Αν τον περασμένο Ιούνιο, την ημέρα που ο Ολυμπιακός ανακοίνωνε την πρόσληψή του, άκουγε από κάποιον να προβλέπει ότι η πρώτη αγωνιστική του 2013 θα τον έβρισκε 8 βαθμούς μπροστά από τον δεύτερο και αήττητο, ο Λεονάρντο Ζαρντίμ θα τρόμαζε, με τη σκέψη των υψηλών προσδοκιών που θα αντιλαμβανόταν ότι είχε από αυτόν ο νέος του σύλλογος. Αν άκουγε ότι θα συμβεί όλο αυτό και ότι στην ανάπαυλα του ημιχρόνου αυτού του παιχνιδιού θα εισέπραττε, ως μέλος της ομάδας, την αποδοκιμασία της πλειονότητας των οπαδών που βρέθηκαν στο Καραϊσκάκη, ο Πορτογάλος είτε θα γελούσε, επειδή δεν θα πίστευε ότι αυτό είναι δυνατόν να συμβεί, είτε θα το έβαζε στα πόδια, για να φύγει μακριά από την Ελλάδα, αν πίστευε ότι θα μπορούσε να του συμβεί. Και τώρα, που το συμβαίνει, αδυνατεί να εξηγήσει στους συμπατριώτες του, που διερωτώνται, για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό.
Είναι, το λιγότερο, υπερβολική η απαίτηση που βάζει στην πλάτη του Ζαρντίμ ο κόσμος που αποδοκιμάζει ή/και δηλώνει ανικανοποίητος. Πόσα παραπάνω θα μπορούσε να έχει δείξει ένας 38χρονος προπονητής, πρωτόπειρος σε πάγκο μεγάλης ομάδας, πρωτόπειρος σε πάγκο ξένης ομάδας, στους πρώτους περίπου επτά μήνες της δουλειάς του σε μια άλλη χώρα με μια ομάδα που δεν είχε προπονήσει ποτέ; Πόσο λιγότερα θα έπρεπε να του ζητεί η λογική να δείξει από όσα έδειξε και πόσο λιγότερα αποτελέσματα θα έπρεπε κανείς να του ζητήσει σε Ελλάδα και (κυρίως) Ευρώπη αν λάμβανε υπόψη τις καθυστερήσεις του καλοκαιριού στον σχηματισμό του ρόστερ, την μικρή ενίσχυση και τις αναποδιές με τους τραυματισμούς;
Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο στο gazzetta.gr