Η Γκουανγκζού, λοιπόν ή και πρώην Εβεργκράντε δεν υπάρχει πια. Την τελευταία 3ετία είχε βυθιστεί σε μία ατελείωτη δίνη χρεών και αφού δήλωσε αδυναμία να συμμετάσχει στην 1η κατηγορία, υποβιβάστηκε αδυνατώντας να εξασφαλίσει τα απαραίτητα εχέγγυα και για το πρωτάθλημα της 2ης. Μέσα σε μία νύχτα διεγράφη από τη λίστα των 50 ομάδων όλων των επαγγελματικών κατηγοριών και πάει. Αυτό ήταν, τους αποχαιρέτησε μία για πάντα.
Για το κινέζικο, το ασιατικό ποδόσφαιρο, γενικότερα και για τα 15εκ. ανθρώπων της πόλης Καντόν (ή και Καντόνα, στα ελληνικά), σχεδόν απέναντι από το Χονγκ Κονγκ ο αφανισμός της θεωρείται μεγάλο πλήγμα, αφενός γιατί υπήρξε η πρώτη επαγγελματική ομάδα που ιδρύθηκε (’54) στη χώρα του Μάο. Αφετέρου γιατί την τελευταία 20ετία είχε αποδειχθεί και η ισχυρότερη όλων, με 8 πρωταθλήματα σε εννέα χρόνια, από τα οποία τα 7, συνεχόμενα. Με δύο κύπελλα και τέσσερα Σούπερ- Καπ Κίνας, δύο Champions League Ασίας και δύο συμμετοχές στο παγκόσμιο Συλλόγων της Fifa.
Τα χρέη όμως ήταν εμφανώς περισσότερα και μία η παγκόσμια πανδημία του Covid, μία οι αποφάσεις της κυβέρνησης να επιβάλλει «salary cup» στους ξένους ποδοσφαιριστές, απαγορεύοντας παράλληλα τις όποιες επενδύσεις έφεραν την ομάδα στο χείλος του γκρεμού.
Η ειρωνεία είναι, πως πριν η Σαουδική Αραβία αποφασίσει ν’ ανοίξει τα πορτοφόλια της, για ένα διάστημα -και όχι τόσο μακρινό- τα χρυσά νομίσματα της μπάλας είχαν συγκεντρωθεί όλα στην Κίνα, και κυρίως στην Καντόν όπου ο κολοσσός του παγκόσμιου Real Estate, Εβεργκράντε είχε ενώσει τις δυνάμεις του με τον αντίστοιχο του B2b, Alibaba, κάτι σαν πρώτο Amazon, αλλά πολύ πριν την… Amazon επενδύοντας στην ομάδα βουνά από γιέν χωρίς να σκεφτούν ούτε το ρίσκο, ούτε τους όποιους κινδύνους θα μπορούσε να φέρει το αύριο.
Εκείνα, τα «χρυσά» χρόνια η Γκουανγκζού είχε την πολυτέλεια να προσφέρει μυθικά, ετήσια συμβόλαια, όλα τους άνω των 10εκ. ευρώ και πάνω σε όποιον ξένο ποδοσφαιριστή ήθελε: Ρομπίνιο, Παουλίνιο, Γκουλάρτ, Τζάκσον Μαρτίνεζ, Ντιαμάντι, Τζιλαρντίνο, Κόνκα, Λαρέα, Μπάριος, Ραντουκάνου, Γκούντελι, Ραμίρεζ. Στους προπονητές, Μαρτσέλλο Λίππι, Λουίς Φελίπε Σκολάρι ή Φάμπιο Κανναβάρο εξασφαλίζοντας παράλληλα και ό,τι καλύτερο διέθετε το κινέζικο ποδόσφαιρο (Λινπένγκ, Χάο, Φενγκ, Γιάνγκ ή Νινγκ), άσχετα εάν πληρώνοντάς τους έξι ή και εφτά φορές λιγότερα.
Μετά ήρθε ο Covid, ο κολοσσός της Evergrande κατέρρευσε και πτώχευσε, το Alibaba δεν μπόρεσε ποτέ να πλησιάσει την επιτυχία της Amazon και η περιουσία της ομάδας, που το 2016 είχε εκτιμηθεί από το Forbes στα 382εκ. δολάρια σταδιακά κατρακύλησε κατεβάζοντας ρολά με το εξωπραγματικό παθητικό σχεδόν ενός δις. Στους δρόμους του Καντόν οι απελπισμένοι φίλαθλοι κλαίνε και οδύρονται. Ανήμποροι να πιστέψουν ότι, από τη μία μέρα στην άλλη, η ομάδα τους και συναισθηματικό τους αποκούμπι όχι μόνο έπαψε στ’ αλήθεια να υπάρχει, αλλά και ότι δεν πρόκειται να ξανά υπάρξει…