Ξεκίνησε την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής , ο οποίος διακρίθηκε για τον έξυπνο τρόπο παιχνιδιού του, αλλά και το θαυμάσιο κοντρόλ της μπάλας.
Το προσωνύμιό του ήταν «Τσικ». Στα γιουγκοσλάβικα σημαίνει «γόπα», το οποίο οφειλόταν στο ύψος του μιας και ήταν μόλις 1,64μ.
Τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα τα έκανε στη ΧΑΣΚ της γενέτειρας του (τη σημερινή Ντιναμό Ζάγκρεμπ) το 1937, στην οποία έμεινε μέχρι το 1940. Στη συνέχεια πηγαίνει στην Παρτιζάν Βελιγραδίου, με την οποία την περίοδο που έμεινε στην ομάδα (1947-55) πρόλαβε να κατακτήσει ένα νταμπλ (1947), ακόμα ένα πρωτάθλημα(1948) κι άλλα δύο Κύπελλα (1952,1954).
Η ποδοσφαιρική του καριέρα συνεχίζεται στην Κολωνία (1955-58) και ολοκληρώνεται στη Χάποελ Χάιφα (1958-60).
Πήρε μέρος στα Παγκόσμια Κύπελλα του 1950 και 1954. Ακόμα, είχε συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1948 και του1952, κατακτώντας τη δεύτερη θέση και το αργυρό μετάλλιο.
Ήταν διεθνής με την εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας, τη φανέλα της οποίας φόρεσε 57 φορές, σημειώνοντας 18 τέρματα.
Ως προπονητής έκανε… θαύματα! Μετά το πέρασμά του από την Τουρκία αναλαμβάνει την τεχνική ηγεσία της Κολωνίας (1961-63, 1973-75), με την οποία καταφέρνει να κατακτήσει το γερμανικό πρωτάθλημα το 1962. Παίρνει από το… χεράκι την Μπάγερν (1963-68)που αγωνιζόταν στη β’ κατηγορία, την οδηγεί στην πρώτη και στην κατάκτηση δύο Κυπέλλων Γερμανίας, αλλά και του Κυπελλούχων το 1967 κόντρα στη Ρέιντζερς.
Επίσης, πέρασε από τους πάγκους των Ανόβερο ’96 (1968-69), Νυρεμβέργη (1971-72), Κίκερς Οφενμπαχ (1970,1975-96), αλλά και των Ντιναμό Ζάγκρεμπ, Ζυρίχη (1978-80), Γκρένχεν (1980), μέχρι που ήρθε η στιγμή να αναλάβει τα «ηνία» της ΑΕΚ…
Ο «Τσικ» κάθεται στον πάγκο της «Ένωσης» την 5η αγωνιστική της σεζόν 1977/78, αντικαθιστώντας τον Φράντισεκ Φάντροκ. Με τη μεγάλη ομάδα που είχε δημιουργήσει ο Λουκάς Μπάρλος , φτάνει στην κατάκτηση του νταμπλ, το οποίο είναι ήταν το δεύτερο στην ιστορία των «κιτρινόμαυρων», αλλά και τελευταίο μέχρι σήμερα.
Το καλοκαίρι του 1978 είχε δεχθεί μία εξωπραγματική πρόταση από τη Ζυρίχη, όπου σπούδαζαν και τα παιδιά του, την οποία και δεν αρνήθηκε.
Στον «Δικέφαλο» επιστρέφει το 1982, χωρίς να καταφέρει κάτι ιδιαίτερο, ενώ είχε κι ένα μικρό πέρασμα από τον Απόλλωνα Καλαμαριάς.
«Κάθε καλή ομάδα χρειάζεται τέσσερις καλούς “βιολιστές” και επτά “υπηρέτες”», είχε πει σε ανύποπτη στιγμή. Και κατά πολλούς, δεν είχε άδικο..
Ο Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι άφησε την τελευταία του πνοή στις 27 Ιουλίου του 1998 σε νοσοκομείο του Μονάχου από διαβήτη. Ήταν 75 χρονών.
ΠΗΓΗ: Sday.gr