Όταν τον ρώτησαν εάν ο αποκλεισμός των Μπακς από τη διεκδίκηση του φετινού τίτλου ΝΒΑ ισοδυναμεί με αποτυχία, ο… καθηγητής Giannis ανέβηκε στην έδρα και με λέξεις ευγενικές, αλλά που τσακίζουν κόκκαλα έβαλε τους πάντες στις θέσεις τους.
-Έρικ…, είπε, απευθυνόμενος στον δημοσιογράφο που μόλις του είχε πετάξει την καυτή πατάτα. «Πες μου την αλήθεια: εσύ, κάθε χρόνο στη δουλειά σου παίρνεις και από μία προαγωγή; Όχι. Πως μπορείς τότε να με ρωτάς εάν μία ήττα είναι αποτυχία; Στον αθλητισμό, δεν μπορείς πάντα να κερδίζεις: απλά μία ήττα είναι το απαραίτητο στάδιο για να φτάσεις στην επιτυχία».
Λόγια μεγάλα, από έναν Μεγάλο, άνθρωπο πρώτα και μετά μπασκετμπολίστα. Ένα ηθικό δίδαγμα, για τις αρχές και τις αξίες του αθλητισμού που ο Αντετοκούνμπο φρόντισε να εξηγήσει ακόμη περισσότερο χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα μία από τις αγαπημένες ατάκες του μεγαλύτερου όλων, Μάικλ Τζόρνταν.
«Θυμάστε, τι είχε πει: στην καριέρα μου αστόχησα σε περισσότερα από 9.000 σουτ, έχασα σχεδόν 300 παιχνίδια. Οι συμπαίκτες μου, μου ανέθεσαν την κρίσιμη βολή 26 φορές, και την έχασα. Γι’ αυτό, και στο τέλος τα κέρδισα όλα. Και το’ πε κάποιος που έπαιξε 15 χρόνια στο ΝΒΑ και που κέρδισε 6 τίτλους: δηλαδή, Έρικ, σημαίνει ότι απέτυχε στους υπόλοιπους 9;…». Λόγια σοφά, που τσακίζουν κόκκαλα, αλλά που παράλληλα ανοίγουν ορίζοντες εκεί που ξαφνικά γύρω σου, τα βλέπεις όλα σκούρα.
Και είναι αδιανόητο εάν σκεφτούμε ότι αυτόν τον Μεγάλο, άνθρωπο πρώτα και μετά μπασκετμπολίστα τον είχαμε επί χρόνια, εδώ, στο σπίτι μας. Όταν όμως ήταν εδώ, άγνωστος, άσημος και πάμφτωχος μπαινοέβγαινε στα αυτόφωρα για μία χούφτα λαθραίων cd. Και δυστυχώς, δεν ήταν το μοναδικό παράδειγμα παντελούς ανικανότητας των εκάστοτε αρμοδίων να εκτιμήσουν τι είχαν μες στο σπίτι τους και τον άφησαν να φύγει.
Αστικοί μύθοι ή απλά υπερβολές, επειδή όμως όπου καπνός, συνήθως υπάρχει και φωτιά, ακούστηκε, γράφτηκε ή λέγεται ότι ακούστηκε πως κάποτε ο Πιτ Σάμπρας πήγε στον Όμιλο Αντισφαίρισης Αθηνών, εδώ στο Ζάππειο για να παίξει τένις. Λέγεται ότι τον «έκοψαν» και ότι του πρότειναν ευγενικά ν’ αλλάξει άθλημα, εκείνος όμως επέμεινε και με τη μαγική του ρακέτα θα κατακτούσε ύστερα 7 Ουϊμπλεντον, 5 Us Open, 2 Australian Open. Κανένα Ρολάν Γκαρός, αλλά ελάχιστα ενδιαφέρει.
Αστικός μύθος ή όχι, και η περίπτωση του Καρλ Χάιντζ Ρουμενίγκε που ακολουθούσε τον στρατιωτικό μπαμπά του από δω κι από κει στην Ευρώπη. Βρέθηκε και στην Ελλάδα, δοκιμάστηκε από την ΑΕΚ, «κόπηκε» και μετά μεγαλούργησε το ίδιο σε Ίντερ, Μπάγερν Μονάχου κι εθνική Γερμανίας. Το ίδιο κι ο Βραζιλιάνος Ρονάλντο, κάποτε με την Καλαμάτα: αυτό όμως τον πείσμωσε ακόμη περισσότερο να γίνει το «Φαινόμενο» που έγινε ύστερα σε Αϊντχόφεν, Μπαρτσελόνα, Ίντερ, Ρεάλ Μαδρίτης και Σελεσάο.
Τώρα που το σκεφτόμαστε καλύτερα, ευτυχώς που έφυγαν και μπόρεσαν ν’ ανοίξουν τα φτερά τους οπουδήποτε αλλού, εκτός Ελλάδος. Εκεί όπου υπάρχουν καταρτισμένοι επαγγελματίες που έχουν μάθει να εκτιμούν με σωστά, αξιοκρατικά κριτήρια το ρεαλιστικό ταλέντο του καθενός. Είτε λέγεται Σάμπρας, είτε Αντετοκούνμπο…