Παναθηναϊκός - Αχιλλέας Πούγγουρας: Ο Παναθηναϊκός αντιμετωπίζει τον ΠΑΟΚ (14/3) στην τελευταία αγωνιστική της κανονικής διάρκειας της Superleague και ο στόπερ του Τριφυλλιού έδωσε μια μεγάλη συνέντευξη στο match programme του παιχνιδιού.

Αναλυτικά η συνέντευξη του Αχιλλέα Πούγγουρα:

Τι σημαίνει για εσάς το ματς με τον ΠΑΟΚ;

«Είναι ένα πολύ σημαντικό παιχνίδι. Ίσως εδώ που φτάσαμε να είναι το πιο σημαντικό μέχρι στιγμής. Ο μόνος στόχος μας είναι να κερδίσουμε. Ξέρουμε ότι βρισκόμαστε σε μία δύσκολη περίοδο μετά από τον αποκλεισμό στο Κύπελλο αλλά και τα τρία ανεπιτυχή αποτελέσματα στο πρωτάθλημα. Θα προσπαθήσουμε να αντιστρέψουμε την κατάσταση και να πάρουμε τους τρεις βαθμούς».

Τι είναι αυτό που έφταιξε και μετά τη νίκη επί του Ολυμπιακού ήρθε αυτό το σερί αρνητικών αποτελεσμάτων;
«Το έχω ξαναδεί να συμβαίνει αυτό. Μετά από μεγάλες νίκες μια ομάδα να χαλαρώνει, να αισθάνεται ότι έφτασε στο επίπεδο που πρέπει. Μετά από μεγάλες νίκες πολλές ομάδες δεν έχουν τα αποτελέσματα και τις εμφανίσεις που θέλουν μέσα στα παιχνίδια. Δεν καταφέραμε να αντιστρέψουμε την κατάσταση μετά από το αρνητικό αποτέλεσμα στον πρώτο προημιτελικό του Κυπέλλου και παράλληλα με τρία κακά αποτελέσματα στο πρωτάθλημα έχουμε φτάσει σε ένα σημείο να κινδυνεύουμε να μείνουμε εκτός Ευρώπης».



Στο μυαλό σας υπάρχει η σκέψη της αποτυχίας; Να μην καταφέρετε, δηλαδή, ούτε τον μίνιμουμ των στόχων που είχατε θέσει όταν ξεκινούσε η σεζόν;
«Είναι κάτι το οποίο θα μας στενοχωρήσει όλους πάρα πολύ γιατί θέλουμε πάρα πολύ να βγούμε στην Ευρώπη. Να ξεκινήσει η σεζόν για εμάς το καλοκαίρι και να παλέψουμε για να μπούμε στους ομίλους. Είναι ο πρώτος μας στόχος και θέλουμε να τον πετύχουμε ξεκινώντας από τον αγώνα με τον ΠΑΟΚ».

Είναι μία χρονιά με πολλά σκαμπανεβάσματα η φετινή για τον Παναθηναϊκό. Εσύ πως θα μετέφραζες αυτή την πορεία;
«Όταν είχαμε τόσες αλλαγές το καλοκαίρι, τόσο σε επίπεδο προπονητή αλλά και σε επίπεδο ποδοσφαιριστών, είναι δύσκολο να υπάρξει σταθερότητα. Όταν αλλάζει ένας προπονητής μετά από δύο χρόνια, μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα και χωρίς κανονική προετοιμασία είναι δύσκολο να αποκτήσει χημεία η ομάδα. Δεν καταφέραμε από την αρχή να φτιάξουμε ένα ανταγωνιστικό σύνολο. Στην πορεία αλλάξαμε ξανά προπονητή και προσπαθήσαμε να μπούμε στη φιλοσοφία του. Μετά από κάποια αρνητικά αποτελέσματα καταφέραμε να ισορροπήσουμε και πήραμε τρίποντα. Αυτό μας ανέβασε στον βαθμολογικό πίνακα και πλέον είμαστε υποχρεωμένοι να παλέψουμε ως το τέλος για την έξοδο στην Ευρώπη».

Ας πάμε λίγο πίσω στο χρόνο. Ήρθες στον Παναθηναϊκό το καλοκαίρι του 2018, σε μία δύσκολη περίοδο. Σήμερα, αισθάνεσαι δικαιωμένος από αυτή σου την απόφαση;
«Εκείνο το καλοκαίρι στην κατάσταση που βρισκόμουν τόσο εγώ, όσο και η ομάδα, χρειαζόμουν εγώ τον Παναθηναϊκό και ο Παναθηναϊκός εμένα. Ήταν ένα πολύ σημαντικό βήμα για την καριέρα μου, είναι τιμή μου που παίζω στον Παναθηναϊκό. Δεν σκέφτηκα κάτι άλλο όταν ήρθε η πρόταση. Προερχόμουν και από ένα δύσκολο εξάμηνο στην Πολωνία και άμα γύριζα τον χρόνο πίσω εννοείται πως θα έπαιρνα και πάλι την ίδια απόφαση».

Η περσινή σεζόν κατά γενική ομολογία κύλησε εξαιρετικά για σένα. Αισθάνεσαι πως έκανες ένα step up στην καριέρα σου;
«Πάντα όταν ένας ποδοσφαιριστής πηγαίνει σε μια ομάδα, η πρώτη χρονιά είναι χρονιά προσαρμογής. Έτσι θα χαρακτήριζα την πρώτη μου σεζόν στην ομάδα. Σε ό,τι αφορά στην περσινή σεζόν, ξεκίνησε εξαιρετικά για εμένα. Κέρδισα την εμπιστοσύνη του προπονητή. Σίγουρα σε αυτό ρόλο έπαιξε το γεγονός πως την πρώτη σεζόν είτε έπαιζα είτε όχι, έδωσα τον καλύτερό μου εαυτό και ουδέποτε διαμαρτυρήθηκα. Με την απόδοσή μου στα πρώτα φιλικά πήρα ακόμα περισσότερη ψυχολογία».

Έφτασες ένα βήμα πριν την Εθνική ομάδα, ένας τραυματισμός σου στοίχισε το ντεμπούτο σου. Το έχεις αυτό στο μυαλό σου;
«Δύο τραυματισμοί μου στέρησαν το ντεμπούτο με την Εθνική ομάδα γιατί και φέτος υπήρξε κλήση τον Νοέμβριο αλλά έτυχε να χτυπήσω στο ματς με τον Απόλλωνα Σμύρνης και έτσι δεν μπόρεσα να πάω. Πέρσι λόγω του κορονοϊού ακυρώθηκε το τουρνουά στην Αμερική και έτσι δεν πραγματοποίησα το ντεμπούτο μου. Πάντως θα έλεγα ότι αυτό είναι κάτι που έχω ως δεύτερη σκέψη στο μυαλό μου. Πάντα κοιτάω πρώτα την ομάδα μου και όσο πάει καλά αυτή και παίζει ωραίο ποδόσφαιρο, θα έρθει και η κλήση στην Εθνική».

Το καλοκαίρι είχες μία περιπέτεια με έναν τραυματισμό. Πως ξεπέρασες αυτό το εμπόδιο;
«Όλο αυτό ξεκίνησε με έναν τραυματισμό στο ματς πριν τα play offs με τον Βόλο στην έδρα μας. Ένιωσα κάποιες ενοχλήσεις, μετά άρχισε όλο αυτό με τον κορονοϊό και έμεινα δύο μήνες στο σπίτι χωρίς να κάνω τίποτα. Οι γιατροί μου είχαν πει πως έπρεπε να περιμένω για να δούμε αν θα περάσει μόνο του το οστικό οίδημα, κάτι το οποίο δεν έγινε. Μετά συνεχίσαμε ατομικό πρόγραμμα με ενδυνάμωση στο γυμναστήριο. Φτάσαμε κάπως έτσι στις 10 Ιουλίου, πέρασε μία μεγάλη περίοδος όπως καταλαβαίνει κανείς. Αποφασίσαμε όλοι μαζί να πάω στη Γερμανία για να κάνω το χειρουργείο και να τελειώσω με αυτό το πρόβλημα. Έμεινα για πολύ καιρό μακριά από τα γήπεδα και αυτό είναι σίγουρα στενάχωρο. Μετά ξεκίνησε η ομάδα προετοιμασία και μπήκα για προπόνηση μία εβδομάδα πριν την πρεμιέρα του πρωταθλήματος στην Τρίπολη. Λόγω ενός τραυματισμού του Σένκεφελντ έπαιξα και βασικός σε αυτό το ματς».

Πως είναι η συνύπαρξή σου με τον Μπαρτ ή με τον Φραν, ανάλογα με ποιον παίζεις μαζί;
«Είναι και οι δύο πολύ καλοί παίκτες. Έχουν διαφορετικά στοιχεία και διαφορετική νοοτροπία. Πιστεύω ότι και με τους δύο έχουμε πολύ καλή συνεργασία και όσο περνάει ο καιρός θα αποκτούμε ακόμα καλύτερη χημεία».

Ανανέωσες πρόσφατα το συμβόλαιό σου με τον Παναθηναϊκό. Ποιες είναι οι σκέψεις σου για το μέλλον και οι ποιοι οι στόχοι σου με τη φανέλα του Τριφυλλιού;
«Ο στόχος είναι, σίγουρα, ένα τρόπαιο με τον Παναθηναϊκό και να παίξουμε στην Ευρώπη».

Αν σου ζητούσε κάποιος να περιγράψεις μια στιγμή από τα χρόνια της παρουσίας σου στον Παναθηναϊκό, για την οποία να μην έχεις μιλήσει και να σου έχει μείνει έντονα χαραγμένη στο μυαλό, ποια θα ήταν;
«Μια πολύ έντονη στιγμή που με έκανε να ανατριχιάσω. Παίζαμε στο Καραϊσκάκη και για κάποιο λόγο φεύγοντας από το Κορωπί το λεωφορείο μας πέρασε μπροστά από το τριώροφο της Θύρας 13. Υπήρχαν απέξω γύρω στα 100-150 άτομα. Η τρέλα και η αγωνία για το παιχνίδι που είχα δει στα πρόσωπά τους ήταν κάτι που με είχε ανατριχιάσει».