Γράφει ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΡΜΟΙΡΗΣ
Στον Φρανσουά Μοντέστο θα αποδοθούν οι όποιες ευθύνες του αναλογούν για το διπλό ναυάγιο στις επαφές με τον Ρεμί Γκαρντ, αλλά και για το γενικότερο φιάσκο των διερευνητικών επαφών του στη γαλλική αγορά με στόχο την εξεύρεση νέου προπονητή. Και ήδη ο Κορσικανός πληρώνει το μάρμαρο με την παύση από τα καθήκοντά του.
Δεν είναι βέβαια, όμως, ο Μοντέστο το ζήτημα. Το δάσος έχει ολόκληρη συστάδα δέντρων… Ο Ολυμπιακός – λέει μετ’ επιτάσεως το ρεπορτάζ – έχει βρεθεί πλησίον πια του περυσινού αδιεξόδου του, τότε που ο Μάρκο Σίλβα αποφάσιζε να μην επιβιβαστεί στο αεροπλάνο για την καλοκαιρινή προετοιμασία και οι ερυθρόλευκοι «κρεμάστηκαν» πάνω στη λύση του «αμούστακου» ως α’ προπονητή, Βίκτορ Σάντσεθ, για να… μην κάνει στο τέλος την προπόνηση της ομάδας ο Δουρέκας!
Για να ακολουθήσουν όσα ακολούθησαν, έγιναν απανωτά λάθη. Σαν να ήθελαν οι Πειραιώτες από ένα σημείο και μετά, να… καταρρίπτουν τα ρεκόρ το ένα ύστερα από το άλλο σε άστοχες ενέργειες και αποφάσεις. Οι οποίες δεν περιορίστηκαν στο κεφάλαιο «προπονητής», αλλά χαρακτήρισαν ένα κάρο και από τις μεταγραφικές επιλογές τους.
Τα αποτελέσματα γνωστά: Ο τίτλος του πρωταθλητή κράτησε τα προσχήματα, έσωσε τις εντυπώσεις. Σε μια σεζόν που η ιστορία θα την θυμάται γιατί ο Ολυμπιακός πρόσθεσε ακόμη ένα τρόπαιο στη συλλογή του, ωστόσο οι φίλοι της ομάδας την έχουν ξεχάσει γρήγορα.
Γιατί το πρωτάθλημα κατακτήθηκε από τον 1ο γύρο πιο πολύ από την ανικανότητα των άλλων να αμφισβητήσουν τα ερυθρόλευκα σκήπτρα, παρά από την ξεκάθαρη υπεροχή του Ολυμπιακού.
Κάτι που αποδείχθηκε στο δεύτερο μισό της διαδρομής, όταν… όσα καύσιμα έχανε η «ρεταρισμένη» κόκκινη μηχανή, τα φόρτωναν στη δική τους οι αντίπαλοι του πρωταθλητή, ισοσκελίζοντας τις εντυπώσεις με τις τρεις νίκες τους στα ισάριθμα ντέρμπι του β’ γύρου, καταφέροντας ισχυρά πλήγματα γοήτρου!
Ο βασικός υπαίτιος του «κλακάζ» της ομάδας μετά τις γιορτές δεν ήταν άλλος από τον Πάουλο Μπέντο.Με την κακοδιαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού (δεν τον «σώζει» από την επικριτική η ανάδειξη των παιδιών της Κ20) , τις αθεράπευτες εμμονές του σε πρόσωπα και σχήματα, την αδούλευτη ομάδα που συντηρούσε επί μήνες, κάνοντας τόσο ελλιπή προπόνηση που οι παλιότεροι στο Ρέντη σχολιάζουν πως δεν έχουν πρόχειρο στο νου τους κάτι ανάλογο στο παρελθόν! Σκέψου!
Η «αστοχία υλικού» στα χρονικά περιθώρια και στην επιλογή προσώπου δεν πρέπει να επαναληφθεί. Ο Ολυμπιακός ήταν «αμάθητος» πέρυσι στη διαδικασία των προκριματικών του ChampionsLeague, του έτυχε και η «στραβή» με τον Σίλβα και κάπως έτσι λίγο έλειψε, από σύμπτωση πιο πολύ, να τινάξει ολόκληρη τη χρονιά στον αέρα.
Άποψη μου είναι ότι όπως κύλησαν τότε τα γεγονότα και με βάση τη δουλειά που έκανε ο Μαρίνος Ουζουνίδης στον Παναθηναϊκόαπό το Δεκέμβριο μέχρι το φίνις των playoff– υπό τις συνθήκες και με τη «λειψανδρία» που έφτασε τους πράσινους όπου τους έφτασε – ο Ολυμπιακός «λούστηκε» την… ξινίλα του Μπέντο (μορφή κι αυτή του Πορτογάλου, να τη βλέπεις το πρωί και να ξέρεις ότι… δεν λέει καλημέρα ούτε στον εαυτό του!) γιατί δεν πήρε τη γενναία απόφαση να εμπιστευθεί τη συγκεκριμένη ελληνική λύση.
Ο Βαγγέλης Μαρινάκης είχε χίλιους δυο λόγους να δώσει χέρια με τον Ουζουνίδη και μπορεί να ήταν έτοιμος να του αναθέσει την ευθύνη της τεχνικής ηγεσίας, εκείνο τον καιρό που στο τέλος πέρασε του ξένου ατζέντη η πρόταση περί Μπέντο, ωστόσο η αντίδραση υπέβοσκε.
Στους υφάλους του ερυθρόλευκου οικοδομήματος σιγόβραζε αντίσταση. Για δύο λόγους: Τον τυφλό οπαδικό, αφού βλέπετε ο Ουζουνίδης δέθηκε ως παίκτης με το τριφύλλι και την «ξενομανία» που μας κατατρέχει σα φυλή.
Να φέρνουμε προπονητές και παίκτες από το εξωτερικό. Αν είναι από παραδοσιακά ανώτερες ποδοσφαιρικές σχολές, εγνωσμένης αξίας και καριέρας μάλιστα!
Άμα είναι να μας κάνουν πράγματι τη διαφορά από κάτι αντίστοιχο ελληνικό, με κλειστά μάτια να οδηγηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση. Και να τα «σκάσουμε» κιόλας. Συμφωνώ και επαυξάνω.
Να αξίζει τον κόπο να προστρέξουμε σε «ξένες ενισχύσεις». Αλλά άμα είναι να εμπιστεύεσαι τους… Μπέντο, τι κακό έχουν οι… Ουζουνίδηδες δηλαδή;
Και φθάνω στο σήμερα: Καλώς ή κακώς ο Γκαρντ δεν ήρθε. Ο Πελεγκρίνο, που από όσα έχω καταλάβει, ήταν και η δυσκολότερη περίπτωση να πεισθεί να έρθει στην υποβαθμισμένη ποδοσφαιρικά Ελλάδα, μετά το έργο του στην Αλαβές, τη φιναλίστ του φετινού CopadelReyκαι στα 46 χρόνια του με μια διαρκώς εξελισσόμενη καριέρα, παλαβός δεν είναι ο άνθρωπος να εγκατασταθεί εδώ για να πηγαίνει να αντιμετωπίζει το… Λεβαδειακό του Κομπότη, τον ΠΑΣ στο… χοιροστάσιο των Ζωσιμάδων και την οικτρή δύσοσμη πραγματικότητα του ποδοσφαίρου μας, επίσης εύλογα αρνήθηκε.
Όπως και κανένας δύο άλλοι, αξιόλογοι προπονητικοί στόχοι των πρωταθλητών, οι οποίοι δεν καλύφθηκαν από τις προϋποθέσεις εργασίας στη χώρα μας και αρνήθηκαν, άμεσα ή έμμεσα, ευγενικά.
Πάει λοιπόν τώρα καμιά εβδομάδα και βάλε, που ζούμε ένα μικρό θέατρο του παραλόγου κατά τη γνώμη μου, με τον Ολυμπιακό να παρουσιάζεται ότι έχει πέσει με τα μούτρα στην περίπτωση του Πέδρο Μαρτίνς.
Ο οποίος τι στο καλό, φοβερό και τρομερό δα, έχει πετύχει έως τώρα σε υψηλό επίπεδο δηλαδή, για να έχει και ρήτρα αποδέσμευσης 1 εκατομμυρίου euro(που… της λείπουν της Γκιμαράες…) και να φορτσάρει και να ρισκάρει τόσο πάλι ο Ολυμπιακός περιμένοντάς τον;
Ή μπας και ο Αλβανός ο Χάσι έχει… κερδίσει τεράστιας ευρωπαϊκής ακτινοβολίας εμπειρίες για να ανεβάσει επίπεδο τον Ολυμπιακό στον ήπειρο μας!
Την άλλη εβδομάδα αρχίζει η προετοιμασία και τα σύννεφα του περυσινού καλοκαιριού έχουν ανταμώσει πάνω από το λιμάνι.
Εδώ που έφτασαν πάλι τα πράγματα, δεν είναι εποχή για πειράματα και ριψοκίνδυνες αποφάσεις.
Θέλεις έναν προπονητή που να ξέρει πού πατάει και πού βρίσκεται. Ποιος και τι είναι ο Ολυμπιακός, ποιους παίκτης έχει, ποιες (και πως) είναι οι απαιτήσεις σε τούτο εδώ τον μυστήριο τόπο, τι ζητάει ο κόσμος.
Πόσος χρόνος υπάρχει ακόμα, για να χαθεί πάλι, ώσπου να εγκλιματιστεί ένας άλλος Πορτογάλος, Γάλλος ή Αλβανός, ένας αλλοδαπός τεχνικός τέλος πάντων;
Να αποφασίσει για μια ολόκληρη ομάδα από δανεικούς τι θα τους κάνουν οι πρωταθλητές, ποιοι θα φύγουν, ποιοι θα μείνουν, ποιοι νέοι παίκτες θα έρθουν και να κάνει και άρτια προετοιμασία και να πάει να παίξει προκριματικούς τον Ιούλιο, να μη χαθούν για δεύτερη σερί χρονιά τα 25 εκατομμύρια (μίνιμουμ) του ChampionsLeague;
Το momentumεπομένως δείχνει απαραίτητα γνώστη της ελληνικής πραγματικότητας. Ε ναι, λοιπόν: το δίλημμα είναι μονόδρομος: «Λ» ή «Λ». Λουτσέσκου ή Λεμονής. Αυτοί ξέρουν.
Και αφήστε τα περί «αντί-εμπορικότητας» ονομάτων και τα τοιαύτα. Τα ράσα δεν κάνουν τον παππά. Αυτά μας φάγανε!