«Οταν ένας παίκτης φτάνει στο ταβάνι των δυνατοτήτων του και όταν βρίσκεται στο αποκορύφωμα της καριέρας του, τον πουλάς», δηλώνει ο Λούμπος Μίχελ, με αφορμή την υπόθεση του Μακ και φέρνει το παράδειγμα του Κάτσε, για τον οποίο πέρσι υπήρχε πρόταση με 2,5 εκατομμύρια ευρώ, ο ΠΑΟΚ δεν τον πούλησε και φέτος δεν μπορεί να βρει γι’ αυτόν καμία προσφορά.
Εδώ που τα λέμε, δεν έχει άδικο, μολονότι ένα ζήτημα είναι ποιος και πώς κρίνει αν ένας παίκτης έφτασε όντως ταβάνι. Μπορεί, δηλαδή, αν μείνει ο Μακ στον ΠΑΟΚ, να είναι ακόμη καλύτερος του χρόνου και τότε να λέμε ότι έκανε «πικ». Μπορεί όντως να αρχίσει να «πέφτει» από εδώ και πέρα. Ανεξάρτητα όμως από το αν δικαιωθεί η όχι η εκτίμηση του Μίχελ ή του Ιβιτς, σημασία έχει πράγματι να πουληθεί ένας παίκτης την κατάλληλη στιγμή για να μπορέσει η ομάδα να έχει κέρδη. Του χρόνου το καλοκαίρι, άλλωστε, λήγει το συμβόλαιο του Μακ και το μόνο βέβαιο είναι ότι τότε ο ΠΑΟΚ δεν θα μπορεί να τον πουλήσει. Θα έχει πει «όχι» σε 3-3,5 εκατ. ευρώ και κανείς δεν ξέρει αν η προσφορά του Μακ τον τελευταίο χρόνο του συμβολαίου του θα υπερκαλύψει σε αξία αυτό το ποσό.
Για τον Κάτσε δεν «σηκώνει» συζήτηση το θέμα. Αν όντως πέρσι ο ΠΑΟΚ αρνήθηκε 2,5 εκατ. ευρώ ήταν ανοησία. Κάποιος έπρεπε να εκτιμήσει αν η προσφορά του θα είναι μεγαλύτερη από αυτά τα 2,5 εκατομμύρια κι αν φέτος το καλοκαίρι, έναν χρόνο πριν από τη λήξη του συμβολαίου του, θα μπορούσε να πουληθεί με περισσότερα.
Δυστυχώς, οι εποχές άλλαξαν και μαζί τους άλλαξε και το ποδόσφαιρο. Κάποτε θα λέγαμε ότι ο Μακ πρέπει να τερματίσει την καριέρα του στον ΠΑΟΚ και μαζί με άλλους Μακ να διατηρήσουν την ομάδα σε υψηλό επίπεδο για πολύ καιρό. Ετσι, πολλοί παίκτες θα μπορούσαν και να ταυτιστούν τόσο με την ομάδα, όσο και με τον κόσμο της, όπως γινόταν παλιότερα.
Βλέπετε, όμως, ούτε οκταετίες υπάρχουν, ούτε δωδεκαετίες. Σήμερα οι παίκτες δεσμεύονται μόνο για όσο χρονικό διάστημα δεσμεύονται από το συμβόλαιο που υπογράφουν. Και μπορούν να υπογράψουν ακόμη και για έξι μήνες. Δεν υπογράφουν υποχρεωτικά για οκτώ χρόνια και ύστερα για άλλα τέσσερα. Κάποτε η αγορά ήταν «κλειστή» και «αυστηρή» και ευνοούσε τις ομάδες, εδώ και πολλά χρόνια είναι εντελώς ελεύθερη και αυτό ευνοεί τους παίκτες.
Συνεπώς, ας ξεχάσουμε τον Κούδα και τον Σαράφη, ας ξεχάσουμε και τα «χτισίματα». Μπορεί να «χτίσεις» ομάδα για ένα – δύο χρόνια, ύστερα όμως θα αρχίσουν οι διαρροές. Είτε γιατί κάποια ομάδα θα πληρώσει τη ρήτρα που έβαλες στο συμβόλαιο ενός παίκτη, είτε γιατί εσύ ο ίδιος θα κρίνεις ότι σε συμφέρει περισσότερο να πουλήσεις έναν παίκτη παρά να τον κρατήσεις. Εξ ου και οι 10 κατά μέσο όρο μεταγραφές που είσαι υποχρεωμένος να κάνεις κάθε χρόνο. Εκτός κι αν καταφέρεις να αναδείξεις ή να βρεις τον Μέσι, τον Τσάβι και τον Ινιέστα και να μπορέσεις φυσικά να τους κρατήσεις, χρυσοπληρώνοντάς τους σε κάθε ανανέωση, αλλά και απολαμβάνοντας τους τίτλους που σου χαρίζουν.
Για να επανέλθουμε στον Μακ, αξίζει να θυμίσουμε ότι ο ΠΑΟΚ τον απέκτησε με 300.000 ευρώ από τη Νιρεμβέργη. Αν όντως τον πουλήσει με 3,5 εκατομμύρια, αντιλαμβάνεστε ότι παίρνει πίσω 12 φορές τα λεφτά. Επικερδής η μπίζνα και κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους ανθρώπους του ΠΑΟΚ που βάλθηκαν πώς και πώς να τον πουλήσουν. Μακάρι να προκύψουν και άλλες τέτοιες στο μέλλον. Αλλά για να προκύψουν συμφέρουσες πωλήσεις πρέπει να αποδειχθεί πρώτα ότι έγιναν εύστοχες αγορές.
Πηγή: Metrosport