Παρά την υπερβάλλουσα προσπάθεια των γηπεδούχων, ο Ζαρντίμ διαχειρίστηκε το προβάδισμα με ωριμότητα και οι ποδοσφαιριστές του «απενεργοποίησαν» τις κινήσεις του Μπάγεβιτς που αύξησαν την επιθετικότητα αλλά δε βελτίωσαν την παραγωγικότητα της ομάδας του.
Α ημίχρονο: Η αποθέωση του τακτικού ρεαλισμού
Ζαντίμ και Μπάγεβιτς παράταξαν ισορροπημένα αγωνιστικά σχήματα, με συμπαγή πολυπρόσωπη παρουσία στον άξονα. Αμφότεροι προτίμησαν να «ζυγίσουν» τον αντίπαλο και απέφυγαν να ρισκάρουν, επιδιώκοντας να εκμεταλλευτούν κατά περίπτωση τις ατομικές αδυναμίες συγκεκριμένων ποδοσφαιριστών. Δεν είναι τυχαίο ότι η στρατηγική των προπονητών ήταν παρόμοια:
- χαμηλό tempo: υπομονή και περιορισμός των λανθασμένων μεταβιβάσεων απέναντι σε οργανωμένη άμυνα
- έλεγχος του κέντρου: χρησιμοποίηση 3 παικτών, με έναν εξ’ αυτών να αναλαμβάνει το βάρος της ανάπτυξης και τους άλλους 2 να δίνουν έμφαση στα ανασταλτικά καθήκοντα
- man-to-man στο χώρο για τους επιτελικούς: στενή παρακολούθηση των Ιμπαγάσα – Σουμπίνιο ώστε να αποφευχθεί η κάθετη προώθηση προς τον επιθετικό
- ένας επιθετικός στην κορυφή: ο Κούτσι προσεγγίστηκε ως «target man» και ο Μήτρογλου «έβγαινε στα πλάγια» για να συνδυαστεί με τους συμπαίκτες του και να απειλήσει «με τη μπάλα κάτω»
- «στόχευση» της μίας πλευράς: ο Ολυμπιακός αναπτύχθηκε, κυρίως, από την αριστερή πτέρυγα λόγω της έφεσης του Χολέμπας στο επιθετικό παιχνίδι και της ποιότητας του Μασάντο. Ο Ατρόμητος επέλεξε, επίσης, την αριστερή του πλευρά λόγω της ταχύτητας του Επστάιν σε σχέση με τον βαρύ «κατά συνθήκη» δεξί μπακ Παπάζογλου.
Ως αποτέλεσμα, το πρώτο ημίχρονο ήταν απολύτως ισορροπημένο. Οι δύο ομάδες αλληλοεξουδετερώθηκαν με τον Ολυμπιακό να έχει σχετική υπεροχή λόγω της κλάσης του Ιμπαγάσα και της ικανότητάς να συνδυάζεται σε «κλειστό χώρο». Το γκολ που προέκυψε από «στημένη φάση» δεν αναιρεί τη θετική εικόνα του Ατρομήτου, αλλά υπογραμμίζει τη σημασία της ωριμότητας και της αυτοσυγκέντρωσης για τις «ομάδες πρωταθλητισμού».
Β ημίχρονο: Το ρίσκο του Μπάγεβιτς «άνοιξε» το παιχνίδι
Ο Σερβοέλληνας τεχνικός έκανε γρήγορες αλλαγές προσώπων και τροποποίησε το σύστημα από 4-3-3 σε επιθετικογενές 4-2-3-1, δίνοντας εντολή:
- στον Μπρίτο να παίξει λίγα μέτρα πίσω από τον επιθετικό σε «ελεύθερο ρόλο»: ο Κούτσι αντικαταστάθηκε διότι ο Μπάγεβιτς ήθελε να επιτεθεί «με τη μπάλα κάτω», γεγονός που θα καταστούσε ακίνδυνο τον βαρύ υψηλόσωμο φορ
- στον Δημούτσο να συμμετέχει στην ανάπτυξη της ομάδας αφήνοντας μόνο τον Ιγκλέσιας σε «καθαρά ανασταλτικό» ρόλο
- στον Σκόνδρα να προωθείται συχνά αναγκάζοντας τον Χολέμπας να «μείνει πίσω» (η κίτρινη κάρτα του ερυθρόλευκου μπακ στο 62ο λεπτό και η γενικότερη απόδοσή του δικαιώνει την επιλογή)
- στους Μπέλιτς – Επστάιν να «μείνουν ψηλά» και να περιορίσουν τη συμμετοχή τους στο ανασταλτικό έργο των μπακ
Η αλλαγή αγωνιστικής φιλοσοφίας μετέφερε το κέντρο βάρους προς την εστία του Κάρολ, αύξησε στον αριθμό των γεμισμάτων στην περιοχή και ανάγκασε τους «κράτησε πίσω» τους ερυθρόλευκους μπακ. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα των αμυντικών του Ολυμπιακού στις αναμετρήσεις «ένας εναντίον ενός» και η ανωριμότητα των γηπεδούχων στην «τελευταία πάσα» δεν ανάγκασαν τον Κάρολ να κάνει τη «μεγάλη απόκρουση».
Όπως ήταν αναμενόμενο, η αυξημένη επιθετικότητα των γηπεδούχων δημιούργησε κενό χώρο στα μετόπισθεν. Οι πρωταθλητές δεν κατάφεραν, όμως, να «τιμωρήσουν» την υπερβολική πίστη του Μπαγεβιτς στην ισοφάριση διότι:
- ο Ιμπαγάσα κουράστηκε, δε μπόρεσε να «πάρει μέτρα» και να τροφοδοτήσει σε πρώτο χρόνο τους επιτελικούς
- ο Μήτρογλου δεν κέρδισε τις μονομαχίες «ένας εναντίον ενός», προτιμούσε να «περιμένει τη μπάλα στα πόδια» και όχι να «παίξει στο χώρο»
- οι Μασάδο – Γκρέκο επέδειξαν ανωριμότητα στην τελική προσπάθεια
- η δεξιά πλευρά υπολειτουργούσε
«Όλα για όλα» μετά το 75’
Ο Μπάγεβιτς συνέχισε να «φορτώνει» την ομάδα με επιθετικογενείς ποδοσφαιριστές, αντικαθιστώντας τον Δημούτσο με τον Πίτου Γκαρσία. Οι γραμμές ανέβηκαν ακόμα περισσότερο και σε ορισμένες περιπτώσεις οι γηπεδούχοι είχαν διάταξη 4-1-4-1, με τα «ανεβασμένα» μπακ να δημιουργούν «κατάσταση πολιορκίας». Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν το ίδιο: η ανούσια υπεροχή σταματούσε έξω από την περιοχή.
Ο Ζαρντίμ «απάντησε» με την είσοδο του κεντρικού αμυντικού Σιόβα σε ρόλο «συνδετικού κρίκου» μπροστά από την άμυνα. Θωράκισε, δηλαδή, τα μετόπισθεν και αντιμετώπισε την πίεση του Ατρομήτου με την παρουσία τριών αμυντικών στην περιοχή.
Συμπέρασμα
Ο Ατρόμητος απέδειξε ότι αποτελεί φαβορί για την έξοδο στην Ευρώπη, καθώς διαθέτει καταξιωμένο προπονητή, πειθαρχημένους ποδοσφαιριστές και βάθος στον πάγκο. Δεν κατάφερε, όμως, να ισοφαρίσει τον Ολυμπιακό διότι «λείπει» ο επιθετικός killer.
Στην αντίπερα όχθη, ο θρύλος έκανε ακόμα ένα μεγάλο βήμα για την κατάκτηση του πρωταθλήματος «περνώντας» από μία έδρα που σκόνταψε ο Παναθηναϊκός και ο ΠΑΟΚ. Ο Ζαρντίμ διαχειρίστηκε σωστά το «νικητήριο τέρμα» και οι ποδοσφαιριστές απέδειξαν ότι διαθέτουν ωριμότητα / ικανότητα να κερδίζουν και σε μέτριες εμφανίσεις. Η αξιοποίηση των «στημένων φάσεων» αποτελεί βασικό παράγοντα διαχωρισμού των «καλών ομάδων» από τις «ομάδες με στόφα πρωταθλητή».
ΠΗΓΗ: overlap.gr