Είχε ειπωθεί και το όνομα του Ζιντεντίν Ζιντάν, τον οποίο μάλιστα ο γερμανικός Τύπος θεωρούσε ως βέβαιο, νέο τεχνικό της ομάδας, πληροφορία ωστόσο που διαψεύστηκε κατηγορηματικά από τον μάνατζέρ του, σύμφωνα με τον οποίο ουδείς τον αναζήτησε ποτέ από το Μόναχο.
Τα επιβεβαιωμένα «όχι» περιορίζονται, λοιπόν σ’ εκείνα του 36χρονου Γερμανού, Τζούλιαν Νάγκελσμαν, από πέρυσι στον πάγκο της εθνικής Γερμανίας. Του 42χρονου Ισπανού, Τσάμπι Αλόνσο, που μόλις χάρισε στη Λεβερκούζεν το ιστορικό, πρώτο της «αργυρό πιάτο», μάλιστα 4 αγωνιστικές πριν τη λήξη της Μπουντεσλίγκα, με διαφορά 16 πόντων από τη Μπάγερν και αήττητη για 45 συνεχόμενα παιχνίδια. Και του 52χρονου, επίσης Ισπανού, Ουνάι Έμερι «μάγου» του Europa League έχοντας κατακτήσει τρία με τη Σεβίλλη και ένα με τη Βιγιαρεάλ, που μόλις ανανέωσε για δύο ακόμη χρόνια με την Άστον Βίλα.
Πάνε, λοιπόν οι εποχές που η Μπάγερν έκανε ό,τι ήθελε. Ή που έπαιρνε όποιον ήθελε: παλαιότερα τον θρυλικό Ούντο Λάτεκ, αργότερα τους Φαν Γκαλ, Χάινκες, Αντσελόττι ή Γκουαρντιόλα, επίσης τέσσερις «guru’» που εναλλάχτηκαν στον πάγκο της από το 2009 έως και το ’17. Γιατί τότε οι Νάγκελσμαν, Τσάμπι Αλόνσο και Έμερι της έκλεισαν «a priori» την πόρτα στα μούτρα αρνούμενοι, ίσως και τα διπλάσια από τα, 4 με 5εκ. ευρώ το χρόνο, που βγάζουν στις ομάδες τους;
Σύμφωνα με ανάλυση της Bild, μία πολύ πιθανή αιτία που οι προπονητές επιλέγουν την ησυχία τους, από τα εγγυημένα, πολλά περισσότερα χρήματα της Μπάγερν ήταν η άκομψη, αλαζονική, έως αυταρχική συμπεριφορά με την οποία η διοίκηση των Βαυαρών φέρθηκε τα τελευταία χρόνια στους Κόβατς, Φλικ, Νάγκελσμαν και τώρα στον Τούκελ, τον οποίο ουσιαστικά είχαν ήδη απολύσει από τον περασμένο Ιανουάριο παρακαλώντας τον, απλά να παραμείνει τυπικά έως τις 30 Ιουνίου. Και ας έφτασε, την ομάδα στους 4 του Champions League.
Κυρίως στους Κόβατς και Νάγκελσμαν, που εκδιώχθηκαν κακήν κακώς, γιατί υποτίθεται πως είχαν φτιάξει τη δική τους «κλίκα» στ’ αποδυτήρια, θεωρία ωστόσο που έπεσε σχεδόν αμέσως. Ο Νάγκελσμαν δε, στο Μόναχο από το ’21 έως το ’23 είχε αντικατασταθεί τον Μάρτιο όντας 2ος στο πρωτάθλημα, μόλις στο -1 από τη Ντόρτμουντ, κυρίως όντας στα προημιτελικά εκείνου του Champions League έχοντας μάλιστα κερδίσει οκτώ, στα οκτώ παιχνίδια, από τα οποία τα έξι με δυνατούς (Ίντερ, Μπαρτσελόνα, Παρί Σεν Ζερμέν), αντιπάλους. Τώρα το μετάνιωσαν και τον θέλουν πίσω, λογικό να τους έστειλε από κει, που λέει ο λόγος, που ήρθαν.
Εξαιρετικά δύσκολο, λοιπόν, το έργο του νέου τεχνικού διευθυντή της ομάδας, Μαξ Έμπερλ που για το προφίλ του νέου προπονητή που θα ξανάπαιρνε τα ηνία της Μπουντεσλίγκα, μετά το πατατράκ από τη Λεβερκούζεν, και ύστερα από «δικτατορία» δέκα ετών, με 11 συνεχόμενα πρωταθλήματα, αναζητούσε αφενός ένα μεγάλο όνομα, αλλά που να συνδύαζε παράλληλα άψογη γνώση είτε της γερμανικής, είτε της αγγλικής γλώσσας. Μόνο ο 65χρονος Ραλφ Ράνγκνικ, εδώ και δύο χρόνια στην εθνική Αυστρίας θα πληρούσε, θεωρητικά τις συγκεκριμένες, απαιτητικές προϋποθέσεις. Εκτός και αν Χάρι Κέιν έχει να προτείνει κάποιον (Άγγλο) συμπατριώτη του, μήπως και καταφέρει, επιτέλους, και ο ίδιος να πανηγυρίσει έναν τίτλο που δεν κατέκτησε ούτε με την Τόττεναμ, ούτε όμως και με τη Μπάγερν. Και ας έλεγε, κάποτε ο Κάρλο Αντσελόττι πως «τη Μπουντεσλίγκα, εάν είσαι στο Μόναχο, την κερδίζεις και με τα χέρια στις τσέπες». Πάνε αυτά…