Τρία συμπεράσματα. Αυτά προκύπτουν από το τρίτο παιχνίδι της προημιτελικής σειράς στη "Nokia Arena". Πρώτον, ο Παναθηναϊκός πέταξε ένα ημίχρονο και μαζί τη δυνατότητα να πάρει ξανά το προβάδισμα στη σειρά. Δεύτερον, το μόνο που κατάφεραν οι Ισραηλινοί είναι να "αφαιρέσουν" μια... ζωή από τους "πράσινους" που πλέον παίζουν με την πλάτη στον τοίχο. Τρίτον, η Μακάμπι δεν... έχει τον Παναθηναϊκό.

Ας τα δούμε, όμως, πιο αναλυτικά:

α) Η Μακάμπι δεν... έχει τον Παναθηναϊκό

Οι "πράσινοι" ήταν κακοί στο πρώτο ημίχρονο. Κι είχε δίκιο ο Γιώργος που με πήρε τηλέφωνο μετά το ματς για να ρωτήσει "αν έχω ξαναδεί τόσο κακό αμυντικά Παναθηναϊκό". Η αλήθεια είναι ότι δεν θυμάμαι πολλές φορές μια ομάδα να δέχεται τόσα καλάθια (5 αν θυμάμαι καλά) με κόψιμο στην καρδιά της ρακέτας και να σκοράρει με την παραμικρή... ενόχληση.

Οι "πράσινοι" είχαν δύο σοβαρά προβλήματα: αφενός η άμυνα τους και αφετέρου η ευκολία με την οποία έδιναν τη μπάλα στον αντίπαλο. Σε ότι αφορά το πρώτο οι παίκτες του Ζέλικο Ομπράντοβιτς δεν έπαιξαν καθόλου καλή ατομική άμυνα στο low-post, με αποτέλεσμα η δημιουργία από εκείνο το σημείο να γίνεται με άνεση. Αν κι έπαιζαν με διπλή κάλυψη τον Σχορτσιανίτη, ο τελευταίος βρήκε... μπόσικο τον Ίαν Βουγιούκα (ο "Ζοτς" ήθελε να προστατεύσει τον Μπατίστ, ενώ ο Μάριτς είχε φορτωθεί με φάουλ) και κέρδιζε χώρο στο κέντρο, με αποτέλεσμα να βγαίνουν εύκολα φάσεις στον "Σόφο" που εκτελούσε ή έβρισκε εύκολα τον αμαρκάριστο συμπαίκτη του.

Είναι μια φάση θα πει κανείς, αλλά θεωρώ ότι είναι τυπικό δείγμα της... κακής αμυντικής ημέρας. Ο λόγος για το τρίποντο του Μπλου, που βρίσκει χώρο (έστω και στα 7.5 μέτρα) να σουτάρει μετά την πτώση του Καϊμακόγλου στο παρκέ. Ο Παναθηναϊκός τα "έτρωγε" κι αυτά. Όχι ότι είναι η πιο σημαντική φάση, αλλά είναι ενδεικτική της κατάστασης.

Το δεύτερο μεγάλο "κεφάλαιο" είναι τα λάθη. Το παιχνίδι ξεκίνησε με τον Παναθηναϊκό να κάνει εφτά και τη Μακάμπι κανένα, για να κλείσει η σχετική κόντρα στο 10-3 στο ημίχρονο. Μια μεγάλη διαφορά που έδωσε τη δυνατότητα στους γηπεδούχους να κάνουν περισσότερα σουτ και να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση. Όταν ο Παναθηναϊκός στο δεύτερο ημίχρονο σταμάτησε να... πουλάει τη μπάλα, αμέσως ισορρόπησε το παιχνίδι χωρίς να χρειαστεί να κάνει κάποια άλλη εντυπωσιακή αλλαγή στο παιχνίδι του.

Ο Ομπράντοβιτς επέλεξε να κλείσει το rotation και να χρησιμοποιήσει λιγότερους παίκτες, τους "μπαρουτοκαπνισμένους", αυτούς που εμπιστεύεται περισσότερο. Αποδείχτηκε, δε, ότι με τον Μπατίστ στο "5" (συν την ταυτόχρονη απουσία του Σχορτσιανίτη) έπαιζε πραγματικά καλά, όπως έγινε και στο μοναδικό υποφερτό του διάστημα στο πρώτο ημίχρονο.

Στο δεύτερο ημίχρονο οι "πράσινοι" άρχισαν να διαβάζουν καλύτερα στην άμυνα, έγιναν ταχύτεροι στις περιστροφές (με κοντύτερα σχήματα) και ισορρόπησαν το παιχνίδι. Χαρακτηριστικό ότι δέχτηκαν μόλις 24 πόντους σε αυτά τα 20 λεπτά. Το κακό για το "τριφύλλι", όμως, είναι ότι είχε πετάξει ήδη ένα ημίχρονο στο καλάθι των αχρήστων.

β) Η Μακάμπι πήρε από τον Παναθηναϊκό μια... ζωή

Πλέον οι "πράσινοι" παίζουν με την πλάτη στον τοίχο. Δεν έχουν περιθώριο για άλλη ήττα αν θέλουν να υπερασπιστούν τον τίτλο τους στο φάιναλ-φορ της Κωνσταντινούπολης. Κι αυτό δεν είναι καλό στον "ψυχολογικό" αγώνα. Ο Παναθηναϊκός έχει τώρα την πίεση. Και χρειάζεται δύο νίκες για να βγει από αυτή τη δύσκολη κατάσταση.

γ) Η Μακάμπι δεν... έχει τον Παναθηναϊκό

Μπορεί οι "πράσινοι" να είναι αυτοί που έχουν χάσει δύο παιχνίδια, αλλά βάσει της εικόνας κι όχι καθαρά των αποτελεσμάτων φαίνεται ότι η Μακάμπι δεν τους έχει... Δεν είναι καλύτερη, δηλαδή, στο παρκέ. Στο τρίτο παιχνίδι ακόμη κι όταν ήταν κακός ο Παναθηναϊκός παρέμενε μες στο παιχνίδι. Και χρειαζόταν απλά να "κόψει" τα λάθη για να μπει ξανά στη διεκδίκηση του ματς.

Στη "Νokia Arena" οι παίκτες του Ομπράντοβιτς χωρίς να έχουν υψηλά ποσοστά πήγαν το παιχνίδι στο ένα σουτ. Και μπορεί να είχαν κερδίσει αν την ώρα που στη Μακάμπι επικρατούσε τρικυμία δεν ερχόταν ως από μηχανής Θεός ο Ντέβιν Σμιθ για να βάλει το καθοριστικό τρίποντο. Κατά τη γνώμη μου αυτή ήταν η καθοριστική φάση του αγώνα, περισσότερο κι από το επιθετικό ριμπάουντ και το καλάθι του Ρίτσαρντ Χέντριξ.

Η Μακάμπι χωρίς τον Σχορτσιανίτη δεν... γεμίζει το μάτι. Γίνεται πολύ προβλέψιμη και στηρίζεται στη δημιουργικότητα του Λάνγκφορντ, στις εξάρσεις του Οχαγιόν (που συνήθως παρασύρεται και το παρακάνει) και σε παιχνίδια για τους Μπλου-Σμιθ, τα οποία δεν είναι και τα πιο... αποτελεσματικά εδώ που τα λέμε.

Όσο για την περίφημη άμυνα της; Η ματς-απ ζώνη που αποτελεί το σήμα-κατατεθέν του Ντέιβιντ Μπλατ είναι μια άμυνα που αφαιρεί από τον αντίπαλο τη δυνατότητα να "χτυπήσει" στα πρώτα δευτερόλεπτα της επίθεσης. Αντίθετα τον υποχρεώνει να διαβάσει για να βρει τα μις-ματς. Αυτό, βέβαια, είναι κάτι που κάνει ο Παναθηναϊκός. Το ουσιαστικό πρόβλημα είναι ότι οι "πράσινοι" φαίνονται πλέον ικανοί να χτυπήσουν μόνο στο πλεονέκτημα τους μακριά από το καλάθι, διότι μακριά από αυτό οι τρεις χειριστές δεν αποτελούν πραγματικές απειλές για να περάσουν τον αντίπαλο τους και να δημιουργήσουν ρήγμα. Κι ο Καλάθης που μπορεί να το κάνει, φαίνεται τις περισσότερες φορές να μην "κοιτάει" καν τη στεφάνη.

Από την Τρίτη το πρόβλημα του Παναθηναϊκού φαίνεται να είναι επιθετικό. Όντως οι "πράσινοι" δεν ήταν καλοί. Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους ήταν ουσιαστικά ο γκαρντ που... έλειψε την Τρίτη. Αυτός συνήθως έχει το ρόλο να "ξεκλειδώνει" την αντίπαλη άμυνα συνδυάζοντας δημιουργία και εκτέλεση, παίρνοντας το φορτίο από τις πλάτες του Διαμαντίδη και καλύπτοντας έτσι την "αφλογιστία" του Καλάθη. Ο Σάρας δεν ήταν καλός σε αυτό το ματς και ο Ομπράντοβιτς δεν τον εμπιστεύτηκε πολύ στο δεύτερο ημίχρονο.

Αντίθετα άφησε μέσα στα δύο τελευταία δεκάλεπτα τον Νικ Καλάθη. Προφανώς κάτι περισσότερο θα ήξερε κι οι λόγοι σύμφωνα με τους οποίους μπορεί να ερμηνευτεί αυτή η επιλογή του είναι δύο: αφενός γιατί έκανε καλή αμυντική δουλειά σε ατομικό επίπεδο απέναντι σε Λάνγκφορντ και Οχαγιόν (η Μακάμπι είχε στο μεγαλύτερο διάστημα αυτούς τους δύο μαζί στο παρκέ) και αφετέρου διότι είναι ο μοναδικός περιφερειακός που μπορεί να "τρυπήσει" την άμυνα, μπορεί δηλαδή να περάσει τον αντίπαλο του και να δημιουργήσει ρήγματα. Κι ο Παναθηναϊκός το χρειαζόταν αυτό χθες απέναντι στη συγκεκριμένη άμυνα της Μακάμπι με τις πολλές αλλαγές, ειδικά όταν ο Διαμαντίδης (με τα 32 χρόνια στην πλάτη και τα +30 λεπτά στα πόδια) δεν ήταν "φρέσκος" για φάσεις ένας-ένας.

Οπότε έτσι εξηγείται κι η παρουσία του Καλάθη στην τελευταία επίθεση, παρότι θεωρητικά δεν είναι καλός σουτέρ (δεν είδα κάποιο... κακό σουτ βέβαια): ο Παναθηναϊκός χρειαζόταν κι έναν παίκτη να περάσει. Συν του ότι ο Παναθηναϊκός συνηθίζει να τελειώνει τα ματς με αυτόν στο παρκέ γιατί μπορεί να κερδίσει φάουλ, να βάλει βολές και κυρίως να δημιουργήσει. Το μπάσκετ δεν είναι σκορ. Για να σουτάρει κάποιος, πρέπει κάποιος άλλος να αναγκάσει την άμυνα να κινηθεί.

Πηγή: sport24.gr