Ο Τζεράλντο «Τζέρι» Τομάζο Ντε Λουϊζ, μετέπειτα γνωστός ως «Μπαρτ Γιανγκ», παρατσούκλι που σκαρφίστηκε επί τόπου μόλις η φημισμένη Actors Studio του κοινοποίησε ότι είχε περάσει το δοκιμαστικό, άρα έπρεπε να επιλέξει ένα «καλλιτεχνικό» όνομα. Μπαρτ, σκέφτηκε εκείνος προς τιμή του αγαπημένου του ηθοποιού Λάνκαστερ και Γιανγκ, όπως ο επίσης αγαπημένος του τραγουδιστής.
Ο Μπαρτ Γιανγκ, που έφυγε από τη ζωή στις αρχές Οκτωβρίου, στα 83 του είχε γεννηθεί στο Κουϊνς, στη Νέα Υόρκη στις 30 Απριλίου του ’40 από Ιταλούς μετανάστες που μόλις είχαν αφήσει το Μπάρι για ένα καλύτερο αύριο. Όπως συνέβη και με τα περισσότερα, ιδιαιτέρως ανήσυχα παιδιά της εποχής του και ο μικρός Τζεράλντο βρήκε αμέσως στο μποξ τη μοναδική διέξοδος για να γλιτώσει από σοβαρότερες περιπέτειες. Έμαθε τα μυστικά της πυγμαχίας στη φημισμένη σχολή του Κους Ντ’ Αμάτο, του ιδίου που μεταξύ άλλων είχε ανακαλύψει και το ταλέντο του Μάικ Τάισον, έπαιξε και σε 34 παιχνίδια ελαφρών βαρών, διηγιόταν με υπερηφάνεια ότι ηττήθηκε μόνο σε δύο, στο πρώτο και το τελευταίο και μετά την παράτησε γιατί ο χώρος τότε δεν είχε λεφτά και, για να ζήσει στρατολογήθηκε στους Marines.
Υπηρέτησε τον «Uncle Sam» έως τα 30 του, μάλιστα τα δύο τελευταία χρόνια ως μόνιμος στη ιαπωνική βάση της Οκινάουα, μετά όμως βαρέθηκε και τη στολή και πήρε σβάρνα τα Νέο- γιορκέζικα φαστφουτάδικα στην αναζήτηση δουλειάς σερβιτόρου. Σ’ ένα απ’ αυτά γνώρισε κάποια Νόρμα, την ερωτεύτηκε σφόδρα, εκείνη όμως όχι, γιατί το μόνο της όνειρο ήταν να κατακτήσει το Χόλιγουντ και το μόνο της μέλημα να μαζέψει λεφτά για να φοιτήσει στην Actors Studio του Λι Στράζμπεργκ που εφάρμοζε στην εντέλεια τη μέθοδο Στανισλάβσκι.
Με τον Τζεράλντο μιλούσε με τις ώρες, του εκμυστηρευότανε τις ανησυχίες και τα όνειρά της, και εκείνος, που δεν είχε ιδέα ούτε από Στράζμπεργκ, ούτε και από Στανισλάβσκι, για να μην φανερώσει την ασχετοσύνη του απλά περιοριζόταν, με το κεφάλι του σε απλά νεύματα συγκατάθεσης. Μία ωραία, λοιπόν ημέρα αποφάσισε να γράψει γράμμα σ’ αυτόν τον… Στράζμπεργκ λέγοντάς του ότι μπορεί να μην είχε ιδέα από υποκριτική, είχε όμως από την πραγματική ζωή. Ήταν ένας τρόπος να δοκιμάσει να μπει στην Actors Studio και αν τα κατάφερνε, από μέσα θα μπορούσε ύστερα να βοηθήσει και την αγαπημένη του Νόρμα. Ήξερε ότι δεν είχε καμία ελπίδα, ήξερε όμως επίσης ότι δεν είχε τίποτα να χάσει. Και όμως, ο Στράζμπεργκ ενθουσιάστηκε, τον κάλεσε για δοκιμαστικό και όχι μόνο τον δέχτηκε, αλλά τον έστειλε σχεδόν αμέσως για τον πρώτο του, μικρό ρόλο στο Chinatown του Ρομάν Πολάνσκι. Όσον αφορά στη Νόρμα, εκείνος έκανε ό,τι μπορούσε. Της έκλεισε δοκιμαστικό, αλλά δυστυχώς δεν την πήραν.
Στο μεταξύ είχε γίνει φίλος με τον Τζακ Νίκολσον, τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, τον Τζέιμς Κάαν και τη Φέι Ντάναγουεϊ. Η καριέρα του όμως απογειώθηκε το ’76 με το «Ρόκι» και την ερμηνεία του ως Πόλι, τον μεγάλο αδελφό, άξεστο και μονίμως μεθυσμένο της Έϊντριαν, την αιώνια αγαπημένη του Μπαλμπόα.
Ο τότε μάνατζέρ του τον συμβούλεψε να μην δεχτεί τον ρόλο, γιατί δεν θα του εξασφάλιζε ούτε λεφτά, ούτε και καριέρα. Εκείνος όμως ενθουσιάστηκε και το δέχτηκε χωρίς δεύτερη σκέψη υπογραμμίζοντας ότι μπορεί να μην έχει λεφτά, είναι όμως το ωραιότερο και πλέον αληθινό σενάριο που διάβασα. Παρεμπιπτόντως, εκείνη τη χρονιά είχε προταθεί και για Oscar δεύτερου ανδρικού ρόλο, χάνοντάς το τελικά από τον Τζέισον Ρόμπαρντ στο «Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου».
Στο «Ρόκι», το σενάριο του οποίου ο Σταλόνε έγραψε μέσα σε τρεις μόλις ημέρες αντλώντας την έμπνευσή του από την αληθινή συνάντηση του αουτσάιντερ, Τσακ Ουέπνερ που, αφού έριξε στο καναβάτσο δύο φορές ολόκληρο Μουχάμεντ Άλι άντεξε όρθιος 15 γύρος, τελικά χάνοντας μόνο στα σημεία, ο Μπαρτ Γιανγκ είχε, πίσω από τις κάμερες τον ουσιαστικό ρόλο του προπονητή. Του ανθρώπου που, όπως επαναλάμβανε συχνά είχε μάθει τον Σταλόνε να κουνήσει τα τσιμεντένια πόδια του στο ρινγκ, αλλά και διδάξει το πως επιτέλους δίνεται και μία, κανονική, αντρική μπουνιά. Έκτοτε, συνεργάστηκαν σε άλλα τέσσερα «Ρόκι», μέχρι που κουράστηκε και ζήτησε από τον σεναριογράφο να τον πεθάνουν, απαιτώντας στον κινηματογραφικό του μνήμα να του φέρει ο ίδιος ο Μπαλμπόα ένα μπουκάλι ουίσκι…