Αναλυτικά:
«Κοίταζα τα πανέμορφα παιδιά μου, χαμένος από λέξεις, αναζητώντας έναν τρόπο για να αρχίσω να τους μιλώ. 'Αυτό που θα σας πω είναι πολύ, πολύ δυσάρεστο. Η μαμά δεν θα μπορέσει να είναι άλλο εδώ, δίπλα μας. Έχει πάλι καρκίνο και αυτή τη φορά δεν είναι καλά'. Με κοίταξαν με απορία, δεν ήξεραν τι να πουν. 'Οι γιατροί είναι καλοί και προσπάθησαν να τη βοηθήσουν, αλλά αυτό δεν είναι δυνατόν πια. Είναι πολύ δυνατή, πάλεψε σκληρά, αλλά άρχισε το ταξίδι της για τα αστέρια΄» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Φέρντιναντ και συμπληρώνει:
«'Θα είναι και αυτή ένα αστέρι και θα μας κοιτάζει από ψηλα'. Δεν μπορούσα να συνεχίσω. Έβαλα τα κλάματα. Τα παιδιά άρχισαν να κλαίνε. O Tέιτ άρχισε να φωνάζει: 'Γιατί; Γιατί; Γιατί; Τι είναι αυτά που λές'. Πονούσαν και φώναζαν. Κοίταξα έξω από το παράθυρο και ήθελα τόσο πολύ να έχω κάποιον δίπλα μου, κάποιον να με βοηθήσει να τους το πω».
Στη συνέχεια της αυτοβιογραφίας του, ο Φέρντιναντ περιγράφει την τελευταία φορά που τα παιδιά του είδαν τη μητέρα τους και πως ο ίδιος ξάπλωσε και κοιμήθηκε στο πλευρό της το τελευταίο βράδυ πριν η Ρεμπέκα φύγει από τη ζωή.
«Για κάποιους αυτό μπορεί να φαίνεται περίεργο, ίσως μακάβριο, αλλά για εμένα ήταν κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Κοιμήθηκα μαζί της εκείνη τη νύχτα, έπαιξα με τα μαλλιά της μια τελευταία φορά, ένιωσα για τελευταία φορά τη ζεστασιά της. Λέω ότι κοιμήθηκα, αλλά δεν κοιμήθηκα. Ούτε εκείνη. Ξέραμε ότι λίγες ώρες μετά αυτό που ζούσαμε θα ήταν μια ανάμνηση».