H έκρηξη του Τζενάρο Γκατούζο, προπονητή του ΟΦΗ, ήταν το περασμένο Σάββατο κάτι πιο θεαματικό από όλα τα ματς της 4ης αγωνιστικής της Σούπερλίγκα και φυσικά θύμισε σε πολλούς την αντίστοιχη συμπεριφορά του Αλμπέρτο Μαλεζάνι, προπονητή του ΠΑΟ το μακρινό 2006: ο Αλμπερτόνε είχε δώσει το δικό του σόου σε συνέντευξη Τύπου μετά από ένα ματς με τον Ηρακλή – περιττό να πω ότι στόχος και των δυο ήταν οι δημοσιογράφοι.

Χρόνια τώρα στην Ελλάδα έρχονται ξένοι προπονητές – κι όμως οι μόνοι δύο που μας έχουν χαρίσει τέτοια απολαυστικά ξεσπάσματα ήταν Ιταλοί.

Γιατί; Γιατί η κατάσταση που βρίσκουν, όταν φεύγουν από την Ιταλία, τους φαίνεται πρωτόγνωρη: μην ξεχνάτε αντίστοιχα θεαματικές συνεντεύξεις Τύπου και του Τζιοβάνι Τραπατόνι στην Ιταλία και του Ρομπέρτο Μαντσίνι στην Αγγλία και στην Τουρκία.

Τι ενοχλεί τους Ιταλούς προπονητές στην Ελλάδα; Δυο πράγματα. Το πρώτο η κακή συνήθεια των ποδοσφαιριστών (και όχι μόνο των Ελλήνων) να μιλάνε με τους δημοσιογράφους για τα καθαρά αγωνιστικά συχνά επικρίνοντας τους προπονητές με την κάλυψη του off the record. Το δεύτερο ότι οι Έλληνες δημοσιογράφοι, αντίθετα από τους Ιταλούς, δεν τους ζητάνε σχεδόν ποτέ τη γνώμη τους σε ιστορίες στις οποίες είναι πρωταγωνιστές.

Οι κλειστές προπονήσεις

Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Οι Ιταλοί προπονητές θεωρούν ότι οι κλειστές προπονήσεις γίνονται γιατί ο αντίπαλος, όποιος κι αν είναι, δεν πρέπει να έχει γνώση του τι κάνουν. Έχουν τέτοια τρέλα με την κλειστή προπόνηση, ώστε θεωρούν την «κατασκοπεία» έλλειψη fair play.

Θυμάμαι ότι κάποτε, μετά από ένα ντέρμπι της Ρόμα με τη Λάτσιο, ο προπονητής των Τζιαλορόσι Κάρλο Ματσόνε είχε κατηγορήσει τους ανθρώπους της Λάτσιο ότι είχαν αποκτήσει γνώση των δοκιμών, που έκανε, βάζοντας στο γήπεδο ένα βοηθό του προπονητή των γαλάζιων Ζντένεκ Ζέμαν μεταμφιεσμένο σε τραυματιοφορέα.

Είχε μάλιστα απειλήσει ο Ματσόνε ότι στο επόμενο ντέρμπι θα πήγαινε ο ίδιος προσωπικά έξω από το προπονητικό της Λάτσιο και θα σκαρφάλωνε σε ένα δέντρο για να κάνει κατασκοπεία με κιάλια!

Το ότι μπορεί σε μια χώρα οι ρεπόρτερ να καλούν τους παίκτες στα τηλέφωνα και να μαθαίνουν με το νι και με το σίγμα τι έγινε στην προπόνηση τους τρελαίνει. Δεν εντυπωσιάζονται μόνο οι Ίταλοί προπονητές από αυτό, αλλά και οι Ιταλοί δημοσιογράφοι. Πριν χρόνια ένας Έλληνας παίκτης που αγωνίζονταν σε ιταλική ομάδα μιλούσε με ένα δικό μας δημοσιογράφο, του λεγε τα πάντα κι ο δικός μας τα έλεγε όλα σε ένα Ιταλό: στον Ιταλό το πράγμα φαίνονταν απίστευτο!

Φυσικά και στην Ιταλία μπορεί ένας δημοσιογράφος να έχει μια καλή σχέση με ένα παίκτη: όταν αυτό συμβαίνει γίνεται μάλιστα πολύ γνωστό. Αλλά να μιλάνε όλοι οι ρεπόρτερ με την πλειοψηφία των παικτών, μοιάζει στους Ιταλούς απίθανο κι όταν το αντιμετωπίζουν τα χάνουν.

Σπανίως ζητάμε τη γνώμη τους

Τους ενοχλεί επίσης ότι οι Έλληνες δημοσιογράφοι σπανίως ζητούν τη γνώμη τους για θέματα που τους αφορούν. Αυτό ήταν στην προκειμένη περίπτωση που τρέλανε τον Γκατούζο κι όχι τόσο η ίδια η ιστορία.

Αν στην Ιταλία ο προπονητής έδιωχνε δυο παίκτες από την ομάδα κι αυτοί μιλούσαν σε ένα δημοσιογράφο ή η συζήτηση θα είχε χαρακτήρα συνέντευξης ή ο ρεπόρτερ θα έπρεπε δεοντολογικά να πάρει και τη γνώμη του προπονητή: θα το απαιτούσε πρώτα πρώτα η εφημερίδα.

Εδώ αυτό σπανίως συμβαίνει: ό,τι μας μοιάζει αληθοφανές δημοσιεύεται, όπως περίπου οι εμπλεκόμενοι ποδοσφαιριστές το διηγούνται και ο προπονητής την ιστορία την μαθαίνει από τις εφημερίδες! Όχι τυχαία άλλωστε, στην ιστορία της έκρηξης του Γκατούζο, και ο Δασκαλάκης και ο Φραγκουλάκης απαντώντας εξ αποστάσεως στον Ιταλό, απλά επιβεβαίωσαν τις λεπτομέρειες του ρεπορτάζ που τον είχε κάνει έξαλλο.

Ήταν πιο ωραίο παλιά

Η σχέση παικτών – δημοσιογράφων είναι στην Ελλάδα κάτι μοναδικό κι αυτό το ξέρουν πρώτα από όλα οι Έλληνες προπονητές, που άλλωστε ποδοσφαιριστές έχουν υπάρξει και οι ίδιοι και ξέρουν πως λειτουργεί το σύστημα: κάθε καλός Έλληνας προπονητής έχει μια καλή σχέση με ένα ρεπόρτερ ώστε να μαθαίνει από αυτόν ποιος μιλάει με ποιόν!

Η αλήθεια είναι ότι η χρήση των κινητών έχει απλοποιήσει τη δουλειά: οι μύθοι και οι θρύλοι λένε ότι υπάρχουν παίκτες που απαντάνε σε δημοσιογράφους στα κινητά ακόμα κι όταν βρίσκονται μέσα στα αποδυτήρια.

Παλιά, πριν τα κινητά, υπήρχε μεγαλύτερη δυσκολία στην απόδοση των λόγων του προπονητή: ένας καλός Έλληνας παίκτης, όχι διεθνής αλλά στην εποχή του χρήσιμος πολύ στην ομάδα, έχει γράψει με γουόκμαν ομιλία του Μπάγεβιτς στα αποδυτήρια της ΑΕΚ και την έδωσε στους δημοσιογράφους.

Θυμάμαι επίσης ένα άλλο από τους καλούς κάποτε της Εθνικής μας, που στην προ της έλευσης των κινητών εποχή, είχε ανάγει σε εκπρόσωπο Τύπου τη γυναίκα του: της έλεγε οτιδήποτε γίνονταν στην προπόνηση, η κυρία του το «μοίραζε», αυτός έπαιζε τον αντιδημοσιογραφικό και έχει πει το ιστορικό «αν πιστεύεται ότι τα λέω εγώ στο Νικολακόπουλο είμαι έτοιμος να μου κάνετε τον ορό της αλήθειας»!

Μερικοί από τους παίκτες ήταν τόσο καλοί στις δημοσιογραφικές εκτιμήσεις, που έχουν δώσει ειδήσεις πριν αυτές ανακοινωθούν: το «φάτσα απολυμένου» που χρησιμοποιώ καμιά φορά για να περιγράψω προπονητή που δύσκολα θα βγάλει τη χρονιά, μου το χει πει ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού όταν είδε κάποτε τον Λεμονή να βγαίνει αναστατωμένος από το γραφείο του Λούβαρη.

Η ανακοίνωση της τότε απόλυσης του καλού Τάκη βγήκε μετά από μια ώρα. Οι Ισπανοί προπονητές δεν έχουν πρόβλημα εδώ με τον Τύπο: ο οπαδικός μας Τύπος τους θυμίζει τις Μάρκες, τις Ας και τις Ελμούντες Ντεπορτίβες.

Οι Ιταλοί που χουν μεγαλώσει με την ιδέα ότι καταξίωση είναι να δώσεις μια συνέντευξη στην Corriere ή στην Repubblica, εδώ που βλέπουν ότι όλοι μιλάνε με όλους, χωρίς σεβασμό για ρόλους και ονόματα, τρελαίνονται…

Πηγή: sport24.gr