ. Έτσι όπως εξελίσσεται η ταινία, το γεγονός της νίκης της ΑΕΚ είναι μεν καθοριστικό, αλλά είναι και η αφορμή. Αφορμή να ανοίξουν και άλλες ματιές και για τη συγκεκριμένη εποχή, της Χούντας και για την πιο πίσω εποχή, αυτή της Μικρασιατικής Καταστροφης, αλλά και την τωρινή. Τα πράγματα έτσι θα έπρεπε να είναι. Οι φίλαθλοι πρέπει να είναι φίλαθλοι. Να μην έχουν φανατισμό και μίσος που προκαλείται από την εμπλοκή όλου του υπόκοσμου στο χώρο του ποδοσφαίρου. Αυτό είναι μία υπόμνηση για τις επόμενες γενιές. Είναι ένα ιστορικό γεγονός και πρέπει να μαθαίνουμε την ιστορία μας.
Γιώργος Μητσικώστας
Ποιον υποδύεται: Κάνω στην ταινία έναν ιδιοκτήτη πρακτορείου ΠΡΟΠΟ. Μέσα από το προποτζίδικο διαδρααμτίζονται διάφορες καταστάσεις που συνδέονται με τον χώρο της ταινίας. Δείχνει δηλαδή την παράλληλη κοινωνία με το αθλητικό γεγονός, το οποίο περιβάλλεται από κοινωνικά θέματα μέσα από τη μυθοπλασία. Για τον χώρο βρέθηκε προποτζίδικο... εποχής που βρίκεται στην Ομόνοια. Εκεί γυρίστηκαν οι σκηνές.
Συναισθήματα που δημιούργησε η ταινία: Δημιουργεί μία νοσταλγία. Όχι μόνο των αθλητικών γεγονότων του τότε, αλλά της παρέας του τότε. Της παρέας που γράφει ιστορία, της γειτονιάς. Του κόσμου, του καφενείου, του προποτζίδικου. Γενικά είχε μία εσωστρέφεια ο κόσμος. Υπήρχε χούντα τότε και δεν μπορούσες να εκδηλωθείς. Αλλά υπήρχε η γειτονιά με τη μορφή που την πρόλαβα και εγώ, γιατί έζησα στη Φιλαδέλφεια. Έχω τέτοιες παραστάσεις δηλαδή.
Γιατί πρέπει την ταινία να τη δούνε οπαδοί άλλων ομάδων: Κοιτάξτε, εγώ πιστεύω, πως η ιστορία ενός λαού και ενός τόπου, γράφεται μέσα από αθλητικά γεγονότα. Ο αθλητισμός είτε αυτό είναι μπάσκετ, είτε ποδόσφαιρο αντικατοπτρίζει όλη την κοινωνία. Αυτοί που παίζουν, οι παίκτες και οι φίλαθλοι που πάνε γήπεδο, είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Σήμερα οι περισσότεροι παίκτες είναι ξένοι, Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, Αμερικανοί. Δεν ξέρουν την ελληνική νοοτροπία. Δεν είναι όπως αυτούς που έχουν μείνει πολλά χρόνια και έχουν αφομοιωθεί, όπως ο αείμνηστος ο Γκέραρντ ή ο Μπάγεβιτς και κάποιοι άλλοι. Πιστεύω, ότι μέσα από την επιτυχία της ΑΕΚ, φαίνεται η Ελλάδα του τότε. Ο καθένας μπορεί να κάνει τον συνειρμό, ότι έχουμε γυρίσει ξανά στο τότε κατά μία έννοια. Έχουμε γυρίσει ξανά στην παρέα και τη γειτονίτσα. Αφουγκραζόμαστε τον διπλανό μας. Πάμε να χτυπήσουμε την πόρτα του γείτονα, να δούμε, αν είναι καλά, αν χρειάζεται τίποτα. Τα τελευταία 25-30 χρόνια, με την τεχνολογία, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και τις έξυπνες συσκευές, δεν ξέραμε τι γινόταν γύρω από το σπίτι μας. Η τηλεόραση σου έλεγε “απέξω από το σπίτι σου έπιασε φωτιά”. Φτάσαμε σε τέτοιο σημείο. Η ταινία έχει και...μυρουδιές, όπως παλαιότερα. Έβγαινες στη γειτονιά και μύριζες, ότι έψηνε μπριζόλες ο απέναντι. Ήξερες τον γείτονα, έπαιρνες έναν μεζέ, έφερνες και κέρναγες τσίπουρο ή μπύρες. Είχαμε φτάσει σε μία φοβία, για τον ποιον έχουμε δίπλα μας τα τελευταία χρόνια. Είναι ο διπλανός μας Έλληνας ή ξένος; Έμπαινε μετά ο ρατσιμός και η ξενοφοβία. Όλα αυτά δηλητηρίασαν την ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Πιστεύω όμως ότι ξαναγεννιέται αυτό το πράγμα. Σε επίπεδο παικτών βέβαια δεν πρόκειται να δούμε ξανά 5 Έλληνες να κερδίζουν 5 ξένους. Δεν θα το ξαναδούμε ποτέ ξανά αυτό. Μόνο στην Εθνική ομάδα. Σε συλλογικό επίπεδο ο Παναθηναϊκός είχε Διαμαντίδη, Αλβέρτη, ο Ολυμπιακός τον Σπανούλη, τον Παπαλουκά, ο ΠΑΟΚ τον Ρεντζιά. Τότε όμως ήταν 5 ελληνάκια καθαρά. Και όταν λέω Έλληνες, εννοώ παίκτες που έμαθαν το μπάσκετ στην Ελλάδα. Αυτοδίδακτοι και στην Ελλάδα. Μετά ήρθε ο Γκάλης και έφερε το αμερικάνικο στοιχείο. Πριν από αυτόν βέβαια υπήρξαν και Ελληνοαμερικάνοι που προπορεύτηκαν ο Κορδοπάτης, ο Ραμπίδης, ο Κάπος, ο Στεργάκος, ο Βίδας, ο Γιαντζόγλου. Η ταινία δείχνει, τι μπορεί να κάνει η ελληνική ψυχή μέσα στην Ελλάδα. Αυτό είναι το μήνυμα. Φεύγουν έξω επιστήμονες. Και καλά κάνουν μέσα στην κρίση. Αλλά για μένα πιο μάγκας είναι αυτός που μένει στην Ελλάδα και παλεύει με αυτό που βρίσκει εδώ. Να ξεκινήσει από το μηδέν και να κερδίσει τον Γολιάθ. Τι είναι αυτό; Μνημόνιο, κρίση; Δημιούργησε κάτι εδώ. Ο Μπουλμέτης έχει κάποια μηνύματα μέσα από το σενάριο. Εγώ τα αποκωδικοποιώ έτσι.