Και με αυτή τους την συμπεριφορά, έδειξαν, ότι και δίκαια βρέθηκαν εκεί, και πάνω από όλα, ότι διαθέτουν το στοιχείο, που κάνει τους πρωταθλητές: την φιλοδοξία.
Όμως η ανάγνωση του 90λεπτου θα πρέπει να μας κάνει όλους να υποκλιθούμε στην καλύτερη ομάδα του κόσμου, σε κάθε ηλικία, την Ισπανία. Μπορεί οι ποδοσφαιριστές του Λοπετέγκι, να μην έχουν φτάσει ακόμη στο επίπεδο των «μεγάλων», όμως είναι βέβαιο, πως αρκετοί από αυτούς, ανεβαίνοντας μια σκάλα παραπάνω, όταν θα ενσωματωθούν στις ανδρικές ομάδες, σίγουρα θα αποτελέσουν άξιους διαδόχους των «φούριας ρόχας».
Στον δικό μας τελικό πάντως, ήταν η καλύτερη ομάδα και τους αξίζουν συγχαρητήρια. Όπως και στον Τσάνα και τους διεθνείς, καθώς δεν είναι λίγο πράγμα να αντέχεις 80 λεπτά, υπό αντίξοες συνθήκες, κόντρα σε ποιοτικότερο αντίπαλο από σένα. Για να είχαμε τύχη, έπρεπε να συμβούν δύο πράγματα. 1ον, να σκοράρουμε σε κάποια από τις λιγοστές φάσεις, που εκ των προτέρων ξέραμε ότι θα δημιουργήσουμε. Δεν μπήκε η κεφαλιά του Κατίδη, δυσκολευτήκαμε αρκετά να φτιάξουμε και άλλες φάσεις, επομένως ο πρώτος όρος, δεν επαληθεύθηκε. 2ον, θα έπρεπε να τους κοντράρουμε σε φυσική κατάσταση (κάτι που κατάφεραν οι «αθλητικοί Γάλλοι»), αφού σε τεχνική και τακτική, το γνωρίζαμε ότι υστερούσαμε. Ούτε εκεί όμως μπορέσαμε να πιάσουμε το άριστα. Και γιατί κάποια στιγμή, φάνηκε πόσο κακή δουλειά γίνεται σε αυτό τον τομέα στις Ελληνικές ομάδες, και πόσο κακό κάνει αυτό το ράθυμο πρωτάθλημα που διαθέτουμε, ακόμη και σε παιδιά 19 χρονών. Προσθέστε και την υπερπροσπάθεια του ημιτελικού, όπου και οι Ισπανοί βέβαια έπαιξαν 120 λεπτά, όχι όμως με παίκτη λιγότερο. Από ένα σημείο και μετά, ήταν θέμα χρόνου για να γίνει ένα λάθος, όπως στην φάση του γκολ, απόρροια της εμφανέστατης κούρασης. Η θέληση και το πάθος, που είχαν υποσχεθεί τα παιδιά, ήταν εκεί. Όμως τα πόδια, όσο κυλούσε ο χρόνος, δεν υπάκουαν.
Τακτικά, ο Τσάνας έκανε αυτό που έπρεπε, κλείνοντας τους χώρους, και έχοντας για πρώτιστο στόχο, να μην μας πετύχουν στην κόντρα. Βέβαια υπέφεραν τα δύο άκρα μας, με τον Σταφυλίδη και τον Μαρινάκη, όποτε πήγαινε στην πλευρά τους ο ΝτεΛοφέου της Μπαρτσελόνα. Και εκτός των ενεργειών του, δεν επέτρεψε στον μπακ του ΠΑΟΚ, να έχει συμμετοχή στο επιθετικό κομμάτι. Ίσως εκεί, θα έπρεπε λίγο νωρίτερα να έχει μπει ο Λυκογιάννης για να δίνει βοήθειες, αντί του Μαυρία, που δεν βοήθησε όσο περιμέναμε. Έμενε να παλεύει ο εξαιρετικός Γιαννώτας, αν και πρέπει να υποκλιθούμε στην τρομερή προσπάθεια όλων των παιδιών, με αλληλοβοήθειες, και κυρίως των Μπάλλα, Φουρλάνου και Μπουγαϊδη.
Αυτές όμως είναι λεπτομέρειες, που κρίνουν βέβαια έναν τελικό, όχι όμως και την συνολική εικόνα για αυτή την ομάδα. Διότι νομίζω, πως κανείς Έλληνας δεν «ντράπηκε» το βράδυ της Κυριακής. Αντίθετα ένιωσε υπερήφανος, βλέποντας μια ομάδα, όχι μόνο να αμύνεται, αλλά και να παίζει ωραίο, στρωτό, σύγχρονο ποδόσφαιρο, στα πλαίσια πάντα των δυνατοτήτων, των δύο συγκροτημάτων.
Από τους Άγγλους δεν υπήρχε περίπτωση να χάσουμε, ενώ με τους Γάλλους θα γινόταν μεγάλη μάχη. Απέναντι όμως στους «φούριας ρόχας», μπορούμε να αποδεχθούμε την ήττα μας, και αυτή να μας στενοχωρήσει, όχι όμως να μας λυπήσει. Διότι αποδείξαμε, ότι ταλέντο διαθέτει το ποδόσφαιρό μας. Τώρα τι γίνεται και χάνεται στην συνέχεια, τον λόγο έχουν οι «παραγοντάρες και οι επενδυτές». Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν. Θα εμπιστευθούν τώρα αυτά τα παιδιά, που δεν ζητούν παρά μία ευκαιρία;
Πηγή: pamesports.gr