Η διακεκριμένη ιταλική φίρμα με έμβλημα την τρίαινα είχε αποχωρήσει από τους αγώνες της Formula 1 στα τέλη του 1957, ένα χρόνο πριν την καθιέρωση του Παγκοσμίου Πρωτσθλήματος Κατασκευαστών, όπως αναφέρει το 4troxoi.gr.
Η παρουσία της στα αυτοκινητοδρόμια συνεχιζόταν βέβαια, στις κούρσες αντοχής με το αριστουργηματικό «birdcage» και τα υπόλοιπα επιβλητικά της αγωνιστικά.
Στις αρχές της δεκαετίας του '60, το εργοστάσιο της Μaserati αποφάσισε να κάνει τη δική του αντεπίθεση στους ολιγάριθμους και ιδιαίτερα απαιτητικούς πελάτες της κατηγορίας gran turismo. Ο σκοπός του δεν ήταν μόνο να κρατήσει στο δικό του «στρατόπεδο» αυτούς που ήδη είχε, αλλά να αποκτήσει κι άλλους. Οι Ιταλοί στιλίστες, οι καλύτεροι στον κόσμο από τότε, αποτελούσαν τη μεγαλύτερη εγγύηση για το αίσιο αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής. H εταιρεία όμως φύλαξε την ηχηρότερη έκπληξη για τους λάτρεις και τους θαυμαστές της στο Σαλόνι του Τορίνο του 1963: στο περίπτερό της, επάνω σε ένα τεράστιο, πολυτελέστατο χαλί έστεκε η πρώτη τετράθυρη Μaserati της αυτοκινητικής ιστορίας, η «Quattroporte». Δεν ήταν μικρό πράγμα, καθώς έδειχνε με τον πιο επίσημο τρόπο την αλλαγή του προσανατολισμού, σε συνδυασμό με τη διατήρηση όλων των θρυλικών σπορ χαρακτηριστικών της. Σχεδιασμένη από τον Pietro Frua, φορούσε τον V8 κινητήρα των 260 ίππων, που προερχόταν ουσιαστικά από το μονοθέσιο που είχε πάρει μέρος στο Grand Prix της Βενεζουέλας το 1957.
Στο Σαλόνι του Tορίνο το 1965, ένα χρόνο πριν την εμφάνιση της Ghibli, η Maserati παρουσίασε μία δίθυρη και πιο sport έκδοση της Quattroporte. Tο εργοστάσιο συνέχιζε την προσφιλή τακτική του να αναθέτει την επιμέλεια κάθε μοντέλου του σε περισσότερους από έναν στιλίστες. H πολιτική αυτή εξασφάλιζε για τα αυτοκίνητα της εταιρείας την αίσθηση της μοναδικότητας, ενώ, παράλληλα, δεν υπήρχε περίπτωση να βρεθεί κάποιο γραφείο που να μην θέλει να αναλάβει μια τέτοια δουλειά. Tο ίδιο έκαναν κι άλλοι φημισμένοι κατασκευαστές, με αποτέλεσμα εμείς σήμερα να έχουμε τα καλύτερα δείγματα της τέχνης εκείνων των τόσο διαφορετικών χρόνων. H Mexico κυκλοφόρησε με οκτακύλινδρους κινητήρες των 4.2 και 4.7 λίτρων, με ισχύ 256 και 286 ίππων, διατηρώντας ένα μεγάλο μέρος από τη φυσιογνωμία της Sebring.
Κωδικοποιημένη με το αυστηρά εργοστασιακό «ΑΜ 112», πέρασε στην ιστορία ως Mexico, σε ανάμνηση της νίκης του John Surtees στο ομώνυμο Grand Prix του 1966 με το Cooper-Maserati. Φαρδύτερη και με μεγαλύτερο μεταξόνιο ώστε να χωρά με άνεση τέσσερις ενήλικες, υιοθετούσε περισσότερο κάθετες γραμμές, που της έδωσαν συνολικά ένα δυναμικότερο σχήμα σε σχέση με την «3500 GT». H αρχοντική αίσθηση συμπληρωνόταν με τις διαφορετικές γρίλιες στη μάσκα, που σε συνδυασμό με την επανασχεδίαση της «τρίαινας» έδινε στο αυτοκίνητο ένα νέο ύφος. Με τιμή πώλησης τα 92.000 φράγκα στη Γαλλία για το μοντέλο των 4.2 λίτρων (δεν εισαγόταν με τον κινητήρα των 4.7 λίτρων) η Mexico ήταν ακριβότερη από την Aston Martin DB6 Vantage (89.500 φράγκα), αλλά φθηνότερη από τις Lamborghini Espada και Ferrari Daytona (104.000 και 106.500 φράγκα, αντίστοιχα). Το πανέμορφο τετραθέσιο coupe έμεινε στη γκάμα της εταιρείας μέχρι το 1973, αριθμώντας 480 μονάδες, επίδοση που μεταφράζεται στο ένα τρίτο της συνολικής παραγωγής της αρκετά διαφορετικής και σαφώς δημοφιλέστερης Ghibli.