Nα τι κατέθεσε...
Για τις ώρες πριν το ατύχημα: «Μπήκαμε στο Ολυμπιακό χωρίο για περίπου τρείς ώρες χαλαροί και χωρίς να μας ψάξει κανείς. Φύγαμε για τα σπίτια μας δίνοντας ραντεβού στις 10.30 στο σπίτι μου για να φάμε.
Στις 18.30 το απόγευμα, με πήρε τηλέφωνο ο Οδυσσέας Παπατώλης (σ.σ. εθνικός προπονητής εκείνη την περίοδο) και μου είπε ότι μας ψάχνουν για έλεγχο και ότι είχαμε μία ώρα στη διάθεση μας για να εμφανιστούμε. Του απάντησα ότι δεν μπορώ να τους βρω (σ.σ. τους Κεντέρη και Θάνου) γιατί είχαν κλειστά τα κινητά τους.
Στις 10.30 ήρθαν τελικά στο σπίτι μου και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι είχε συμβεί, αφού είχαμε ακούσει ήδη στην τηλεόραση ότι μας ψάχνουν. Η δική μου άποψη ήταν ότι έπρεπε να πάμε την επόμενη μέρα, αλλά ο Κεντέρης ήταν έξαλλος και ήθελε να πάει στο Ολυμπιακό χωριό για να λύσει την παρεξήγηση. Προσπαθούσα να τους εξηγήσω ότι δεν υπήρχε λόγος, αλλά πήρε τα κλειδιά της μηχανή μου και έφυγαν μαζί με την Κατερίνα.
Αργότερα με ειδοποίησε να πάω να πάρω τη μηχανή χωρίς να μου πει ότι έπεσαν. Το κατάλαβα όταν είδα τη μηχανή».
Για τα non show: «Για τα τρία non show ακούσαμε ξαφνικά τότε. Δεν μας είχε ενημερώσει κανείς πως είχαμε κάνει παράπτωμα, όπως όφειλαν. Που να το ξέρω εγώ. Ήξεραν στη ΔΟΕ ότι είχαν κάνει λάθος σε αυτή τη διαδικασία, γι αυτό και μας πίεζαν εκείνη τη στιγμή για να καλύψουν τα λάθη τους. Αν ήξερα ότι είχαμε non show δεν θα προστατευόμουν παραμονές Ολυμπιακών αγώνων; Μόνοι τους άλλαξαν τη φύση τους ελέγχου από αιφνίδιο σε προγραμματισμένο δίνοντας μας περιθώριο μία ώρα. Αυτό ήταν το κόλπο».
Για την παράδοση των διαπιστεύσεων: «Εκεί παίχτηκε μεγάλο παιχνίδι. Έπαιρναν στο σπίτι μου και εκβίαζαν τη γυναίκα μου. Απειλούσαν να σκοτώσουν τον πατέρα μου αν δεν δίναμε τις διαπιστεύσεις. Όταν το κάναμε είδα στη ΔΟΕ να τις επιδεικνύουν σαν θηράματα. Σαν να είχαν κάνει χάρη σε κάποιον που μας έβγαζαν από τους αγώνες. Σε κάθε Ολυμπιακούς αγώνες, διαλέγουν κάποιους αθλητές για να κάνουν θέμα, τότε διάλεξαν εμάς. Το μεγάλο μου λάθος ήταν ότι δεν το είχα καταλάβει».