Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Καθημερινή της Κυριακής», ο πρώην πρόεδρος της Ένωσης μίλησε για τον αρνητισμό του προς το ελληνικό ποδόσφαιρο μετά την απεμπλοκή του από τα διοικητικά της ΠΑΕ, δήλωσε ανυπόμονος να πάει με τον γιο του στο γήπεδο στο ξεκίνημα της σεζόν, ενώ για πιθανή επιστροφή του σε κάποιο πόστο στην ΑΕΚ, τόνισε πως «ποτέ δεν λέει ποτέ», αν και για την ώρα δεν το... πολυβλέπει.

Αναλυτικά:

«Έχω μάθει ποτέ να μη λέω ποτέ. Από τότε που έφυγα από την ΑΕΚ έχω αρνητισμό, όχι προς την ομάδα μου, προς το ελληνικό ποδόσφαιρο. Από την άλλη πλευρά, περνάνε τα χρόνια και όλα μαλακώνουν. Πάντως σήμερα κάτι τέτοιο δεν είναι στις σκέψεις μου. Αντιθέτως, δεν βλέπω την ώρα να ξεκινήσει η σεζόν, να πάω τον γιο μου στο γήπεδο», τονίζει στο χαρακτηριστικό απόσπασμα.

Για την πορεία του από ποδοσφαιριστής της ΑΕΚ στον προεδρικό θώκο: «Το να βλέπω τον κόσμο να παραληρεί ήταν η μεγαλύτερη χαρά μου. Αυτό δεν πληρώνεται ποτέ. Γι’αυτό έπαιζα μπάλα. Μετά έγινα πρόεδρος. Γιατί; Πάλι χαρά. Πάλι είχε να κάνει με τον κόσμο. Όταν έφυγα από την ΑΕΚ έφτιαξα εταιρία συναυλιών. Κι εδώ ο παράγοντας “κόσμος.” Σε σχέση με την ΑΕΚ το λάθος μου ήταν ότι δεν ήμουν διπλωμάτης κι αυτό μου κόστισε. Θωρούσα ότι επειδή τα κίνητρά μου ήταν καθαρά, είχαν όλοι την υποχρέωση να με καταλαβαίνουν με την πρώτη. Το θεωρούσα αυτονόητο. Τραγικό λάθος. Γιατί μετά, μπαίνοντας στη θέση τους είδα την εξής εικόνα: Έναν τύπο που παρατάει την καριέρα του στο ποδόσφαιρο απορρίπτει ένα συμβόλαιο στην Ατλέτικο, γίνεται πρόεδρος στην ΑΕΚ και βάζει και δύο εκατομμύρια από τα λεφτά του. Και όλα αυτά για την ψυχή της μάνας του. Ήταν αφέλειά μου να πιστεύω ότι όλοι αυτονόητα θα καταλάβαιναν τις καλές μου προθέσεις».

Για τα επεισόδια στο ΑΕΚ-Ατρόμητος όπου υπέδειξε τους δράστες απαντάει ορθά-κοφτά πως δεν θα το έκανε ξανά: «Όχι. Έπεσα σε παγίδα. Παραπλανήθηκα. Απλώς δεν βγήκα ποτέ να το πω. Τώρα πια ξέρω ότι δεν πρέπει να φτάνω στο σημείο, εγώ, ολομόναχος να βγαίνω σαν τον Δον Κιχώτη και να κάνω κάτι τέτοιο. Θα πρέπει πρώτα η πολιτεία να ασχοληθεί, ώστε να είμαι υποχρεωμένος να ακολουθήσω τους κανόνες που θα έχουν τεθεί συντεταγμένα»

Για το αν θα ήταν λύση το ηλεκτρονικό εισιτήριο ή οι κάμερες: «Όχι, βέβαια. Είναι ένα από τα πράγματα που πρέπει να γίνουν. Χρειάζεται σχεδιασμός και αποφάσεις. Το ποδόσφαιρο είναι ένα μικρό κομμάτι της κοινωνίας, εξαιρετικά δημοφιλές. Οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα δεν είχαν ποτέ την ευφυΐα να το “χρησιμοποιήσουν” απολαμβάνοντας τα τεράστια οφέλη που θα είχε μια κίνηση εξυγίανσης. Τι καλύτερη διαφήμιση για μια κυβέρνηση, αν καθάριζε το ποδόσφαιρο. Πώς; Είναι πολύ εύκολο. Το πρώτο που πρέπει να κάνει κάποιος είναι να σταματήσει να συσκέπτεται στο γραφείο του για το πώς θα το καταφέρει. Ας πάει να μιλήσει με τη γαλλική, την αγγλική, τη γερμανική ομοσπονδία. Να τους περιγράψει την κατάσταση και να μάθει πώς λειτουργούν εκεί. Δεν υπάρχει κάτι να σκεφτούμε. Το έχουν σκεφτεί άλλοι πριν από μας. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να πάρουμε γνώση απ’ όλους αυτούς και να έρθουμε εδώ να την εφαρμόσουμε στα δικά μέτρα».

Για το γεγονός πως παρότι οι Έλληνες παίκτες έχουν ανοιχτή την πόρτα του εξωτερικού, η κατάσταση εντός συνόρων δεν βελτιώνεται: «Είναι ένα ανθρώπινο κεφάλαιο που χάνεται γιατί όταν ο Έλληνας παίκτης επιστρέψει με ό,τι έχει κερδίσει από τη νοοτροπία άλλων χωρών, βρίσκει τις ίδιες συνθήκες, την ίδια κακή νοοτροπία, χρόνια τώρα»

Όσον αφορά τις ενστάσεις του για την χωροταξία του γηπέδου, συνεχίζουν υφίστανται: «Το ίδιο πιστεύω και τώρα, αλλά αν η σημερινή ΑΕΚ θέλει να γίνει εκεί, οι αρχές είναι υποχρεωμένες να βοηθήσουν γιατί τα οφέλη είναι κοινά. Ένα γήπεδο δεν το φτιάχνουμε για να πηγαίνουμε εμείς. Θα μείνει εκατό χρόνια εκεί και αν είναι εμβέλειας γειτονιάς δεν έχει μέλλον. Την ΑΕΚ την έχω στο μυαλό μου μια πολύ μεγάλη ομάδα. Το ποδόσφαιρο κάποια στιγμή θα καθαρίσει και στην Ελλάδα, και θα είναι γιορτή. Χρειάζεται ένα μεγάλο γήπεδο, με πολλές εμπορικές χρήσεις, γιατί μια ομάδα είναι πάντα μια ανώνυμη εταιρεία. Αυτοί ήταν οι προβληματισμοί μου»