Η ωραία Ελένη του (Ελένη Κόντου) ήταν η ψυχοκόρη της μαμής του Αμαρουσίου. Η θετή της μητέρα Ασπασία Τερζοπούλου ήταν πολύ πλούσια και δύστροπη.
Οι συντοπίτες της, τη φώναζαν με το παρατσούκλι «Τούρλιανη» και ονειρευόταν για την κόρη της έναν πολύ πλούσιο και σπουδαίο γαμπρό. Ο Λούης δεν είχε καμμιά ελπίδα. Ήταν φτωχός και αγράμματος.
Με το ζόρι είχε πάρει το απολυτήριο του δημοτικού, αφού τα γράμματα δεν τα έπαιρνε. Δύο φορές είχε μείνει στην ίδια τάξη και συνεχώς έτρωγε τιμωρίες για τις αταξίες του.
Είχε απελπιστεί γιατί η στρυφνή πεθερά του δεν ήθελε ούτε το όνομα του να ακούει. Ώσπου η Ελένη άκουσε για τον μαραθώνιο και όλο το θόρυβο που γινόταν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και ειδικά για αυτό το αγώνισμα και κατέβασε την φαεινή ιδέα: “Αν τρέξεις και νικήσεις, δεν μπορεί να πει όχι”.
Αυτό ήταν: η ιδέα σφήνωσε στο μυαλό του και λίγες μέρες αργότερα στεκόταν μπροστά στον αθλίατρο αξιώνοντας το δικαίωμα της συμμετοχής. Δεν ανήκε σε σύλλογο, δεν είχε προπονητή, δεν ήξερε καν τη διαδρομή.
Παραλίγο …εκτός
Ο Λούης μπήκε την τελευταία στιγμή στη λίστα των αθλητών της ελληνικής ομάδας, μετά από προτροπή του προέδρου της επιτροπής του Μαραθωνίου.
Είχε τερματίσει μόλις πέμπτος στους δεύτερους προκριμματικούς αγώνες και τίποτα δεν έδειχνε ότι μπορούσε να πρωταγωνιστήσει στους Ολυμπιακούς.
Όμως ο αρμόδιος του αγωνίσματος, ταγματάρχης Γιώργος Παπαδιαμαντόπουλος, ήταν διοικητής του Λούη όταν υπηρετούσε τη θητεία του στο στρατό.
Εγγυήθηκε προσωπικά για τη μεγάλη του αντοχή στο τρέξιμο, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Από τους Αμπελόκηπους τον έστελνα στο Σύνταγμα για τσιγάρα και γυρνούσε σε είκοσι λεπτά».
spyros louis kypello mtx
Το χρονικό της κούρσας του Λούη
Η διαδρομή ήταν 40 χιλιόμετρα και η αφετηρία ήταν στο Μαραθώνα και ο τερματισμός στο Καλλιμάρμαρο.
Στις 10 Απριλίου του 1896 (ή στις 29 Μαρτίου, σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο που ήταν τότε σε χρήση στην Ελλάδα), στις δύο η ώρα το μεσημέρι, τέσσερις ξένοι αθλητές, δώδεκα Ελληνες και ο νερουλάς από το Μαρούσι ήταν στημένοι στο σημείο εκκίνησης.
Οι αθλητές βρίσκονταν εκεί από το προηγούμενο βράδυ και σύμφωνα με την παράδοση ο Λούης όλη τη νύχτα προσευχόταν. Όλοι θα έτρεχαν για το μετάλιο και εκείνος για την Ελένη.
Ο Γάλλος Αλμπέν Λερμιζιό, που είχε πάρει και χάλκινο στα 1500 μέτρα, τέθηκε από νωρίς επικεφαλής της κούρσας.
Αυτό όμως δεν προβλημάτισε τον Λούη. Στο Πικέρμι σταμάτησε σε ένα καφενείο και ζήτησε να πιει ένα ποτήρι κρασί, διαβεβαιώνοντας τους πάντες ότι θα νικήσει.
Μετά το 32ο χιλιόμετρο ο Λερμιζιό κατέρρευσε από την εξάντληση και το προβάδισμα πήρε ο Αυστραλός Τέντι Φλακ, ένας λογιστής που κατοικούσε στο Λονδίνο. Είχε κι αυτός να επιδείξει ένα μετάλλιο, τόσο στα 800 όσο και στα 1500 μέτρα.
Ο Λούης άρχισε να μειώνει την απόσταση, ώσπου και ο Αυστραλός, που δεν ήταν συνηθισμένος σε τόσο μεγάλες αποστάσεις, κατέρρευσε μερικά χιλιόμετρα αργότερα, αφήνοντας το τελικό προβάδισμα στο φουστανελά Λούη. Διαβάστε το υπόλοιπο θέμα στο mixanitouxronou.gr