Πάνω που είχαμε ξεπεράσει την εποχή Ροναλντίνιο -ο προβληματισμός αν χωράει ανάμεσά τους κράτησε μετά βίας δύο σεζόν- ήρθε ο ποδοσφαιριστής υπόδειγμα να θέσει τη δική του υποψηφιότητα για το ποιος τελικά είναι ο κορυφαίος.
Ο Μέσι, που σκοράρει φέτος κατά μέσο όρο ένα γκολ ανά 63 λεπτά, είναι πλέον ο κορυφαίος γκολτζής στην ιστορία -ας χρειάστηκε έξι παιχνίδια παραπάνω από τον Γκερντ Μίλερ των 85 γκολ για να φτάσει ο ίδιος τα 86.
Το ερώτημα όμως παραμένει αναπάντητο. Και αν ο Πελέ έχει χάσει την πρωτοκαθεδρία από τον Ντιέγκο Μαραντόνα, όπως ισχυρίζονται ακόμη και επιφανείς Βραζιλιάνοι, μήπως ήρθε η ώρα ο Μέσι να γκρεμίσει τον μύθο του συμπατριώτη του;
Η απάντηση -προς το παρόν- είναι όχι. Βέβαια, ο Λίο είναι ακόμη στα 25 και έχει μπροστά του κάμποσα χρόνια καριέρας. Ισως και τρία Παγκόσμια Κύπελλα όπου μπορεί να μας αποδείξει όσα δεν κατάφερε μέχρι τώρα.
Για να εξηγηθούμε πριν παρεξηγηθούμε: Ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής στον πλανήτη δεν κρίνεται από τα νούμερα ή από τα τρόπαια. Εκεί άλλωστε ο Μέσι, αν εξαιρέσουμε το κομμάτι που αφορά την εθνική Αργεντινής, είναι ασυναγώνιστος. Και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πού θα σταματήσει.
Υπάρχουν ωστόσο πράγματα που καθορίζουν τις διαφορές ανάμεσα σε τέτοιες προσωπικότητες. Και ο Μαραντόνα, όσα χρόνια και αν περάσουν, θα είναι Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ. Το εγώ του, το... υπερεγώ του, και ο χαρακτήρας του ήταν και παραμένουν ασύγκριτα. Δεν κέρδισε ποτέ τα Τσάμπιονς Λιγκ του Μέσι, ούτε τα τρία Παγκόσμια Κύπελλα του Πελέ. Ηταν όμως ο μοναδικός που μπορούσε με τα ψέμματα να χτίσει παλάτια.
Δεν μπορώ να ξεχάσω ότι πήρε μια ομάδα σαν τη Νάπολι από το τίποτα και την έκανε πρωταθλήτρια Ιταλίας και αργότερα κυπελλούχο UEFA. Με τον ίδιο τρόπο μάζεψε μια παρέα μέτριους ποδοσφαιριστές από την πατρίδα του και τους έκανε Παγκόσμιους Πρωταθλητές.
Πήγε να το επαναλάβει χοντρός και ταλαιπωρημένος από την κοκαΐνη άλλη μια φορά, όταν έχασε από τους «πυραυλοκίνητους» Γερμανούς, οι οποίοι στο τέλος αντί να πανηγυρίζουν σκούπιζαν τα δάκρυά του αποσβολωμένοι. Ποτέ άλλοτε δεν θυμάμαι Γερμανούς να δείχνουν τέτοια... ευαισθησία σε αντίπαλο. Ηταν στη διοργάνωση που ο «Ντιεγκίτο» παραλίγο να χωρίσει την Ιταλία στη μέση.
Θυμάμαι πως ένιωσα όταν διάβασα ότι οι αρχηγοί της Μπόκα του παρέδωσαν το περιβραχιόνιο γιατί οι ίδιοι δεν μπορούσαν να τα βάλουν με τους οπαδούς. Εκείνος όχι μόνο τα έβαλε -σε ηλικία 19 χρόνων- αλλά μετά τους χάρισε και το πρωτάθλημα. Με τον ίδιο τρόπο στη Νάπολι του έδωσαν το περιβραχιόνιο με συνοπτικές διαδικασίες. «Δεν μπορούσε να το φοράει κάποιος άλλος» είχαν παραδεχτεί όλοι στα αποδυτήρια.
Λίγα χρόνια αργότερα, όταν η Νάπολι ήταν στην κορυφή, ο Μαραντόνα εμφανίστηκε με καθυστέρηση δύο μηνών στην προετοιμασία. Οταν μπήκε στα αποδυτήρια, οι συμπαίκτες του τον σήκωσαν στα χέρια και άρχισαν να τραγουδούν το όνομά του.
Στο «Σαν Πάολο» οι οπαδοί σε κατάσταση «μέθης» ρωτούσαν τη μάνα τους γιατί χτυπάει τόσο έντονα η καρδιά τους. Η απάντηση ήταν απλή: «Μάνα, είδα τον Μαραντόνα. Είμαι ερωτευμένος...» Στα σπίτια τους υπάρχει ακόμη η φωτογραφία του δίπλα στην εικόνα της Παναγίας.
Οταν το 1986 υπό την ανοχή της FIFA έβαζε εκείνο το γκολ με το χέρι στο παιχνίδι με την Αγγλία, είχε την ευφυΐα αμέσως μετά τη λήξη να μιλήσει για το χέρι του Θεού. Κάποιοι μίλησαν για έπαρση και αλαζονεία, ο ίδιος για δικαιοσύνη μετά τον πόλεμο των Φόκλαντ.
Οπως και να 'χει, η ατάκα του έμεινε στην ιστορία. Οπως λίγο αργότερα η δήλωση του Γκάρι Λίνεκερ για «το γκολ του αιώνα» στο ίδιο παιχνίδι, όταν ο Μαραντόνα πέρασε τη μισή Αγγλία για να φτάσει στο 2-0. «Πρώτη φορά αισθάνθηκα μέσα στο γήπεδο την ανάγκη να χειροκροτήσω γκολ αντιπάλου» είχε πει.
Το ίδιο ακριβώς συναίσθημα ένιωσε και ο Πίτερ Μπίρντσλι, τον οποίο έτυχε να γνωρίσω από κοντά 18 χρόνια αργότερα. Ηταν ο πρώτος παίκτης που ντρίμπλαρε ο Μαραντόνα σε εκείνο το απίστευτο σόλο. «Πραγματικά τον απόλαυσα» μου είχε πει. «Ισως γι' αυτό πολλοί Αγγλοι δεν δώσαμε σημασία στο πρώτο γκολ...»
Ο Μαραντόνα ήταν ένας πραγματικός καλλιτέχνης. Με ακραίες συμπεριφορές και εντελώς αυτοκαταστροφικός. Ο Μόρισον του ποδοσφαίρου. Θα μπορούσε να είναι συμμορίτης ή πολιτικός ηγέτης. Να ενώσει ολόκληρη τη Λατινική Αμερική σαν άλλος Τσε Γκεβάρα.
Μεγάλωσε σε μια παράγκα που είχε στέγη από ελενίτ και το νερό της βροχής έσταζε στο κεφάλι του. Δεν είχε ποτέ την ασφάλεια της «Μασία» από πάνω του. Και δεν τον ένοιαζε αν θα τον χαρακτηρίσουν κακό παιδί. Ισως γι' αυτό έγινε αυτός που έγινε.
Σε αντίθεση με τον Μέσι, που δήλωσε πρόσφατα ότι προτιμάει να τον θυμούνται ως καλό παιδί παρά ως τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή του πλανήτη. Βέβαια, αυτό δεν τον εμπόδισε να «κλέψει» λίγα βήματα (προς τα πίσω) στο πρόσφατο ντέρμπι με τη Ρεάλ για να εκτελέσει το φάουλ από την απόσταση που επιθυμούσε.
Το ίδιο... καλό παιδί αρνείται πεισματικά να πει μια καλή κουβέντα για τον Ζοσέ Μουρίνιο. «Μου έχουν πει ότι είναι καλός προπονητής» ήταν η πιο πρόσφατη δήλωση που έκανε. Οχι ότι δεν μας άρεσε. Απλώς θα τον συμπαθούσαμε αν αποδεχόταν ότι μπορεί εκτός από καλός να είναι και κακός μαζί. Αμάν πια με αυτό το ταμπού να είμαστε πάντα τα καλά παιδιά.
Για να μην πλατειάζω άλλο, κρατάω μόνο μια πισινή για το ενδεχόμενο να τον δούμε κάποτε ηγέτη με την Αργεντινή. Να μην αισθάνεται την ασφάλεια του Τσάβι και του Ινιέστα για να αποδώσει τα μέγιστα μέσα στο γήπεδο.
Να είναι μόνος δηλαδή και να μπορεί να κάνει τα ίδια θαύματα έξω από το ασφαλές περιβάλλον της Μπαρτσελόνα στο οποίο μεγάλωσε. Τότε ίσως να παραδεχτώ, μαζί με όσους λατρέψαμε τον Μαραντόνα (γιατί όλα φυσικά είναι υποκειμενικά) στην παιδική μας ηλικία, ότι ο Μέσι είναι ο κορυφαίος. Αλλά αμφιβάλλω...
ΠΗΓΗ: sentragoal.gr