Ποιο ήταν όμως το μυστικό και ποια η εξήγηση, για το πως κατάφερε να συγκρατήσει τα νεύρα του ύστερα από έναν χαμένο πόντο, ένα δικό του λάθος ή και μία αβλεψία του διαιτητή; Τα αποκάλυψε ο ίδιος κάποτε, σε συνέντευξη στο Cbs: «Για όλα ευθύνεται το φόβητρο που λεγόταν θείος μου! Μαζί με τη βέβαιη απειλή πως εάν κατέστρεφα ποτέ μου μία ρακέτα, αυτόματα θα σταματούσε να με προπονήσει. Υπάρχουν, μου έλεγε, εκατομμύρια παιδιά που θα ήθελαν, αλλά δεν μπορούν να την αποκτήσουν: εάν την σπάσεις, θα είναι σαν να μην σέβεσαι ότι υπάρχουν και άνθρωποι πολύ λιγότερο τυχεροί από σένα. Ήμουν μόλις 6 ετών, αλλά τα λόγια του αποδείχθηκαν το σπουδαιότερο μάθημα που θα μπορούσα να πάρω».

 Ο θείος του Τόνι, αδελφός του επί χρόνια ποδοσφαιριστή της Μπαρτσελόνα, Μιγκέλ Άνχελ, συνοδοιπόρος επί 15 χρόνια κάθε θριάμβου και επιτυχίας του Ράφα, από το ’92 έως και το ’17 πριν αναλάβει υπεύθυνος της «Rafa Nadal Academy» στο Μανακόρ, τη δεύτερη μετά τη Πάλμα μεγαλύτερη πόλη της γενέτειρας τους Μαγιόρκα.

 Έκτοτε, στο μυαλό του Ράφα στριφογύριζαν μόνο τα λόγια του θείου και προπονητή του, μαζί με την ώριμη και συνειδητοποιημένη άποψη πως «εάν χάσω, θα φταίω μόνο εγώ και όχι η ρακέτα». Αν και παραδέχτηκε πως μπήκε τέσσερις φορές στον πειρασμό να την καταστρέψει, καταφέρνοντας πάντα να συγκρατήσει τα νεύρα του. Συνέβη το ’11 στο Ίντιαν Ουέλς, με αντίπαλο τον Τζόκοβιτς. Το ’14 στη Μελβούρνη με τον Βαβρίνκα. Το ’17 στη Σανγκάι με τον Τσίλιτς. Και το ’18 στο Ουϊμπλεντον με τον Κουκούσκιν. Αλλά την τελευταία στιγμή τη γλίτωνε, είτε χτυπώντας την πάνω στο γόνατό του, είτε στο χέρι.

 Το ακριβώς, δηλαδή αντίθετο από τον «βασιλιά των καταστροφών», Ρώσο Μαράτ Σάφιν που σύμφωνα με τη «λυπητερή» που του έστειλε σπίτι ο τεχνικός του χορηγός είχε φτάσει στο σημείο να καταστρέψει 1055! Πάνω κάτω, τόσες είχε σπάσει και ο Τζον ΜακΈνροε, μέχρι που τιμωρήθηκε με 5.000 δολάρια για κάθε κατεστραμμένη ρακέτα και μαζεύτηκε.

 Στην Ιστορία του τένις λέγεται πως ο πρώτος που αθλητής που κατέστρεψε το πολύτιμο εξάρτημα ήταν ο Αμερικανός Ντον Μπαντζ, το μακρινό 1935. Δεν ήταν όμως η καθαυτή πράξη που είχε προκαλέσει σκάνδαλο, αλλά ότι συνέβη στον «Ναό» του Ουϊμπλεντον. Ιστορικές έμειναν και οι τέσσερις συνεχόμενες, τη μία μετά την άλλη που είχε καταστρέψει το ’12 ο Κύπριος, Μάρκος Παγδατής στη Μελβούρνη όπου έξι χρόνια νωρίτερα είχε χάσει τον τίτλο με 3-1 σετ από τον Φέντερερ. Τον Ελβετό, υπόδειγμα ψυχραιμίας την οποία όμως έχασε 5 φορές, με χειρότερη στιγμή του το 2009, στο Μαϊάμι όταν, αφού την έσπασε την εκσφενδόνισε προς τον Τζόκοβιτς. Η’ τον ίδιο τον Σέρβο, που σύμφωνα με υπολογισμούς της ισπανικής εφημερίδας «As» κατέστρεψε στην καριέρα του 62. Δεκάδες ακόμη οι περιπτώσεις, με πρωταγωνιστές τους Κύργιος, Φονίνι, Περ, Μπούμπλικ ή τον Ρούμπλεφ που πριν λίγες εβδομάδες, στο Παρίσι- Μπερσί αντί να σπάσει τη ρακέτα του, τη χτυπούσε με μανία και δύναμη στο γόνατό του μέχρι που, αναπόφευκτα μάτωσε.  

 Στο κλαμπ των καλών και ευγενικών παιδιών, μαζί με τον Ναδάλ βρίσκονται, θεωρητικά τόσο ο Νορβηγός, Κάσπερ Ρούουντ, όσο η Ρωσίδα, Μαρία Σαράποβα. Θεωρητικά, γιατί στην πράξη μπορεί να μην κατέστρεψαν ούτε μία ρακέτα σ’ επίσημο αγώνα, αλλά δεκάδες, όπως παραδέχτηκαν, στην προπόνηση.

 Το φαινόμενο Ναδάλ, πάντως θα μείνει στην Ιστορία ως παράδειγμα προς μίμηση, γιατί πέρα από το δίδαγμα του θείου Τόνι, δεν ήταν καθόλου απλό σε 23 χρόνια καριέρας, 1307 παιχνίδια στο μονό, 219 στο διπλό, 22 Grand Slam από τα οποία 14 Ρολάν Γκαρός, 4 Φλάσινγκ Μέντοουζ, 2 Ουϊμπλεντον, 2 και στη Μελβούρνη, 92 τίτλους, 2 Χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια, 4 Davis Cup, 1080 νίκες, 228 ήττες και 209 συνεχόμενες εβδομάδες στο Νο 1 του κόσμου, να μην έτυχε να χάσει, ούτε μία φορά την ψυχραιμία του.