Δεδομένα οι αριθμοί δεν παίζουν ποδόσφαιρο, ούτε και τα μπάτζετ. Λίγο πριν αρχίσει όμως η προσπάθεια του Ολυμπιακού στο εφετινό Champions League και η 13η συμμετοχή του στη διοργάνωση δεν είναι κακό να μιλήσουμε με νούμερα για να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα.

Και επειδή συνηθίζουμε πριν από κάθε προσπάθεια ελληνικής ομάδας στη διοργάνωση να είμαστε απόλυτα αισιόδοξοι και μετά να ισοπεδώνουμε τα πάντα και να επιδιδόμαστε στην απόλυτη καταστροφολογία δεν είναι κακό ορισμένα πράγματα να τα ξεκαθαρίζουμε από την αρχή.

Το πρώτο συμπέρασμα, που μεταδώσαμε από το Μονακό, στη διάρκεια της κλήρωσης των ομίλων του εφετινού Champions League ήταν ότι το γκρουπ για τον Ολυμπιακό στράβωσε στο τέλος όταν καθυστέρησε να πάρει αντίπαλο από το τέταρτο γκρουπ δυναμικότητας και στο τέλος του ήρθε… καρφωτή η Ντόρτμουντ.

Το να παίρνεις την πρωταθλήτρια Γερμανίας από το γκρουπ των θεωρητικά βατών αντιπάλων, από εκεί δηλαδή που ψάχνεις το στήριγμα για να πατήσεις για το παραπάνω, αρκεί για να καταδείξει την προκύψασα ανωμαλία…

Όπως άλλωστε είναι δεδομένο ότι στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση καμία ελληνική ομάδα όσο ανταγωνιστική και αν θεωρεί ότι είναι ή είναι πραγματικά δεν γίνεται να μπει σε βατό όμιλο στον οποίο θα είναι φαβορί για την πρόκριση.

Τι βρήκε ο Ολυμπιακός; Μία Αρσεναλ, από το πρώτο γκρουπ δυναμικότητας, στο οποίο υπήρχαν πολύ πιο σκληροί αντίπαλοι. Μία Αρσεναλ που διανύει περίοδο κρίσης, που για πρώτη φορά αμφισβητεί τον ίδιο τον δημιουργό της Αρσέν Βενγκέρ, μία Αρσεναλ που στην ουσία απέκτησε καινούργια μορφή στο φινάλε των μεταγραφών, κάτι που δεν συνηθίζει αλλά της το επέβαλλε η καθυστερημένη πλην δρομολογημένη αποχώρηση των Φάμπρεγας και Νασρί για Μπαρτσελόνα και Μάντσεστερ Σίτι αντίστοιχα. Μία Αρσεναλ με μία μόλις νίκη στις τέσσερις πρώτες αγωνιστικές της Πρέμιερ Λιγκ.

Βρήκε ακόμα μία Μαρσέιγ, που μπορεί το Μάιο να συμπληρώνει είκοσι χρόνια από την επέτειο της κατάκτησης του μοναδικού δικού της champions league και πρώτου στην ιστορία της διοργάνωσης, αλλά από εκεί και πέρα οι επόμενες συμμετοχές της στη φάση των ομίλων δεν έχουν να παρουσιάσουν κάτι περισσότερο από τις αντίστοιχες του Ολυμπιακού που μάλιστα μετράει και δύο σερί προκρίσεις στην πρώτη νοκ άουτ φάση των 16. Μία Μαρσέιγ με το χειρότερο ξεκίνημα των τελευταίων ετών στο σαμπιονά.

Και μία Ντόρτμουντ η οποία εξήλθε μόλις πρόσφατα από μακρά περίοδο κρίσης, που σε οικονομικό επίπεδο την απείλησε ακόμα και με πλήρη χρεοκοπία και διάλυση (στη Γερμανία υπάρχει κι αυτός ο κίνδυνος για τις ομάδες με κακούς οικονομικούς υπολογισμούς και ανεξέλεγκτα ελλείμματα). Μία Ντόρτμουντ που στέφτηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης το μακρινό '97, αλλά προέρχεται από τετραετή ευρωπαϊκή απουσία και επέστρεψε μόλις πέρυσι στο Europa League όπου περιορίστηκε στην πρώτη φάση των ομίλων χωρίς τίποτα περισσότερο.

Συμπερασματικά; Ο Ολυμπιακός παρουσιάζεται πολύ πιο συνεπής στις συμμετοχές του στο Champions League σε σχέση με Μαρσέιγ και Ντόρτμουντ και βεβαίως υστερεί σε σχέση με την Αρσεναλ. Αρκεί αυτό για να τον αναδείξει ως φαβορί για πρόκριση από τον όμιλό του στους 16 του εφετινού Champions League; Σύμφωνα με τον απλοϊκό ελληνικό τρόπο σκέψης μπορεί και να είναι έτσι.

Αν κάποιος εξετάσει τα οικονομικά δεδομένα του έκτου ομίλου της διοργάνωσης, τότε για τον Ολυμπιακό ακόμα και η τρίτη θέση στον όμιλό του μπορεί να χαρακτηρισθεί ως πρώτης τάξεως επιτυχία. Και ο ορισμός «αουτσάιντερ» που του έχουν αποδώσει οι αντίπαλοί του δικαιολογείται πλήρως.

Από την άλλη πλευρά ενδεχόμενο πρόκρισης από το συγκεκριμένο όμιλο μπορεί και να αποτελεί τη σημαντικότερη υπέρβαση της ευρωπαϊκής του ιστορίας.

Εξηγούμαστε.

Ο Ολυμπιακός έχει να αντιμετωπίσει μία Αρσεναλ που μόλις τον περασμένο Οκτώβριο παρουσίαζε στο οικονομικό της ισοζύγιο ρευστότητα 110 εκατομμυρίων λιρών! Μία Αρσεναλ, με πολλά μεν προβλήματα, αλλά που μόλις πριν από λίγες μέρες αναζητούσε τρόπους για να ξοδέψει το πλεόνασμα που είχε ως μεταγραφικό μπάτζετ και ήταν ύψους κάτι παραπάνω από 50 εκατ. λίρες. Μία Αρσεναλ που σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι η πέμπτη ομάδα της ηπείρου από πλευράς ετήσιων εσόδων με 224 εκατομμύρια ευρώ, όταν στην καλύτερη περίπτωση τα έσοδα του Ολυμπιακού δεν γίνεται (και με Champions league) να ξεπεράσουν τα 50 εκατ. ευρώ. Μία Αρσεναλ με 94 εκατ. ευρώ από εισιτήρια των αγώνων της, με 87 εκατομμύρια ευρώ από τηλεοπτικά δικαιώματα των αγώνων της σε πρωτάθλημα και Ευρώπη και με 44 εκατ. ευρώ από εμπορική εκμετάλλευση του σήματός της.

Στα 143 εκατ. ευρώ υπολογίζονται τα ετήσια έσοδα της Μαρσέιγ και είναι η δεύτερη γαλλική ομάδα από πλευράς μπάτζετ, πίσω από τη σαφώς πιο εμπορική τα τελευταία χρόνια Λιόν, αν και η αντίπαλος του Ολυμπιακού δεδομένα έχει πολύ μεγαλύτερη δυναμική εντός Γαλλίας παρά το ένα μόλις πρωτάθλημα τα 18 τελευταία χρόνια μετά την λαμπρή αλλά και… ύποπτη εποχή του Μπερνάρ Ταπί.

Με 25 εκατομμύρια ευρώ από εισιτήρια και διαρκείας, νούμερο απλησίαστο για τα ελληνικά δεδομένα, με 71 εκατ. ευρώ από τηλεόραση (κάτι που ο εμπορικότερος εν Ελλάδι ποδοσφαιρικός σύλλογος και μόνιμος πρωταθλητής Ολυμπιακός δεν μπορεί ούτε να ονειρευτεί) και 46 εκατ. ευρώ από διαφημιστικά έσοδα (φανέλα και όχι μόνο)... Πολύ διαφορετικά τα δεδομένα έστω και αν οι «Φωκαιείς» ψάχνουν ακόμα την πρώτη τους νίκη μετά τις πέντε πρώτες αγωνιστικές του σαμπιονά και αν μείνει κανείς στα πρωτοσέλιδα του αθλητικού Τύπου τελούν περίπου υπό... διάλυση!

Η τρίτη αντίπαλος του Ολυμπιακού, Μπορούσια Ντόρτμουντ, αποτελεί από μόνη της το ιδανικό σεμινάριο για κάθε ελληνική ομάδα ως προς το πώς μία ομάδα δραπετεύει με ευκολία και συνέπεια από τον εφιάλτη της χρεοκοπίας και της διάλυσης με απλές κινήσεις ποδοσφαιρικού μάνατζμεντ, που μακροπρόθεσμα δεν πλήττει ούτε καν την ανταγωνιστικότητα της ομάδας.

Την περσινή χρονιά κατά την οποία επανέκτησε τα σκήπτρα στην Μπουντεσλίγκα, η Ντόρτμουντ είχε μία ομάδα που της κόστιζε 53,5 εκατ. ευρώ αλλά με έσοδα 110 εκατ. ευρώ τα οποία αναλύονται σε 23,4 εκατ. ευρώ από τα συνεχόμενα sold out της έδρας της (με το δεύτερο μεγαλύτερο μέσο όρο εισιτηρίων στην Ευρώπη πίσω από την Μπαρτσελόνα!), σε 21,1 εκατ. ευρώ από το τηλεοπτικό της συμβόλαιο και σε 60,7 εκατ. ευρώ από εμπορικά δικαιώματα!

Κατόπιν τούτου είναι απόλυτα λογικό το γερμανικό site transfermarkt να υπολογίζει την αξία του ρόστερ της Αρσεναλ στα 291.300.000 ευρώ, το ρόστερ της Ντόρτμουντ στα 175.700.000 ευρώ, της Μαρσέιγ πιο χαμηλά στα 154.750.000 ευρώ και του Ολυμπιακού κοντά στα 80 εκατ. ευρώ, χωρίς να είναι πραγματικό αφού υπολογίζεται κανονικά η αξία του Μακούν κοντά στα 7 εκατ. ευρώ, χωρίς όμως να αποτελεί περιουσιακό στοιχείο του πρωταθλητή Ελλάδας.

Σε όλα αυτά αρκεί βεβαίως να συνυπολογίσουμε ότι και οι τρεις αντίπαλοι του Ολυμπιακού έχουν ήδη ξεκινήσει με σημαντικά παιχνίδια στα πολύ πιο ανταγωνιστικά πρωταθλήματα Αγγλίας, Γαλλίας και Γερμανίας την ώρα που ο πρωταθλητής Ελλάδας, πριν από την πρεμιέρα του στο Champions League, δεν είχε την αντίστοιχη δυνατότητα κόντρα στην Ομάδα Α και την Ομάδα Β του ελληνικού πρωταθλήματος…

Όλα αυτά σε μία προσπάθεια να καταδείξουμε τις πραγματικές ισορροπίες του έκτου ομίλου του Champions League στον οποίο ο Ολυμπιακός θα ξεκινήσει μία πολύ δύσκολη προσπάθεια.

Όλα αυτά για να καταδειχθεί η απόλυτη ψυχραιμία με την οποία θα πρέπει να κριθεί αυτή η προσπάθεια του πρωταθλητή Ελλάδας χωρίς εθνικοπατριωτικές κορώνες είτε στο ενδεχόμενο επιτυχίας είτε και αποτυχίας που παίζει με σημαντικές πιθανότητες εκπορευόμενες από την ποδοσφαιρική λογική.

Και δεν νομίζω να χρειάζεται περισσότερη επιχειρηματολογία για το ότι ο πρώτος στόχος του Ολυμπιακού στο συγκεκριμένο όμιλο θα πρέπει να είναι η τρίτη θέση και η συνέχεια στο Europa League, το οποίο επίσης αποτελεί σημαντική πρόκληση για την ελληνική ομάδα στα πλαίσια της καθιέρωσής της σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Και δεν νομίζω ότι η ρεαλιστική προσέγγιση ενός στόχου έβλαψε τον οποιονδήποτε. Και η ουσία είναι ότι ο Ολυμπιακός θα προσπαθήσει να μπει σφήνα σε τρεις ομάδες που ξεκινούν από υψηλότερη αφετηρία με δεδομένα πλεονεκτήματα τα οποία δεν είναι μόνο οικονομικά.

Πηγή: Sentragoal.gr