Μετά τον Σίνιζα Μιχάιλοβιτς, στα 53 του, η έξω από δω αρρώστια πήρε μαζί της και τον Τζανλούκα Βιάλι, νικημένο στα 58 του από καρκίνο του παγκρέατος με το οποίο πάλεψε, με νύχια, δόντια, αλλά κ αξιοπρέπεια από το ’17.
«Τουλάχιστον ξέρω ότι δεν θα πεθάνω από γηρατειά: αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν φοβάμαι τον θάνατο. Την αρρώστια την αντιμετωπίζω σαν να ήταν σύντροφο ενός ταξιδιού που σου υπενθυμίζει πόσο πολύτιμη είναι, τελικά η ζωή».
Το καλοκαίρι του ’21, τα δάκρυα και η αγκαλιά με τον Ρομπέρτο Μαντσίνι, επί χρόνια ποδοσφαιρικό του «δίδυμο» στη Σαμπντόρια, αμέσως μετά την κατάκτηση του Euro μες στο Ουέμπλει, ήταν το προτελευταίο, χαρούμενο, δημόσιο στιγμιότυπό του. Ενώ το τελευταίο, τον περασμένο Σεπτέμβριο, στις εξέδρες της αγαπημένης του Κρεμονέζε, σ’ ένα παιχνίδι πρωταθλήματος με τη Σασσουόλο.
Από εκεί ξεκίνησε κ η ιστορία ενός από τους καλύτερους, και πλέον μοντέρνους επιθετικούς του ιταλικού ποδοσφαίρου. Που γυρνούσε συχνά να βοηθήσει την άμυνα κ που χάριζε τις νίκες στην ομάδα του με όμορφα, συχνά, πυκνά, ακροβατικά γκολ, γιατί του ερχόταν πιο φυσικό να σκοράρει με ανάποδο ψαλίδι ή με βολέ, παρά μ’ ένα απλό σουτ.
Με τον Μαντσίνι στην επίθεση, τον Παλιούκα κάτω από τα δοκάρια, τον Βιέρκοβουντ στην άμυνα, τον Λομπάρντο στα άκρα και τον Βούγιαντιν Μπόσκοφ στον πάγκο, ο Βιάλι οδήγησε τη Σαμπντόρια στην κατάκτηση ενός scudetto (’91), ενός Κυπελλούχων, ενός ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ, ενός κυπέλλου Ιταλίας, αλλά και στον τελικό του τελευταίου, προ Champions League, Πρωταθλητριών που η Σαμπντόρια είχε χάσει μόνο στην παράταση από τη Μπαρτσελόνα του Κούμαν. Τρόπαιο, που τελικά θα κατακτούσε με τη Γιουβέντους το’96 πριν μετακομίσει στην Τσέλσι όπου ως παίκτης- προπονητής χάρηκε κι ένα Κυπελλούχων, ένα Σούπερ Καπ Ευρώπης, 1 Κύπελλο Αγγλίας, 1 Λιγκ Καπ κ ένα Τσάριτι Σιλντ. Σε δεκαεννέα, συνολικά χρόνια καριέρας, με 259 γκολ σε 673 παιχνίδια.
«Λατρεύω το Λονδίνο, και την Αγγλία γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να σου πάρει κανείς τη θέση στην ουρά, γιατί το εκπαιδευτικό σύστημα είναι το κάτι άλλο, γιατί μπορείς να κάνεις ή και να δεις πολύ αθλητισμό, αλλά κυρίως γιατί οι εκεί πολιτικοί έχουν τα κότσια να παραιτούνται», έλεγε για τη βρετανική πρωτεύουσα όπου ζούσε από το ’96 και γνώρισε κ παντρεύτηκε τη Νοτιοαφρικανή μοντέλο Κάθριν Ουάιτ Κούπερ, μετέπειτα μητέρα των κοριτσιών του, Ολίβια και Σοφία.
Χαρισματικός, εντός, αλλά κ εκτός γηπέδου, ο Τζανλούκα Βιάλι ήταν από τους πρώτους, έως ελάχιστους Ιταλούς ποδοσφαιριστές που ξημεροβραδιαζόταν πάνω σε βιβλία για να τιμήσει και να κυνηγήσει το όνειρο του πατέρα του, που θα προτιμούσε να είχε δει το παιδί του πολιτικό μηχανικό από το να κλωτσάει μία μπάλα. Μόνο που διάβαζε παράλληλα με το ήδη καταξιωμένο επάγγελμα του ποδοσφαιριστή, με αποτέλεσμα να μην ξυπνάει, πάντα για τις προπονήσεις της Σαμπντόρια έχοντας αποκτήσει και την κακιά συνήθεια του να καταβροχθίζει πίτσες, μες στη νύχτα.
Πάλι καλά που στο τιμόνι εκείνης της ομάδας βρισκόταν ο Μπόσκοφ, ένας από τους καλύτερους προπονητές όλων των εποχών, φαινομενικά τύραννο όποτε χρειαζόταν, κατά βάθος όμως τόσο σοφός κ γλυκός που άφηνε τους παίκτες του να κάνουν ό,τι θέλουν, αρκεί, τις Κυριακές να του έφερναν τη νίκη.
Τον Βιάλι και τον Μαντσίνι τους άφηνε να καπνίζουν ή να μένουν μέχρι αργά στις ντισκοτέκ της εποχής. Το μόνο του παράπονο ήταν, όμως ότι στον ίδιο οι συγκεκριμένοι παίκτες του απαγόρευαν να εμφανίζεται με τη δικαιολογία ότι, εάν δεν διασκεδάσουμε όπως θέλουμε ή εάν δεν είμαστε χαρούμενοι όπως θα’ πρεπε, πώς ν’ αποδώσουμε όπως θέλεις εσύ;