Μερικά χρόνια πίσω, και για αρκετά χρόνια, η επιλογή μου να υποστηρίζω την Μπάγερν Μονάχου με ανάγκαζε να παρακολουθώ ένα μέτριο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, το γερμανικό. Επί σειρά ετών αναγκαζόμουν να φτιάχνω, νωρίς το απόγευμα, μια δεύτερη κούπα καφέ για να αντέξω τη δοκιμασία ενός αγώνα της Μπάγερν απέναντι σε έναν υποδεέστερο αντίπαλο. Πολύ σπάνια έβαζα τον εαυτό μου στη δοκιμασία να παρακολουθήσει έναν αγώνα γερμανικού πρωταθλήματος στον οποίο δεν έπαιζε η Μπάγερν. Θα το έκανα μόνο για λόγους επαγγελματικούς, ποτέ ψυχαγωγικούς.
Στη διάρκεια των τελευταίων ετών άρχισε να με προκαλεί το παιχνίδι της Ντόρτμουντ. Κι έπειτα άρχισε να με τραβά και η Σάλκε. Κι ήταν, κατά καιρούς, και η Βέρντερ. Και προστέθηκε, εσχάτως, και η Αϊντραχτ. Και η Γκλάντμπαχ. Και κάπως έτσι άρχισα να κολλάω, μέσα από τις ζωντανές μεταδόσεις του ΟΤΕ TV με την Μπουντεσλίγκα. Διότι η οθόνη με βάζει σε γήπεδα γεμάτα από κόσμο, που χαίρεται το ποδόσφαιρο. Το καταπράσινο, να 'ναι καλά και η HD μετάδοση, τερέν πατά η νέα γενιά του γερμανικού ποδοσφαίρου, την οποία ο Τσόχος συχνά μου συγκρίνει με την προηγούμενη γενιά του ισπανικού, βασίζοντας πάνω σε αυτή την εκτίμηση την πρόβλεψη ότι οι Γερμανοί θα κυριαρχήσουν στο ποδόσφαιρο.
Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο στο gazzetta.gr