Ως τον άνθρωπο που άλλαξε την προπονητική ροή της ιστορίας στην Ελλάδα χαρακτήρισε τον Φέρεντς Πούσκας ο Αντώνης Αντωνιάδης, σε συνέντευξή του στο sportdog.gr.
Ο επονομαζόμενος ως «Καλπάζων Συνταγματάρχης» πέθανε σαν σήμερα, 17 Νοέμβρη του 2006, σε ηλικία 79 ετών στην Βουδαπέστη και έχει συνδέσει το όνομά του με την παρουσία του Παναθηναϊκού στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971.
Με αφορμή αυτή τη σημαδιακή ημερομηνία, ο παλαίμαχος άσος μίλησε για αυτή την κορυφαία μορφή στην ιστορία του Παναθηναϊκού, στο sportdog.gr...
«Ο Πούσκας ήταν ο άνθρωπος που άλλαξε την προπονητική ροή της ιστορίας στην Ελλάδα, ως προς το ψυχολογικό κομμάτι. Ο πρώτος από Έλληνες που το έκανε ήταν ο Αλκέτας Παναγούλιας και μετά ήρθε ο Πούσκας και ανέβασε αυτό το στοιχείο, το ψυχολογικό. Με αποτέλεσμα να καθιερωθεί σε όλη την Ελλάδα. Ήταν άνθρωπος που ενέπνευσε, μας έπεισε ότι μπορούμε να το κάνουμε. Μας έλεγε το εξής απλό: δύο πόδια έχουμε εμείς, δύο και κάθε αντίπαλος. Με 11 παίκτες είναι η δική μας ομάδα, με 11 και οι αντίπαλοι. Δεν είναι ότι εμείς δεν τα γνωρίζαμε αυτά, αλλά μας έπεισε με τα λόγια του ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Μας έλεγε ότι δεν μας λείπει το ταλέντο, αλλά υπάρχει πρόβλημα σε οργανωτικό επίπεδο», ήταν τα πρώτα λόγια του Αντώνη Αντωνιάδη στο sportdog.gr και στη συνέχεια συμπλήρωσε για τον «Συνταγματάρχη»:
«Το μόνο που ζητούσε από εμάς, ήταν καλή εξωγηπεδική ζωή. Όταν ακούσαμε τη συμβουλή του και το εφαρμόσαμε, αποδείχτηκε ότι είχε απόλυτο δίκιο. Πιστέψαμε σε ό,τι μας έλεγε, για αυτό και κάναμε τη μοναδική πορεία σε επίπεδο ελληνικών συλλόγων μέχρι τον τελικό του Πρωταθλητριών. Ο χαρακτήρας του ήταν μοναδικός, ήταν κύριος. Αδερφός, πατέρας, άνθρωπος. Άψογος σε όλα του. Δεν αδικούσε, ποτέ, κανέναν και ήταν πάντα με το καλαμπούρι του. Μας συγχωρούσε και τα στραβά».
Υπάρχει κάποιο περιστατικό που δεν έχει ειπωθεί ή γραφτεί όλα αυτά τα χρόνια και αφορά τη θητεία του στον Παναθηναϊκό;
«Κάποια φορά, Δευτέρα πρωί ήταν, είχα ξενυχτήσει και το πρωί είχαμε προπόνηση. Είχα πάει απευθείας στην προπόνηση, χωρίς καθόλου ύπνο. Του το είπα και του ζήτησα να μην κάνω προπόνηση, γιατί ο οργανισμός μου δεν θα άντεχε. Μου είπε ότι δεν είχε πρόβλημα με αυτό, αρκεί την επόμενη μέρα να έκανα προπόνηση το πρωί, το μεσημέρι και το απόγευμα. Όπως και έγινε, δηλαδή. Αν ήταν άλλος προπονητής στη θέση του, ίσως να μου απαντούσε αρνητικά και να μου έκανε κακό που θα γυμναζόμουν ενώ ήμουν ξενυχτισμένος. Εκείνος όμως με έστειλε να κοιμηθώ και την επόμενη μέρα έκανα σωστή προπόνηση. Κατάλαβαινε ότι ήμασταν παιδιά και, καμιά φορά, μπλέκαμε και με καμιά κοπέλα. Για αυτό κι εμείς για το χατίρι του κάναμε τα πάντα. Ήταν φορές που μας έλεγε "Αυτό το ματς θέλω να το κερδίσετε για εμένα" και πάντα το κερδίζαμε. Περάσαμε πολύ όμορφα μαζί του».
Ο Πούσκας ήταν ένας κορυφαίος σκόρερ, με 354 γκολ σε 357 αγώνες με την Κίσπεστ,155 γκολ σε 179 αγώνες με την Ρεάλ Μαδρίτης και 84 γκολ σε 85 αγώνες με την Ουγγαρία. Σας είχε συμβουλέψει ποτέ για τη θέση;
«Ήταν παγκοσμίου κλάσης φορ, στους τρεις καλύτερους όλων των εποχών. Δεν υπάρχει σύγκριση με εμένα. Εγώ είμαι στους πρώτους στην Ελλάδα, με ακατάρριπτο το ρεκόρ των 39 γκολ σε μια σεζόν, αναδείχθηκα 5 φορές πρώτος σκόρερ, έχω 0,78 γκολ ανά παιχνίδι, έπαιξα στη μικτή Ευρώπης, αλλά ο Πούσκας ήταν το κάτι άλλο. Μου είχε πει, θυμάμαι, ότι "Με ενδιαφέρει η μπάλα να μπει στα δίχτυα. Εσύ ξέρεις πώς να το κάνεις". Μου είχε δείξει μερικές κινήσεις, με έβαζε να σουτάρω δεξιά, αριστερά, αλλά το μοναδικό που τον ενδιέφερε ήταν να στέλνω την μπάλα στα δίχτυα».
Τέλος, τι είναι εκείνο που θυμάστε από τον Πούσκας;
«Η παρουσία του και μόνο είχε τιμήσει το ελληνικό ποδόσφαιρο και, φυσικά, τον Παναθηναϊκό. Όπου κι αν πηγαίναμε, έλεγαν ότι "Ήρθε η ομάδα του Πούσκας". Έδωσε πόντους και στην Ελλάδα και στον Παναθηναϊκό».