Μερικά συμπεράσματα... Αλλο η τέχνη στο ποδόσφαιρο και άλλο το ποδόσφαιρο στην τέχνη. Το πρώτο είναι η ικανότητα ενός παίκτη να βάζει δικά του στοιχεία σε μια ποδοσφαιρική ενέργεια που θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Κλασικό παράδειγμα η «απόκρουση του σκορπιού» από τον Χιγκίτα. Ηταν προφανώς ευκολότερο για τον Χιγκίτα να αποκρούσει την μπάλα με τα χέρια, αλλά αφήνοντάς την να περάσει και αποκρούοντάς την με τα τακούνια έκανε κάτι μοναδικό παραμένοντας αποτελεσματικός. Το ποδόσφαιρο στην τέχνη είναι πώς καλλιτέχνες εμπνευστήκανε από το ποδόσφαιρο για να δημιουργήσουν έργα τέχνης. Εδώ να πω ότι η υψηλή τέχνη δεν είναι το φόρτε του αθλήματος.

Στον κινηματογράφο -επειδή ήμουνα εκτός Ελλάδας- δεν έχω δει τη «Φανέλα με το 9» του Παντελή Βούλγαρη, αλλά τα υπόλοιπα που έχω δει είναι από αξιοπρεπής λαϊκή τέχνη μέχρι άστα να πάνε. Δηλαδή από την «Κληρονόμο», που πέρασε στην ιστορία του κινηματογράφου σαν η κλοπή του Οσκαρ δεύτερου ρόλου από τον Κάρπετ μέχρι τη Ρένα Βλαχοπούλου να κάνει στα 70'ς τη διαιτητή Ρένα και τον Νίκο Ρίζο στις βιντεοταινίες του '70 τον πρόεδρο. Στις ξένες ταινίες τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα. Αλλά λίγο. Το ουγγρικό «Δύο ημίχρονα στην κόλαση» του Ζόλταν Φάμπρι είναι από τα μαυρόασπρα αντιναζιστικά του '50 που όλοι ο Γερμανοί λένε το «σ», «ζ», ενώ στην «Απόδραση των 11» τα λένε «ζ» αλλά στο έγχρωμο. Το «Μάικ Μπάσετ» ήταν μια συμπαθητική κωμωδία για όσους γουστάρουν βρετανικά ποδοσφαιρικά κλισέ, αλλά το «Bend it like Beckham» που αναφέρεται σε μια τινέιτζερ Ινδή στο Μπέρμιγχαμ που η παραδοσιακή οικογένειά της δεν την αφήνει να παίξει μπάλα, χρειάζεται πολύ καλή διάθεση ή καλά ναρκωτικά για να το δεις.

Στην μουσική υπάρχει η σούπερ επιτυχία «Αλέ, αλέ, αλέ» του Ρίκι Μάρτιν για το Μουντιάλ του 1998, υπάρχουν οι άπειρες βρετανικές εκτελέσεις ύμνων από τους παίκτες των ομάδων τους και διάφορες ελληνικές προσπάθειες. Οπως ο ύμνος της Εθνικής Ελλάδας από τον Μίκη Θεοδωράκη, που ήταν ίδιος αλλά πάρα πολύ ίδιος με το «Γελαστό παιδί» και το «Γεια σου Ελλάδα» του Μάριου Τόκα για το ταξίδι της Εθνικής το 1994 στην Αμερική που ήταν ανάλογης ποιότητας με το ποδόσφαιρο που είχε παίξει η ομάδα. Οι πιο διασκεδαστικοί όμως είναι οι ύμνοι των ομάδων, με αγαπημένο της Προό που τον έχει γράψει κουρέας και του παλιού της Νίκης Βόλου, που σύμφωνα με τον Κάρπετ είναι: «Στην Ιωνία γίνεται τρελό καλαμπαλίκι, παίζει και κερδάει η θεά η Νίκη». Στιχουργικά επίσης υπήρχε επιμόρφωση αφού αν δεν υπήρχε ο ύμνος του Ολυμπιακού από τον Παγιουμτζή, κανένας δεν θα θυμόταν τη Ζαγκλέμπιε. Εστω αν στον ύμνο τη λέει «Ζαγκλεμπιέ» και οι περισσότεροι που το ακούνε την περνάνε για ασθένεια που μεταδίδεται από κουνούπια.

Βιβλία για το ποδόσφαιρο υπάρχουν καλά αλλά στη λογοτεχνία είναι σχεδόν ανύπαρκτο. Αντίθετα είναι δυνατό στα κόμικ που από τα Roy of the Rovers μέχρι τα μάγκα και το ελληνικό «Γκρέκο ο ήρως των γηπέδων» που ένα ελληνόπουλο (έτσι ήταν η Ελλάδα πριν την καταστρέψει η τρόικα) πήγαινε στη Βραζιλία να τους μάθει μπάλα, το ποδόσφαιρο είναι δυνατό. Τα ποδόσφαιρο των κόμικ δηλαδή που μπορεί ένα χαφ να το απαγάγουν κακοί μπουκμέικερ στα αποδυτήρια και ιαπωνεζάκια πηδάνε δύο μέτρα πατώντας το ένα στους ώμους του άλλου.

Ποδόσφαιρο και τέχνη
Θυμήθηκα ένα από τα φοβερά κόλπα της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ. Στο Αθλητικό Σάββατο της ΥΕΝΕΔ καλούσαν δύο παίκτες πριν τα ντέρμπι πήγαιναν με έναν δημοσιογράφο σε γήπεδο και ο δημοσιογράφος με το χαμόγελο του γνώστη της δουλειάς του έδινε ένα μικρόφωνο λέγοντας: «Τώρα θα γίνετε δημοσιογράφοι και θα κάνετε ερωτήσεις ο ένας στον άλλον». Οι ταλαίπωροι παίκτες προχωρούσαν στο χορτάρι και οι ταλαιπωρότεροι τηλεθεατές άκουγαν συνομιλίες τύπου: «Πρέπει στο γήπεδο να παίξουμε όσο καλύτερα μπορούμε για να κερδίσουμε» έλεγε ο πρώτος. «Να κερδίσει ο καλύτερος και ο καλύτερος νομίζω ότι θα είμαστε εμείς» απαντούσε ο δεύτερος. Και μετά η εικόνα επέστρεφε στο στούντιο και ο παρουσιαστής έλεγε: «Φανταστική ατάκα. Και όλοι πρέπει να πάρουμε παράδειγμα από τους παίκτες που η αντιπαλότητά τους τελειώνει στα 90 λεπτά του αγώνα». Τέτοια μεγαλεία και ψαγμένα πράγματα. Κάτι τέτοιο συνέβη στην εκδήλωση της Δράσης Βριλησίων, που ήμουνα καλεσμένος, αντικείμενο ήταν «το ποδόσφαιρο και η τέχνη» και φυσικά για μισή ώρα μιλήσαμε για το ποδόσφαιρο και την τέχνη και τις υπόλοιπες δύο, για το ποδόσφαιρο και πώς μπήκε το γκολ από φάουλ του Ρομπέρτο Κάρλος από τον Ρότσα, για το ποδόσφαιρο και γιατί ο Αρδίζογλου πιανότανε κορόιδο όταν έπαιζε μπάλα και αυτός έδινε τα γκολ, αλλά τα λεφτά τα παίρνανε άλλοι, πώς πιάνονται τα πέναλτι από τον Σαργκάνη και πώς είχε σκοράρει με τον Φωστήρα όταν έπαιζε στον Αρη ο Νεοτάκης Λουκανίδης.

Ολα να έχουνε αμεσότητα, όπως έχουν τα πράγματα που λένε οι παίκτες όταν κόψουν την μπάλα αλλά καμία σχέση με το αντικείμενο. Επίσης προβλήθηκε ένα βίντεο από τον Νίκο Μάλιαρη που ο Θεοδωράκης λέει ότι του αρέσει το ποδόσφαιρο, χωρίς όμως να προχωρήσει σε αναφορές στη μουσική στο ποδόσφαιρο και εμφανίστηκαν κάποιοι πίνακες που έδειχναν φάσεις. Η μόνη εμπεριστατωμένη αναφορά στην τέχνη και το ποδόσφαιρο ήταν από τον ποιητή Γιώργο Μαρκόπουλο που διάβασε ποιήματα δικά του και άλλων ποιητών για την μπάλα, κλείνοντας με την οφθαλμοφανή σε όλους παρατήρηση ότι δεν είναι και τα καλύτερα των ποιητών.

Πιθανόν η πιο διασκεδαστική στιγμή της βραδιάς ήταν όταν μία πολιτικοποιημένη κυρία κοίταξε τον Αρδίζογλου στα μάτια και ρώτησε αν οι παίκτες έχουν σκεφτεί να παραμερίσουν τους παράγοντες και να πάρουν τις ομάδες στα χέρια τους. Ο Αρδίζογλου τις ανταπέδωσε το βλέμμα και απάντησε ότι αυτός έκανε τις φάσεις και τα λεφτά τα παίρνανε άλλοι. Μια προσπάθεια για αθλητική αυτοδιαχείριση είχε καταστραφεί από τα τραύματα από τον Μπάγεβιτς και τον Μαύρο.

ΠΗΓΗ: SportDay