Από Έλληνες πρόσφυγες, ο «Βάσια» (Βασίλης στα ρωσικά), είδε το πρώτο φως της ημέρας, σαν σήμερα, στις 26 Οκτωβρίου του 1954. Κανείς δεν γνώριζε μέχρι τότε, ότι λίγα χρόνια αργότερα, θα έγραφε τη δική του ιστορία στα ποδοσφαιρικά γήπεδα.
Η Δυναμό Τασκένδης είναι η ομάδα στην οποία ο Χατζηπαναγής γνώρισε τη στρογγυλή «θεά». Η Παχτακόρ ήταν ο επόμενος σύλλογος που τον εμπιστεύτηκε και αγωνίστηκε σε αυτόν από το 1972 μέχρι το 1975. Στη συνέχεια, πήρε μεταγραφή στον σύλλογο με τον οποίο έμελλε να γράψει τη δική του ιστορία, τον Ηρακλή.
Το παρθενικό του γκολ με τα «κυανόλευκα» το σημείωσε στις 28 Μαρτίου του 1976.
Ήταν από τους καλύτερους μεσοεπιθετικούς και σπεσιαλίστας στα γκολ από κόρνερ. Η κατάκτηση του Κυπέλλου από τον «Γηραιό» στις 9 Ιουνίου του 1976 (κέρδισε στον αλησμόνητο τελικό τον Ολυμπιακό στα πέναλτι 6-5 ,4-4 η κανονική διάρκεια), οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον μεγάλο αυτόν ποδοσφαιριστή. Μάλιστα, αυτός είναι και ο μοναδικός εγχώριος τίτλος που έχει κατακτήσει μέχρι τώρα η ομάδα της Θεσσαλονίκης.
Τη σεζόν 1984-85 κατέκτησε το Βαλκανικό Κύπελλο, κόντρα στην Αργκές Πιτέστι (1-3, 4-1), με τον Χατζηπαναγή να πετυχαίνει γκολ σε όλους τους γύρους.
Ο «μάγος» της μπάλας δεν θα μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητες τις μεγάλες ομάδες της Αθήνας, όπως και της Ευρώπης. Εκείνη την εποχή όμως οι ρήτρες των συμβολαίων δύσκολα μπορούσαν να «σπάσουν» λόγω των αυστηρών κανονισμών που υπήρχαν.
Άλλο ένα… κώλυμα ήταν και οι φίλαθλοι του Ηρακλή. Δύσκολα θα άφηναν το είδωλό τους να κατηφορίσει στην Αθήνα ή σε κάποια ομάδα της Ευρώπης. Η Λάτσιο από την Ιταλία, η Πόρτο από την Πορτογαλία, η Άρσεναλ από την Αγγλία και η Στουτγάρδη από τη Γερμανία είναι μερικοί από τους συλλόγους που επιθυμούσαν την απόκτηση του «Νουρέγιεφ της μπάλας», αλλά τελικά έμειναν με την… όρεξη.
Στις 26 Οκτωβρίου του 1991, ο τεράστιος αυτός ποδοσφαιριστής φορά για τελευταία φορά τη φανέλα του Ηρακλή σε ηλικία 37 ετών. Ήταν στον αγώνα κόντρα στη Βαλένθια για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ στο Καυτανζόγλειο (0-0).
Φόρεσε τα «κυανόλευκα» για τελευταία φορά στις 26 Οκτωβρίου 1990, την ημέρα των 36ων γενεθλίων του, στον αγώνα για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ με τη Βαλένθια. Κι όμως, αυτή ήταν η μοναδική συμμετοχή του Χατζηπαναγή σε ευρωπαϊκό ματς.
Εξαιτίας της συμμετοχής του στις σοβιετικές εθνικές ομάδες Ελπίδων καθώς και στην Ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης, δεν μπόρεσε να αγωνιστεί στην Εθνική Ελλάδος, παρότι είχε κληθεί το 1976. Και αυτό ήταν και το μεγάλο του παράπονο. Στις 6 Μαΐου του 1976 αγωνίστηκε για πρώτη φορά με τη γαλανόλευκη σε φιλικό ματς κόντρα στην Πολωνία στη Λεωφόρο, με τον Γιώργο Κούδα να χαρίζει τη νίκη στην Εθνική με 1-0, αλλά με τον Χατζηπαναγή να «κλέβει» την παράσταση με τα… χορευτικά του στον αγωνιστικό χώρο.
Στις 22 Ιουνίου του 1984 συμμετέχει στη Μικτή Κόσμου, το οποίο πραγματοποιήθηκε κόντρα στον Κόσμο της Νέας Υόρκης. Ο «Νουρέγιεφ της μπάλας» φόρεσε τη φανέλα με τον αριθμό 13 και αγωνίστηκε δίπλα στους Μπεκενμπάουερ, Κρολ, Μάγκατ, Σίλτον, Κίγκαν, Κέμπες, Σάντζες, Ροστό κ.ά. , μεγάλα ονόματα της εποχής.
Αρκετά χρόνια αργότερα, στις 14 Δεκεμβρίου του 1999, κι αφού είχε εγκαταλείψει την ενεργό δράση , φόρεσε για δεύτερη φορά τη φανέλα με το Εθνόσημο, σε φιλική αναμέτρηση που έγινε προς τιμήν του. Αντίπαλος ήταν η Γκάνα.
Ο τεράστιος Βασίλης Χατζηπαναγής «μάγεψε» τον κόσμο που βρέθηκε στο Καυταντζόγλειο Στάδιο στα 22 λεπτά που έπαιξε.
Το 2003,ανακηρύχθηκε κορυφαίος Έλληνας ποδοσφαιριστής των τελευταίων 50 χρόνων από την ΕΠΟ, στο πλαίσιο του εορτασμού των 50 ετών της ΟΥΕΦΑ.
ΠΗΓΗ: Sportday