Ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει και το μέγεθος του συλλόγου σε παγκόσμιο επίπεδο. Μπορεί για εμάς τους Έλληνες, λόγω και συγκυριών τα τελευταία χρόνια, κυρίως όμως λόγω ιδιοσυγκρασίας, να είμαστε πιο κοντά σε ομάδες όπως η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ ή οι παραδοσιακές Αγγλικές (Γιουνάιτεντ, Λίβερπουλ) και Ιταλικές (Μίλαν, Γιουβέντους). Αυτό όμως δεν σημαίνει, πως ο Βαυαρικός κολοσσός δεν είναι ένα τεράστιο brand name στην παγκόσμιο κοινότητα του ποδοσφαίρου.
Κυρίαρχος στην Γερμανία, δίχως βέβαια τα σταλινικά ποσοστά άλλων πρωταθλημάτων, πάντως αποδεδειγμένα η καλύτερη ομάδα στην ιστορία της μπουντεσλίγκα. Και τα 6 ευρωπαϊκά της τρόπαια (με 4 Πρωταθλητριών/Τσάμπιονς Ληγκ) είναι μια επιπλέον απόδειξη του μεγέθους της.
Η μεγαλύτερη όμως επιβεβαίωση ήρθε ακριβώς το απόγευμα της Τετάρτης. Με την αποδοχή της πρότασης της από τον Γκουαρντιόλα. Και μόνο η δημοσιοποίηση της συμφωνίας, «ψηλώνει» ακόμη περισσότερο τον σύλλογο του Μονάχου. Δεν είναι λίγο πράγμα, η «χυλόπιτα»,που έριξε ο κορυφαίος προπονητής, στους νεόπλουτους μνηστήρες του, για τα μάτια της «σοβαρής Μπάγερν».
Ασφαλώς και τις επόμενες ημέρες θα γίνουν γνωστές πολλές από τις λεπτομέρειες του «γάμου». Αναμφισβήτητα όμως, πρωταρχικό ρόλο στην απόφαση του Πεπ, δεν έπαιξαν τα χρήματα. Όχι ότι δεν θα πάρει. Άλλωστε η Μπάγερν αποτελεί μία από τις πλουσιότερες ομάδες ανά την υφήλιο με τεράστια μάλιστα κερδοφορία. Όμως η στρατηγική επιλογή της, δεν είναι να ξοδεύει αφειδώς χρήματα για το τιμονιέρη της. Και την μυθική προσφορά του Αμπράμοβιτς, με τα 22 χαρτιά τον χρόνο, ήταν αδύνατον να την κοντράρει ο οποιοσδήποτε, πλην ίσως του σεϊχη Μανσούρ.
Όμως ο Γκουαρντιόλα ζύγισε νομίζω, περισσότερο, την δυναμική του συλλόγου, το πνεύμα του νικητή που έχει η φανέλλα της Μπάγερν, και σίγουρα το γεγονός, ότι αγωνιστικά, θα χρειαστούν οι λιγότερες παρεμβάσεις από οποιονδήποτε άλλον σύλλογο πήγαινε, για να πλησιάσει στο «τικι-τάκα» στυλ παιχνιδιού, που θέλει να έχουν οι ομάδες του. Ξέροντας ότι η μεγάλη πρόκληση δεν θα είναι ο εγχώριος τίτλος, αλλά κυρίως το Τσάμπιονς Ληγκ, πάει και με την «προίκα», της σχεδόν βέβαιης κατάκτησης του τίτλου στην Γερμανία, κάθε χρόνο: εντάξει, η Ντόρτμουντ μπαίνει που και που στο μάτι του Βαυαρικού γίγαντα. Αν κάνουμε όμως μια αναδρομή στην τελευταία 20ετία, τα 6 από τα δέκα Κύπελλα ανά δεκαετία, πήγαν Μόναχο, επομένως η στατιστική λέει, ότι ξεκινά από θέση ισχύος. Και αυτό του δίνει την «άνεση» να επιχειρήσει να περάσει την φιλοσοφία Γκουαρντιόλα στην ομάδα, με μικρότερο ρίσκο.
Προσέξτε, δεν είναι κάτι εύκολο αυτό. Το επιχείρησαν και άλλοι στο παρελθόν, με τελευταίο παράδειγμα τον Κλίνσμαν, που είχαν και μεγαλύτερη «σχέση» με το Γερμανικό ποδόσφαιρο, και πήραν τον …δρόμο τον μακρύ. Είναι όμως τόσο καθολική η αναγνώριση της αξίας του (η Ντόρτμουντ έδωσε συγχαρητήρια στην αντίπαλο της για την πρόσληψη, τονίζοντας ότι είναι προς το συμφέρον του Γερμανικού ποδοσφαίρου!) και τόσο προσιτός και αγαπητός, ως άνθρωπος, που θα του δοθεί σίγουρα πίστωση χρόνου.
Περιμένω με αγωνία να δω δύο πράγματα: 1ον, εάν θα μπορέσει να δημιουργήσει μια εξίσου θεαματική ομάδα, όπως η Μπάρτσα, αποδεικνύοντας ότι τελικά δεν έκανε προπονητικό όνομα, στις πλάτες της Μασία. Και 2ον , εάν θα μπορέσει να σταματήσει την υπερηχητική πρώην ομάδα του. Αυτός και αν θα είναι τελικός!
Πηγή: pamesports.gr