Πάνε σχεδόν δύο δεκαετίες από τότε που κάποιος πολύ εύστοχα παρατήρησε πως κάποιες ομάδες μπορεί να δημιουργήσουν συνθήκες οργανωμένης αναρχίας, μέσα στο παιχνίδι και αυτό εύκολα αλλάζει ισορροπίες σε ένα ανταγωνιστικό επίπεδο. Αυτός που το είπε πρώτος ήταν ο Λουίς Σεζάρ Μενότι, ο Αργεντίνος προπονητής, που οδήγησε το 1978 την χώρα του στον παγκόσμιο τίτλο και πάντα είχε ανατρεπτικό λόγο. Ελεγε, λοιπόν, πως η μοντερνοποίηση του ποδοσφαίρου ως προιόντος θα απαιτήσει να θέλεις πάντα να παίξεις καλύτερα από τον αντίπαλό σου. Αλλά κάποιες φορές αυτό δεν θα γίνεται, οπότε οφείλεις να έχεις ένα εναλλακτικό σχέδιο. Ηταν μία εποχή που η Μίλαν του Αρίγκο Σάκι , του ανθρώπου που έφερε πάρα πολλά στοιχεία από τους Ολλανδούς των 70′s και πάλι στην μόδα, έπαιρνε δύο συνεχόμενα Κύπελλα πρωταθλητριών (κάτι που ακόμη περιμένουμε να ξανασυμβεί) και ο Μενότι επέμενε πως η μόδα του αντιποδοσφαίρου που είχε για χρόνια επικρατήσει θα έβρισκε νέο αντίδοτο: το ποδόσφαιρο που θα έχει οργανωμένη αναρχία. Οποιος θα μπορεί να αιφνιδιάσει τον αντίπαλο του με κάτι που θα είναι δουλεμένο μεν αλλά θα βγαίνει με άναρχο τρόπο, ουσιαστικά μέσω της έμπνευσης σπουδαίων παικτών θα έχει πάντα πλεονέκτημα. Ο Μενότι που, επίσης, είναι ο πατέρας των εκφράσεων «δεξιόστροφο» και αριστερόστροφο» ποδόσφαιρο, έλεγε πως η έμπνευση και η τεχνική πρέπει να επικρατούν της τακτικής και της φυσικής δύναμης. «Οι ομάδες που επιλέγουν να χαλάσουν τον ρυθμό συνήθως πέφτουν θύματα της τακτικής τους» τόνιζε και δεν έχει άδικο στις περισσότερες περιπτώσεις. «Αλλά πάντα θα το δοκιμάζουν γιατί αν μία φορά πετύχεις δύσκολα πείθεσαι πως δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος».

Ο Σάκι, έφερε την επανάσταση με την ιδέα πως ο χώρος ανάμεσα στην άμυνα και την επίθεση οφείλει να είναι σε σύμπτυξη. Η διαφορά με την σκέψη που διατύπωσε ο Ρίνους Μίχελς σχεδόν δύο δεκαετίες νωρίτερα, γεννώντας την ιδέα του Total Football είχε να κάνει με τον πιο επιθετικό τρόπο με τον οποίο εφάρμοζε το τεχνητό οφσάιντ η Μίλαν. Αυτό έκανε σχεδόν αδύνατο τον τρόπο παιχνιδιού του αντιπάλου με μπαλιές στην πλάτη της άμυνας. Ο μεγάλος Αγιαξ των 70′s έδινε κάποια μέτρα χώρο ανάμεσα στους χαφ και την άμυνα έχοντας μερικές φορές και μία υπέρμετρη αγωνιστική αλαζονεία, ενώ η Φέγενορντ του Ερνστ Χάπελ την ίδια περίοδο, επέτρεπε ανάμεσα στους επιθετικούς της και τα χαφ να υπάρχει λίγο κενό χαλαρώνοντας την θηλειά στο λαιμό του αντιπάλου! Ο Αρίγκο Σάκι που είχε περάσει ώρες μελετώντας σε βίντεο αυτές τις συμπεριφορές, κατέληξε σε ένα σύστημα που όλες οι γραμμές ήταν πάρα πολύ κοντά, σχεδόν μέσα σε 25 μέτρα. Οσοι προσπαθούσαν να τους παίξουν κατά μέτωπο έπρεπε να διασπάσουν τρεις γραμμές με μεγάλη συνοχή! Αυτό έδινε την δυνατότητα στους παίκτες της Μίλαν να μην κουράζονται άσκοπα και να μην ξοδεύουν ενέργεια και να έχουν άμεσες επιλογές μόλις κέρδιζαν ξανά κατοχή. Ακούγεται απλό αλλά στη πράξη και μέχρι να το συνηθίσουν δεν ήταν. «Γι’ αυτό η ομάδα θα έπρεπε να κινείται ολόκληρη με ενιαίο τρόπο πάνω και κάτω και από δεξιά στα αριστερά» είπε ο Σάκι μιλώντας στον Τζόναθαν Γουίλσον, συγγραφέα του βιβλίου «Αντιστρέφοντας την πυραμίδα» (εκδόσεις POLARIS) και εξηγώντας το πώς το κατάφερε είπε: «Οταν είχαμε την κατοχή ήθελα πάντα να βρίσκονται πέντε παίκτες μπροστά από την μπάλα».

Ο Σάκι, έλεγε πάντα πως το σύστημα ήταν το πιο σπουδαίο πράγμα στο ποδόσφαιρο. «Το ποδόσφαιρο έχει σενάριο» είχε πει σε μία συνέντευξη του. «Οι ηθοποιοί, αν είναι μεγάλοι, μπορούν να ερμηνεύσουν το σενάριο και τα λόγια τους σύμφωνα με την δημιουργικότητά τους αλλά θα πρέπει να ακολουθούν το σενάριο. Ημουν ο μόνος που θα μπορούσα να τους καθοδηγήσω και να τους βοηθήσω να αναπτύξουν ένα παιχνίδι με συλλογικά χαρακτηριστικά, κάτι που θα μπορούσε να μεγιστοποιήσει τις δυνατότητες του συνόλου. Η φιλοσοφία μου ήταν να διδάξω τους ποδοσφαιριστές όσα περισσότερα μπορούσα για να γνωρίζουν όσο το δυνατόν πιο πολλά. Αυτό θα τους έδινε την ικανότητα να πάρουν την σωστή απόφαση -και να την πάρουν γρήγορα- γνωρίζοντας κάθε πιθανό σενάριο μέσα στον αγωνιστικό χώρο».

Στα χνάρια της Μίλαν και του Αγιαξ του Τόταλ φούτμπολ είναι το ποδόσφαιρο της Μπαρτσελόνα. Ένα θέαμα πολύ ωραίο στο μάτι και άκρως αποτελεσματικό. Μόνο που ακόμη και αυτό το εξαιρετικό ποδόσφαιρο έχει αντίδοτο, όπως φάνηκε πέρσι με την Ιντερ και πριν λίγες μέρες με την Ρεάλ στο τελικό του Κυπελλου. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει κοινός παρονομαστής, ο Ζοσέ Μουρίνιο. Ο Γιόχαν Κρόιφ που, άλλωστε, δεν φοβήθηκε το καλοκαίρι να επιτεθεί στους συμπατριώτες του Ολλανδούς για τον τρόπο που επέλεξαν να χαλάσουν το παιχνίδι και την αυτοσυγκέντρωση της Ισπανίας, στον τελικό του Μουντιάλ με πολύ ξύλο και ανελέητο πρέσινγκ αντί να επιβάλλουν τον ρυθμό τους, έκανε πρόσφατα επίθεση στον Μουρίνιο λέγοντας πως οι ομάδες του δεν παίζουν καλά και πως ο ίδιος είναι προπονητής αποτελεσμάτων και όχι θεάματος. Μόνο που εδώ μπαίνει ένα τεράστιο ερωτηματικό: κανένας προπονητής δεν κάνει συμβόλαιο σε ομάδα με υποχρέωση το να παίξει η ομάδα καλά ασχέτως αν κατακτήσει τίτλους! Για να είμαστε λοιπόν δίκαιοι, ο Μουρίνιο προσλαμβάνεται λόγω εντυπωσιακού βιογραφικού και επουδενί λόγω της καλής μπάλας που έπαιξαν οι ομάδες του, αλλά κάθε άλλο παρά αποθαρρύνει το ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας. Αντίθετα το ενθαρρύνει. Όμως όπως συμβαίνει και στις ορχήστρες για να μπορούν οι βιολονίστες να βγουν μπροστά και να παίξουν, χρειάζονται βοήθεια από τα μπάσα της ομάδας που θα καθορίσουν τον ρυθμό.

Η τακτική και η πειθαρχία, που συνήθως είναι τα όπλα για να αποσταθεροποιήσεις τον αντίπαλο πρέπει να οδηγεί τελικά σε μια στρατηγική. Πρώτιστος σκοπός οφείλει να είναι το να επιτρέψεις το παιχνίδι και όχι να το καταστρέψεις. Ο Ερνστ Χάπελ, δημιουργώντας μετά τη Φέγενορντ (την πρώτη ολλανδική ομάδα που κατέκτησε το Πρωταθλητριών) την εξαιρετική ομάδα της Φ.Κ.Μπριζ στο Βέλγιο, οδηγώντας την σε δύο ευρωπαικούς τελικούς, τόνιζε πως «η αναγνώριση των γεγονότων εξαρτάται από την ερμηνεία τους» υποστηρίζοντας πως από την ερμηνεία των συμβάντων κάνεις υπολογισμό της πιθανότητας για να βελτιώσεις το επίπεδο του παιχνιδιού σου. «Οσο περισσότερα πράγματα αναγνωρίζεις και τα οικειοποιείσαι τόσο περισσότερα μπορείς να αφομοιώσεις και να προσθέσεις στο τρόπο παιχνιδιού σου.

Ακόμη και μία αποτυχία μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά αν δεις τα θετικά της» έλεγε και το αποδείκνυε με πράξεις. Στα λόγια του Χάπελ πορεύτηκε και ο Οσκαρ Ταμπάρεζ , ο κατά την γνώμη μου κορυφαίος τεχνικός στο Μουντιάλ το καλοκαίρι, απέτυχε παταγωδώς το 1996 στην Μίλαν, αν και είχε εξαιρετικούς παίκτες, με πείρα και τεράστια τακτική και τεχνική κατάρτιση, απολυόμενος μέσα σε λίγους μήνες! «Η σκληρή εμπειρία στο Μιλάνο με βοήθησε να αποδεχτώ την ωμή πλευρά της ζωής» δήλωνε πριν ένα χρόνο ο Ουρουγουανός «και αυτό που ξέρω είναι πως ποτέ ύστερα από εκείνη την τραυματική εμπειρία δεν θεώρησα πως είμαι άτρωτος. Αυτό με βοήθησε να γίνω καλύτερος προπονητής επειδή αναγνώρισα τα γεγονότα με την πραγματική τους διάσταση και όχι μέσα από την φιλτραρισμένη ωραιοποίηση που θα έδινε ο εαυτός μου θέλοντας να με δικαιολογήσει». Αυτές οι κουβέντες εξηγούν για όποιον αντιλαμβάνεται σφαιρικά τα γεγονότα και την γεμάτη υγεία εικόνα της Ουρουγουάης στο Παγκόσμιο Κύπελλο!

Για τον Μουρίνιο, λοιπόν, το στραπάτσο του 5-0 της Βαρκελώνης το Νοέμβριο, έβγαλε αντίδραση στη δράση. Εν ολίγοις έγινε μάθημα. Ο ίδιος δεν θα το παραδεχτεί ποτέ σαν τον Ταμπάρεζ δημόσια, αλλά ο εφιάλτης εκείνης της νύχτας τον έκανε να ψάξει αντίδοτα. Η Ρεάλ των επτά αμυντικογενών ποδοσφαιριστών στο πρώτο από τα ματς που έδωσαν πριν λίγες μέρες οι αντίπαλοι, έμοιαζε με κρας τεστ. Η Ρεάλ όμως που νίκησε στο Κύπελλο, δεν πειραματίστηκε αλλά εκτέλεσε άψογα στο γήπεδο αυτό που είχε δουλέψει ξανά και ξανά στη προπόνηση. Η Ρεάλ του Μουρίνιο σε αυτούς τους μήνες εξελίχτηκε, έμαθε, προσπάθησε να καλύψει το χάντικαπ. Ο Γκουαρντιόλα έχω την εντύπωση πως απλά άφησε τα πράγματα να κυλήσουν. Και αν δεν κάνει κάτι άμεσα στα δύο παιχνίδια που έρχονται, η ομάδα του ίσως γνωρίσει και άλλη δυσάρεστη εμπειρία. Οι παίκτες της Μπαρτσελόνα είναι ολοφάνερο πως ξέρουν από μόνοι τους να κάνουν πράγματα , αυτό που ο μεγάλος τους αντίπαλος ο Μουρίνιο, αποκαλεί «μνήμη του παιχνιδιού». Ωστόσο έρχεται μία στιγμή που κάθε ομάδα όσο μεγάλη και αν είναι , κοιτάει προς τον πάγκο και βλέπει έναν στρατηγό. Έναν άνθρωπο που έχει τα πάντα υπό έλεγχο. «Δεν υπάρχει ομάδα που να μην χρειάζεται καθοδήγηση» τόνιζε ο Ρίνους Μίχελς. «Ακόμη και αν δεν κάνεις κάτι, οφείλεις να δείχνεις πως έχεις ένα σχέδιο».

Στα δύο τελευταία παιχνίδια, η Ρεάλ έδειχνε να διαθέτει έναν τέτοιο, στο πρόσωπο του Μουρίνιο. Η Μπάρτσα όχι. Για τον Πεπ αυτά τα δύο ματς ήταν επίσης ένα μάθημα ζωής. Κάποτε όταν ο Αγιαξ του Μίχελς αφού είχε νικήσει 3-0 στο πρώτο γύρο, έχασε 4-1 από τη Φέγενορντ του Χάπελ στο δεύτερο. Οι δημοσιογράφοι ρώτησαν τον πανέξυπνο Αυστριακό πως το κατάφερε. «Κοίταξα τα λάθη του προηγούμενου αγώνα και κυρίως το τι έκαναν σωστά οι παίκτες του Αγιαξ. Ζήτησα από τους δικούς μου, αν μπορούν να κάνουν το ίδιο. Πρώτα από όλα όμως να μην ξανακάνουν τα ίδια λάθη » ήταν η απλή απάντηση του. Ο Μουρίνιο επειδή οι δικοί του δεν θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο με αυτό των αντιπάλων τους, ζήτησε ένα άλλο τρόπο παιχνιδιού. Σίγουρα, πάντως, ζήτησε να μην ξανακάνουν τα ίδια λάθη με αυτά του 5-0. Το ποδόσφαιρο είναι ένα πολύ απλό παιχνίδι, που όμως δεν μπορεί να έχει πάντα απλες λύσεις. Τα δύο ματς που θα ακολουθήσουν δεν θα μας κάνουν πιο σοφούς, αλλά σίγουρα θα μας κάνουν να εκτιμήσουμε πρόσωπα και καταστάσεις.

Πηγή: aixmi.gr