Και στη διαδικασία των πέναλτι, να χάσουν δύο οι Ντε Μπρόινε και Ρόντρι σε αντίθεση με το 4/4 των Λονδρέζων. Έχει όμως παράπονα, ο Καταλανός τεχνικός της πρωταθλήτριας των πάντων, σε Αγγλία και Ευρώπη: κι αυτή τη φορά, έχει απόλυτα δίκιο.
Το μεγαλύτερό του, ήταν οι αδικαιολόγητες καθυστερήσεις 8 λεπτών, που εντελώς ανεξήγητα μετά έγιναν 11. «Από δω και πέρα θα πρέπει να συνηθίσουμε την ιδέα ότι οι αγώνες θα διαρκούν τουλάχιστον 100 λεπτά. Κι αν δεν βγει νικητής, ίσως χρειαστεί να παίζουμε έως και τις 9 το πρωί, της επόμενης ημέρας», άστραψε και βρόντηξε ο Γκουαρδιόλα. Και δικαίως, γιατί μέχρι τότε η Σίτι κρατούσε το τρόπαιο στα χέρια της, ύστερα από το ωραίο, γυριστό σουτ (77’) του Κόουλ Πάλμερ: που σε ηλικία 21 ετών και 92 ημερών έγινε ο δεύτερος νεότερος σκόρερ σε τελικό Community, μετά τον Σεσκ Φάμπρεγκας (18 ετών και 95 ημερών), στο Άρσεναλ- Τσέλσι του 2005. Αντί όμως να φύγει με το 6ο της τρόπαιο (που θα ήταν και το 3ο του Γκουαρδιόλα μετά το ’18 και το ’19), γύρισε σπίτι της με τον 3ο συνεχόμενο χαμένο τελικό: πέρυσι είχε ηττηθεί από τη Λίβερπουλ 3-1, ενώ πρόπερσι 1-0 από τη Λέστερ.
Είναι δεδομένο ότι το Community Shield, που προηγείται μίας εβδομάδας της επίσημης πρεμιέρας της Premier League και που συνήθως διεκδικούν η πρωταθλήτρια με την εκάστοτε κυπελλούχο, εκτός κι αν η πρωταθλήτρια έχει κατακτήσει και τα δύο (γι’ αυτό και αγωνίστηκε η 2η στη βαθμολογία Άρσεναλ), τα τελευταία χρόνια δεν θέλει με τίποτα τη Σίτι. Σε αντίθεση όμως με προηγούμενες εμφανίσεις της, τόσο με τη Λίβερπουλ, όσο με τη Λέστερ η Κυριακάτικη στη σκακιέρα του Ουέμπλεϊ ήταν αναμφισβήτητα η χειρότερή της.
Το πρώτο ανησυχητικό στοιχείο, ήταν το γεγονός ότι ο Χάλαντ όχι μόνο παρέμεινε για έκτο συνεχόμενο, σημαντικό παιχνίδι χωρίς γκολ, αλλά ήταν τόσο απογοητευτικός, άχρωμος και ακίνδυνος όσο και στον τελικό Champions League της 10ης Ιουνίου, με την Ίντερ την ίδια μέρα που είχε τραυματιστεί, και ακόμη να συνέλθει ο Ντε Μπρόινε.
Γενικά, από έναν Αυγουστιάτικο παιχνίδι δεν περιμένεις και πολλά, ο συγκεκριμένος όμως τελικός, από τους χειρότερους των τελευταίων χρόνων ήδη μας έδωσε μία γεύση για το θέαμα που δεν θα πρέπει να ελπίζουμε κάθε φορά που θα συναντιούνται δύο μεγάλες ομάδες, με ασφυκτικά κλειστές άμυνες, διπλές ζώνες στο κέντρο και με μοναδική τους έννοια τον φόβο και τον τρόμο του λάθους.
Αδύνατον να ξεκλειδώσεις τόσο συμπαγή σχήματα, αν και η Άρσεναλ προσπάθησε περισσότερο, τόσο με τον Σάκα, όσο με τον Χάβερτζ στις δύο μοναδικές ευκαιρίες ενός πρώτου ημιχρόνου όπου οι κίτρινες κάρτες (3) ήταν περισσότερες. Στο δεύτερο ο Γκουαρδιόλα ξύπνησε τους ωραίους κοιμωμένους του με τις φρέσκες ιδέες των Φόντεν, Ντε Μπρόινε και Πάλμερ, η Σίτι απέκτησε περισσότερη φαντασία κι ο τελικός, επιτέλους κάποιο νόημα. Το 1-0 του Πάλμερ έδωσε στη Σίτι την ψευδαίσθηση ότι μες στο ’23 θα κατακτούσε και 4ο τρόπαιο, όμως η τύχη αυτή τη φορά χαμογέλασε στην ‘Αρσεναλ που με αυτογκόλ του Ακάνι στο 101’, ύστερα από ένα όχι και τόσο ακαταμάχητο σουτ του Βέλγου Τροσάρντ και τα χαμένα πέναλτι μετά έφυγε από το Ουέμπλεϊ με την πεποίθηση ότι φέτος ενδέχεται να κλείσει, κάπως το gap από την πρωταθλήτρια των πάντων. Η οποία το βράδυ της 16ης Αυγούστου, στο «Καραϊσκάκης» θα προσπαθήσει να κατακτήσει και το ευρωπαϊκό Σούπερ- Καπ με αντίπαλο την «δικτάτορα» του Europa League Σεβίλλη.