Από πολύ μικρός έδειξε την αδυναμία που είχε στον αθλητισμό. Στο αγώνισμα που έμελλε να διαπρέψει ήταν αυτό του ακοντισμού. Τα μετάλλιά του πολλά, όπως δυστυχώς και οι τραυματισμοί του...
Η πρώτη του συμμετοχή σε Ολυμπιακούς Αγώνες ήταν το 1996 στην Ατλάντα, όπου προκρίθηκε στον τελικό, στον οποίο τελικά πήρε τη 10η θέση. Έναν χρόνο αργότερα, το 1997, πήρε το χρυσό μετάλλιο στους Μεσογειακούς αγώνες, ενώ την ίδια χρονιά βγήκε τρίτος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου που είχε γίνει στην Αθήνα.
Από εκείνη τη στιγμή η καριέρα του είχε ανοδική πορεία. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου του 1999 που πραγματοποιήθηκε στη Σεβίλλη, κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο με βολή στα 89,18μ.. Στο Γκραν Πρι του Μονάχου με βολή στα 89,84μ. πήρε το χρυσό.
Στόχος του πλέον ήταν ένα Ολυμπιακό μετάλλιο, αρχής γενομένης από το Σύδνεϋ το 2000. Πέρασε στον τελικό ως τρίτος με 88,44μ. Στον τελικό όμως οι αντίπαλοί του ξεκίνησαν καλύτερα, ενώ κι εκείνος ήταν πολύ αγχωμένος. Το αποτέλεσμα ήταν να βγει έκτος με βολή στα 86,53μ.
Δεν το βάζει όμως κάτω. Στις 12 Αυγούστου του 2001 έδειχνε αποφασισμένος να επιστρέψει στις επιτυχίες και το κατάφερε! Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου του 2001 πήρε το χάλκινο μετάλλιο με βολή στα 89,95, το οποίο ήταν το τρίτο διαδοχικό σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.
Δυστυχώς οι συνεχείς τραυματισμοί του δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει την ανοδική πορεία. Χάνει το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου του 2002, ενώ τα προβλήματα που αντιμετώπιζε συνεχώς τον ανάγκασαν να μείνει εκτός τα επόμενα τρία χρόνια.
Το 2006 προσπάθησε και πάλι να επιστρέψει, αλλά δεν κατάφερε να επαναλάβει τις επιτυχίες του παρελθόντος, με την απουσία του από τους αγωνιστικούς χώρους να είναι εμφανής.
Μπορεί οι τραυματισμοί να μην τον άφησαν να συνεχίσει, ωστόσο έγραψε τη δική του ιστορία στο χώρο του ακοντισμού.
ΠΗΓΗ: Sportday