Για ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο, λοιπόν ο Γάλλος βαρόνος μπορεί να θεωρείται ο κατεξοχήν «πατέρας» των Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, όχι όμως για τη Γαλλία. Ούτε και για το Παρίσι, που σε 130 ημέρες θα φιλοξενήσει για 3η φορά, ύστερα από εκείνες του 1900 και του ’24, προ ακριβώς ενός αιώνα τη διοργάνωση «βασίλισσα» στον κόσμο του αθλητισμού.

 

 Ποιος είναι όμως ο λόγος ή οι λόγοι που στην επίσημη ιστοσελίδα «Paris2024.org» κρατούνται αποστάσεις από τον διάσημο, Παριζιάνο παιδαγωγό που το 1892, σε αίθουσα της φημισμένης Σορβόννης ανακοίνωνε την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων και, δύο χρόνια αργότερα, πάντα στο ίδιο Πανεπιστήμιο, την ίδρυση της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής;

 Οι απόψεις διίστανται. Μέχρι τη δεκαετία του ’60 επικρατούσαν οι θεωρίες περί ρατσισμού γιατί, για τον Ντε Κουμπερτέν δεν υπήρχε τελειότερη φυλή από την Άρια. Αν και, το 1908 τάχθηκε υπέρ του Αμερικανού σπρίντερ Ντριού, τον οποίο η ομοσπονδία του είχε αποκλείσει από τον τελικό των 100μ., στο Λονδίνο, γιατί ήταν μαύρος.

 Κατηγορήθηκε επίσης για μισογυνισμό, γιατί τάχθηκε εξ αρχής κατά της παρουσίας των γυναικών στους αγώνες στίβου προσθέτοντας μάλιστα πως «δεν υπάρχει πλέον αποκρουστικό θέαμα από ένα γυναικείο σώμα». Από την άλλη όμως, ήταν ο πρώτος που το 1900, στο Παρίσι επέτρεψε σε 22 γυναίκες να λάβουν μέρος  σε αγώνες γκολφ, τένις, ιστιοπλοΐας και κρόκετ εξαπλασιάζοντας ύστερα τον αριθμό των συμμετοχών τους, κατά τη διάρκεια των θητειών που παρέμεινε στο τιμόνι της ΔΟΕ.

 Όπως κατηγορήθηκε και για αντί- Σημιτισμό όταν τάχθηκε δημόσια κατά του Γάλλου- Εβραίου αξιωματικού, Άλφρεντ Ντρέιφους που είχε οδηγηθεί στο στρατοδικείο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, φυλακίστηκε και πέντε χρόνια αργότερα, όταν ανακαλύφθηκε η σε βάρος του πλάνη, αθωώθηκε.

 Εκθείαζε και συνεχάρη θερμά τον Χίτλερ, ως ένα από τα πλέον δημιουργικά πνεύματα της γενιάς του, «που υπηρέτησε επιτυχώς, χωρίς να παραμορφώσει, το ολυμπιακό ιδεώδες». Από την άλλη όμως, ο Ντε Κουμπερτέν, όχι μόνο απέρριψε πρόσκληση του Φιούρερ να παραβρεθεί το ’36 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου, αλλά αντιτάχθηκε σθεναρά στην αίτηση της Ουγγαρίας ν’ αντικαταστήσει ένα μέλος της ΔΟΕ γιατί ήταν Εβραίος. Μέχρι στιγμής, δηλαδή τρεις κατηγορίες σε βάρος του οι οποίες όμως δεν στέκουν και τόσο, και ούτε δικαιολογούν την απαξίωση προς τον άνθρωπο σύμβολο του σύγχρονου ολυμπιακού κινήματος.

 

 Για η γαλλική εφημερίδα «Le Monde» οι εξηγήσεις του γιατί, η Γαλλία εξακολουθεί να «κρύβει» ένα από τα πλέον λαμπρά μυαλά της είναι, δυστυχώς πολύ περισσότερο απλοϊκές. Γιατί στην πραγματικότητα οι Γάλλοι δεν του συγχώρεσαν ποτέ, ούτε την απόφασή του, το 1915 να μετακινήσει την έδρα της ΔΟΕ, από το Παρίσι, στη Λοζάννη, όπου και πέθανε στην φτώχεια και την ανωνυμία το 1937. Ούτε ότι στη διαθήκη του επέλεξε να θαφτεί σε ελβετικό έδαφος και όχι στο «Pantheon», δίπλα από τους υπόλοιπους Μεγάλους. Απαιτώντας μάλιστα, η καρδιά του να ταριχευτεί και να θαφτεί στη λατρεμένη του Αρχαία Ολυμπία, όπως και έγινε εφτά μήνες μετά τον θάνατό του.

 Το όνομά του και κυρίως το έργο του, επιχείρησε ν’ αποκαταστήσει στη δεκαετία του ’60 και ο Στρατηγός Ντε Γκολ μετονομάζοντας σε «Ντε Κουμπερτέν», αθλητικές εγκαταστάσεις, σχολεία, κολυμβητήρια, οδοί ή πλατείες. Η ζημιά όμως είχε ήδη γίνει. Οι Γάλλοι αισθάνθηκαν προσβεβλημένοι, σε τέτοιο μάλιστα σημείο που κάποιοι Ιστορικοί- ερευνητές ισχυρίστηκαν ότι το περίφημο τσιτάτο «Σημασία δεν έχει η νίκη, αλλά η συμμετοχή», ο Ντε Κουμπερτέν το είχε «κλέψει» από έναν Αμερικανό Αρχιεπίσκοπο κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 1908, στο Λονδίνο. Που μπορεί να είναι αλήθεια. Ακόμη και έτσι να είναι όμως, τέτοιο μένος προς τον «πατέρα» των Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων δεν ξεπερνάει τα όρια της υπερβολής;