Το πανό μπροστά στην άδεια Θύρα 13 έγραφε "δώστε μας πίσω τις Κυριακές μας", αλλά τελικά μας δώσανε πίσω τον Μάρκους Μπεργκ που γνωρίσαμε κι αγαπήσαμε. Δεν είναι και μικρό πράγμα αυτό εδώ που τα λέμε.

Άχαρο και ψυχρό πράγμα το άδειο γήπεδο. Για τον τηλεθεατή που το παρακολουθεί από το σπίτι του, για εμάς τους δημοσιογράφους στα booth, για τους παίκτες και τους προπονητές που προτιμούν τη φασαρία, ακόμα κι αν είναι εχθρικό το κλίμα, από την ησυχία Κυριακάτικης Λειτουργίας που έχει ένα ματς κεκλεισμένων των θυρών. Προσοχή, τη φασαρία γουστάρουν, όχι τα ιπτάμενα αντικείμενα και τις φωτοβολίδες, τις μπούκες οπαδών και τις καφρίλες. Αλλά ακόμα και ένα τόσο ήσυχο παιχνίδι, με θόρυβο να έρχεται μόνο από τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και τους χιλιάδες φίλους του Παναθηναϊκού που μαζεύτηκαν εκεί, μπορεί να το ανάψει και να το κάνει συναρπαστικό η απόδοση των πρωταγωνιστών του, που μας έδειξαν ότι ακόμα και ένα ντέρμπι που έχει βαθμολογική σημασία, που έχει αντιπαλότητα, που μπορεί να κρίνει τη δεύτερη θέση, μπορεί ταυτόχρονα να είναι αισθητικά υπέροχο, παραγωγικό σε γκολ και φάσεις, καθαρό από μαρκαρίσματα, κάρτες και χρόνο παιχνιδιού. Ειδικά αν ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του, αυτός που βάζει φωτιά στο άδειο και παγωμένο γήπεδο, είναι ένας ψυχρός εκτελεστής σαν τον Μάρκους Μπεργκ.

Το έψαχνε το μεγάλο ματς εδώ και καιρό ο Σουηδός., Είχε μερικά γκολ από τότε που επέστρεψε από τον τραυματισμό του, είχε μερικά καλά διαστήματα σε αγώνες ή ένα καλό ημίχρονο από δω κι από κει, αλλά συνολικά καλό παιχνίδι δεν είχε. Και είχε νεύρα, έκανε αρκετά φάουλ, μανούριαζε με αντιπάλους ή με διαιτητές, έκανε δηλαδή όλα αυτά που συνήθως γίνονται όταν δεν σου πάνε τα ματς, όταν δεν νιώθεις καλά, όταν πασχίζεις να επιστρέψεις στα υψηλά στάνταρντς και αυτό δεν γίνεται. Δεν μπόρεσε επίσης να κάνει τη διαφορά και σε κανένα μεγάλο παιχνίδι, ούτε ευρωπαϊκό, ούτε στη Λεωφόρο με Ολυμπιακό ή με Ξάνθη στο κύπελλο, παιχνίδια όπου οι ομάδες έχουν ανάγκη τους ηγέτες τους και παιχνίδια επίσης όπου οι μεγάλοι παίκτες ανεβάζουν ψυχολογία και αποκτούν καλύτερη διάθεση. Με τον ΠΑΟΚ όμως ξαναείδαμε τον Μπεργκ τον αληθινό, τον Μπεργκ τον ηγέτη, που δεν χαρίζει ούτε μισή φάση, που βάζει γκολ και δίνει ασίστ, που τραβιέται πλάγια για να ανοίξει διαδρόμους και ψάχνει την πάσα όταν βλέπει συμπαίκτη να ξεκινάει την κούρσα, τον Μπεργκ που διαβάζει την αντίπαλη άμυνα και τις αδυναμίες αυτού που τον μαρκάρει και μπορεί να τον αλαλιάσει. Είδε γρήγορα ότι ο Ρικάρντο Κόστα στρίβει πιο δύσκολα κι από νταλίκα σε σοκάκι και χτύπησε την άμυνα ακριβώς εκεί: το πρώτο γκολ το βάζει ανενόχλητος με κεφαλιά, το δεύτερο κόβοντας την άμυνα στα δυο με γρήγορη κάθετη κίνηση, το τρίτο με "ζωγραφιά" προλαβαίνοντας κάθε αντίπαλο. Και ενδιάμεσα είχε φροντίσει να ταϊσει τον Καρέλη για το γκολ που έφερε το ματς στα ίσια, στο πιο κομβικό σημείο του παιχνιδιού, όταν ο ΠΑΟΚ γύρισε το σκορ και έδειξε να πατάει πολύ γερά στα πόδια του.

Για να είμαι ακριβής, δεν είδαμε απλά τον Μπεργκ τον αληθινό, αλλά το δίδυμο Μπεργκ - Καρέλης το αληθινό. Με συνεργασίες με κλειστά μάτια, με ταχύτητα σκέψης και ποδιών, με χημεία. Ο Πέτριτς σ' αυτό το ματς δεν φάνηκε, ο Κλωναρίδης είχε μόνο το σουτ που πέρασε σύριζα άουτ πριν δώσει τη θέση του στον Καρέλη, οπότε το περσινό καυτό δίδυμο έπρεπε να δώσει τη λύση. Με έναν Μπεργκ που έκανε το καλύτερο φετινό του παιχνίδι σε μια σημαντική στιγμή (καλύτερο κι από το εντός ματς με τη Μίντιλαντ, λόγω της δυναμικότητας του ΠΑΟΚ αλλά και της άδειας Λεωφόρου) και έναν Καρέλη καλύτερο και πιο παραγωγικό σε σχέση με πέρυσι, με καλύτερα τελειώματα (κι ας έχασε το τετ-α-τετ στη φάση που εξέθεσε τον Ρικάρντο Κόστα προστατεύοντας υπέροχα τη μπάλα με το σώμα του).

Κι όλα αυτά τα ωραία πράγματα που έγιναν μπροστά, βοήθησαν ώστε να μην στοιχίσουν όλα αυτά τα λιγότερο ωραία πράγματα που έγιναν ή δεν έγιναν στα μετόπισθεν. Κόντρα σε όλα αυτά που έχει χτίσει ο Παναθηναϊκός τους τελευταίους μήνες, τη σφιχτή αμυντική και μεσοαμυντική λειτουργία, το κανένα ή ένα γκολ το πολύ που δεχόταν (μόνο στο Ηράκλειο έφαγε δυο, σε ματς που έλειπε ο Ταυλαρίδης), δέχθηκε τρία γκολ από τον ΠΑΟΚ, τρία ωραία γκολ είναι η αλήθεια και κινδύνευσε σε ακόμα 1-2 περιπτώσεις. Αλλά μεταξύ μας, τι προτιμάμε; Ο προπονητής, προτιμά προφανώς τα καθαρά 1-0 ή 2-0, τα παιχνίδια χωρίς καρδιοχτύπια, την άμυνα που σκουπίζει τους κινδύνους και καθαρίζει κάθε υποψία δύσκολης κατάστασης. Εμείς όμως οι υπόλοιποι, όσοι αγαπάμε το ποδόσφαιρο και το θέαμα, προφανώς και θέλουμε τα 4-3 πολύ περισσότερο από τα 1-0, έστω και πότε - πότε. Αυτά θα συζητάμε και θα θυμόμαστε για καιρό, αυτά είναι τα παιχνίδια, τα ντέρμπι, που μένουν χαραγμένα στη μνήμη.

Πηγή: sport24.gr