Ο Μοχάμεντ Άλι ήταν ένας κοινωνικός ηγέτης. Και ως πυγμάχος είχε τον τίτλο του Greatest.

Γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς*

Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, κατανοούσε και ζούσε το άθλημά του όχι μόνο με όρους ανταγωνισμού και κατάκτησης της νίκης. Ήθελε να αφήσει το αποτύπωμά του και χρησιμοποιούσε την πυγμαχία για να επικοινωνεί με τους ανθρώπους. Στάθηκε πάντα στην πλευρά των πιο αδύνατων.

Ο Μοχάμεντ Άλι το 1960 ήταν ακόμη ο Κάσιους Κλέι από το Λούισβιλ, ένας 18χρονος με εκπληκτικά αθλητικά προσόντα, ο οποίος φορώντας τα χρώματα των ΗΠΑ κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης το 1960. Ήταν γνωστός για την εκρηκτικότητά του, την ανυπέρβλητη αυτοπεποίθησή του και την ρυθμικότητα των κινήσεών του, αλλά όχι για την πολιτική του θέση.

Μέχρι το 1964 ήταν ο παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών. Το 1964 ήταν επίσης η χρονιά που προσχώρησε στο Έθνος του Ισλάμ ─που καθοδηγούσε ο Μάλκολμ Χ─ και άλλαξε το όνομα του σε Μοχάμεντ Άλι. Η κίνηση αυτή σοκάρισε ένα μεγάλο μέρος λευκών Αμερικανών που παρακολουθούσαν την καριέρα του, αλλά δεν συγκρίνεται με την αντίδραση που προκλήθηκε, όταν ο Άλι αρνήθηκε να καταταγεί στον αμερικανικό Στρατό το 1967, επικαλούμενος τα θρησκευτικά του πιστεύω και την αντίθεσή του στον πόλεμο του Βιετνάμ. Και στον πυρήνα αυτής της αντίθεσης υπήρξε η ταυτότητά του, σαν μαύρου μουσουλμάνου άντρα στην Αμερική.

Ο Άλι ήταν τόσο αποφασισμένος να υπερασπιστεί αυτά που πίστευε, όσο ήταν αποφασισμένος να κυριαρχεί επί των αντιπάλων του στο ρινγκ. Αλλά αντί για 15 γύρους, αυτός ο αγώνας διήρκεσε 3,5 χρόνια και είχε ένα βαρύ τίμημα, που κανένας σημερινός αθλητής δεν θα μπορούσε να διανοηθεί. Το αμερικανικό κατεστημένο του αφαίρεσε τον τίτλο του, του απαγόρευσε να πυγμαχεί και του στέρησε κάθε πηγή εισοδήματος, σε μία ηλικία των 25-28 ετών που θεωρείται η πιο παραγωγική για έναν αθλητή.

Πριν από αυτόν, μαύροι αθλητές όπως ο Τζέσε Όουενς και ο άσος του μπέιζμπολ Τζακ Ρόμπινσον, αναγκάστηκαν να κάνουν σημαντικές υποχωρήσεις για να συνεχίσουν να αγωνίζονται στο ανώτατο επίπεδο, συμβιβαζόμενοι με το ότι αντιπροσώπευαν ένα ανεκτό επίπεδο του μαύρου χρώματος για τους λευκούς οπαδούς.

Μετά από αυτόν, ο δρόμος είχε ανοίξει. Το 1968, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού οι σπρίντερς Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος, ύψωσαν τη γροθιά τους στην τελετή ανάκρουσης του εθνικού ύμνου των ΗΠΑ.

Ο αγώνας του Μοχάμεντ Άλι δεν έγινε εύκολα κατανοητός και αποδεκτός. Για να κερδίσει τη διεθνή αποδοχή και να γίνει ένα μέρος της ιστορίας, χρειάστηκε ─ενάντια σε όλες τις προβλέψεις-να νικήσει τον Τζορτζ Φόρμαν στο Ζαΐρ το 1974 εφαρμόζοντας την τακτική rope a dope─ σε έναν αγώνα που οι στοιχηματικές εταιρείες έδιναν αποδόσεις 40:1 εναντίον του.

Του αφιρέθηκε ή έχασε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή τρεις φορές και άλλες τόσες τον επανάκτησε.

Υπολογίζεται ότι κατά την διάρκεια της καριέρας του είχε δεχτεί 200.000 χτυπήματα.

ΣΥΝΑΝΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΑΡΑΝΤΟΝΑ

Ο Ντιέγκο Μαραντόνα ήταν ένας κοινωνικός ηγέτης που έγινε θρύλος του ποδοσφαίρου. Οι αγώνες του για κοινωνική δικαιοσύνη και απελευθέρωση του παγκόσμιου Νότου από τον Βορρά, είναι εξίσου γνωστοί με την ποδοσφαιρική του ιδιοφυία.

Ο Μοχάμεντ Άλι και ο Ντιέγκο Μαραντόνα, εξέφραζαν δύο διαφορετικά ρεύματα του παγκόσμιου προοδευτικού κινήματος.

Ο Μοχάμεντ Άλι εξέφραζε τα κινήματα των ανθρωπίνων και φυλετικών δικαιωμάτων, των ταυτοτήτων, το αντιπολεμικό ρεύμα. Εξέφραζε τον εσωτερικό αντιιμπεριαλισμό στις ΗΠΑ, τη δεκαετία του ’60, μέσα από την εναντίωση στον πόλεμο του Βιετνάμ. Αυτά για τα οποία αγωνίστηκε ο Μοχάμεντ Άλι υπάρχουν και σήμερα στις ΗΠΑ, τα νέα κοινωνικά κινήματα ταυτοτήτων, ο αντιρατσισμός του Black Lives Matter, τα αιτήματα για κοινωνική δικαιοσύνη κ.λπ. Είναι αυτό που χαρακτηρίζει πάντα την αμερικανική Αριστερά, πολλά κινήματα, μικρή πολιτική δυνατότητα παρέμβασης. Με ευρωπαϊκούς όρους, είναι ένας χώρος που βρίσκεται πιο κοντά στη ριζοσπαστική Αριστερά.

Ο Ντιέγκο Μαραντόνα, εξέφραζε πάντα τον Νότο. Τον παγκόσμιο Νότο και τον Νότο μέσα στις χώρες του κέντρου του συστήματος. Για τον λόγο αυτόν, ήταν ένας δηλωμένος αντιιμπεριαλιστής που κατανοούσε ότι η υπέρβαση Βορρά-Νότου θα μπορούσε να υπάρξει μόνο μέσα από επαναστάσεις, όχι στο κέντρο του συστήματος, αλλά στην περιφέρειά του και κυρίως στην αγαπημένη του Λατινική Αμερική.

Σήμερα στην Ευρώπη, δεν υπάρχουν πολιτικοί οργανισμοί που να βρίσκονται κοντά στα πολιτικά πρότυπα του Μαραντόνα. Τα κομμουνιστικά κόμματα βρίσκονται σε παρακμή και ο αντιιμπεριαλιστικός σοσιαλισμός, έχει εκφυλιστεί σε σοσιαλδημοκρατία.

Ωστόσο, όσο υπάρχει Βορράς και Νότος στον κόσμο και σε κάθε χώρα ξεχωριστά, τα παραδείγματα του Μοχάμεντ Άλι και του Ντιέγκο Μαραντόνα θα εξακολουθούν να είναι ζωντανά.

O Βαγγέλης Χωραφάς, διευθυντής της ιστοσελίδας γεωπολιτικής https://www.geoeurope.org/,