Είκοσι οκτώ χρόνια μετά τον πλέον συναρπαστικό τελικό στην ιστορία του παγκοσμίου ράγκμπι, ανάμεσα στη Νότιο Αφρική και τη Νέα Ζηλανδία, μία ξαφνική και ανώνυμη μαρτυρία ήρθε να προκαλέσει εύλογα ερωτήματα, απορίες, αλλά και αμφιβολίες γύρω από το πόσο, πράγματι ήταν «καθαρό» το 15-12, στην παράταση με το οποίο η χώρα του «Ουράνιου Τόξου» είχε λυγίσει τους ανίκητους «All Blacks» κατακτώντας τον πρώτο παγκόσμιο τίτλο της ύπαρξής τους. Το άξιζαν στ’ αλήθεια ή ξέκαναν με… woo-do και δηλητηριασμένα τρόφιμα ή ροφήματα τους θηριώδεις αντιπάλους τους;
Σύμφωνα με ανώνυμη μαρτυρία, συνέβη το δεύτερο. Και πρόκειται για μία πηγή αξιόπιστη, γιατί πολύ κοντά σε κάποια Σούζι, μίας σερβιτόρας που προσελήφθη για μία μέρα, και μετά εξαφανίστηκε από προσώπου γης, από το ξενοδοχείο όπου οι Νέο Ζηλανδοί πραγματοποίησαν το τελευταίο τους δείπνο πριν τον μεγάλο τελικό της 24ης Ιουνίου του 1995, στο Τζοχάνεσμπουργκ.
Η θεωρία της μαζικής, τροφικής δηλητηρίασης, εμμέσως, πλην, σαφώς την εποχή εκείνη είχε επισημανθεί τόσο από τον ιατρό της ομάδας, Μάικ Μπόουεν («δεν έχω τις αποδείξεις, αλλά δεν είναι δυνατόν δύο μέτρα άνθρωποι, δυνατοί σαν σιδερένιες ντουλάπες να γονατίζουν, ο ένας μετά τον άλλον από ξαφνικούς πονόκοιλους»), όσο από τον διαιτητή του τελικού Εντ Μόρισον που είχε αμέσως παρατηρήσει μία ανώμαλη ροή ιδρώτα στα ροδοκοκκινισμένα πρόσωπα των «All Blacks», υπερβολική και ασυνήθιστη για μόλις πέντε λεπτά αγώνα.
Ανεξάρτητα από τις όποιες θεωρίες συνωμοσίας ή μπορεί και πραγματικότητας, και μέχρι την ημέρα του θριάμβου της Ελλάδας του Ρεχάγκελ στο ποδοσφαιρικό Euro 2004, επί εννέα χρόνια εκείνο το Νότιος Αφρική- Νέα Ζηλανδία 15-12 θεωρείτο και θεωρήθηκε η μεγαλύτερη έκπληξη όλων των εποχών, όχι μόνο στον κόσμο της οβάλ μπάλας, αλλά γενικότερα ολόκληρης της Ιστορίας του παγκόσμιου αθλητισμού. Και δικαίως, για χίλιους δύο λόγους.
Γιατί οι Νότιο Αφρικανοί, αποβλημένοι από τη ΔΟΕ από το ’60 έως και το ’92 λόγω της πολιτικής του Απαρτχάιντ απαγορευόταν να παίξουν καλά, καλά με μία στρογγυλή μπάλα, πόσο μάλλον με μία οβάλ. Γιατί ουδέποτε είχαν υπάρξει υπερδύναμη του ράγκμπι. Γιατί απέναντί τους είχαν τους κατόχους του τίτλου, όσο τον θρυλικό Τζοχάν Λόμου, ένα θηρίο 196 εκ. επί 120 κιλών, ικανό να τρέξει τα 100μ. σε 11’’.2. Κυρίως γιατί, η ομάδα που τελικά θα στεφόταν παγκόσμια πρωταθλήτρια είχε συσταθεί, από το πουθενά μόλις ένα χρόνο νωρίτερα.
Είχαν όμως στο πλευρό τους τον Νέλσον Μαντέλα, το όραμά του να ενώσει με μία μπάλα, ασχέτως σχήματος τους μαύρους και τους λευκούς μονίμως υπό τον κίνδυνο ενός ακόμη εμφυλίου πολέμου. Είχαν τη μεταφορική, ευλογία, αλλά και «κατάρα» του να κερδίσουν πάση θησεία, με οποιοδήποτε τρόπο ή κόστος τον τίτλο, γιατί μόνο έτσι τα 43εκ. του λαού θα μπορούσε να ξανά αποκτήσει την αυτοπεποίθηση και την αναγνώριση του παρελθόντος όταν η Νότιος Αφρική, και το Κιαλάμι βρίσκονταν στο επίκεντρο του κόσμου για το δυσκολότερο γκραν- πρι στην Ιστορία της Φόρμουλα 1.
Το όραμα, η ευλογία και μαζί η «κατάρα» του Μαντέλα, η προστακτική, σχεδόν παραγγελία του για νίκη αποτυπώθηκαν με τον καλύτερο τρόπο στην ταινία «Invictus», ένα από τα αθλητικά αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου με τη σκηνοθεσία του Κλιντ Ίστγουντ και την ερμηνεία του Μόργκαν Φρίμαν, στο ρόλο του Μαντέλα και του Ματ Ντέιμον σ’ εκείνο του Φρανσουά Πίεναρ, αρχηγού των «Springboks».
Ειρωνεία της τύχης, ότι 28 χρόνια μετά την έκπληξη των εκπλήξεων, και αφού στο μεταξύ η Νότιος Αφρική έμαθε τόσο καλά ράγκμπι που στέφθηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια τόσο το 2007, στη Γαλλία, όσο το 2019, στη Ιαπωνία κατέκτησε το Σάββατο και πάλι στη Γαλλία (Stade de France) τον 4ο τίτλο της Ιστορίας νικώντας ξανά τους «All Blacks» αυτή τη φορά 12-11, με τη σειρά τους ηττημένους για 2η φορά σε τέσσερις τελικούς. Χωρίς συνωμοσίες και δηλητηριασμένα δείπνα, καθαρά και ξάστερα όπως θα ήθελε, από κει ψηλά και ο άνθρωπος που νίκησε και κατήργησε το Απαρτχάιντ…