Πολλά χρόνια αργότερα, ο ανιψιός του ο Αουρέλιο, αντικατέστησε στα λόγια του διάσημου θείου του την τέχνη του σινεμά με εκείνη του ποδοσφαίρου και από το βράδυ της Τρίτης, όταν ο Σλοβένος ρέφερι σφύριξε τη λήξη της αναμέτρησης της Νάπολι με τη Μάντσεστερ Σίτι, έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει ότι το ένστικτό του για την αγορά της ομάδας της ιδιαίτερης πατρίδας του αποδείχτηκε αλάνθαστο.
Το τελευταίο σφύριγμα στο «Σάο Πάολο» βρήκε εξήντα χιλιάδες Ναπολιτάνους να πανηγυρίζουν τη μεγάλη νίκη των Παρτενοπέι, όμως δεν ήταν η αναπτέρωση των ελπίδων τους για πρόκριση στην επόμενη φάση του Τσάμπιονς Λιγκ που πρόσθεσε στο οπαδικό ξεφάντωμα επίθετα συνώνυμα του «φρενήρες». Ηταν η παραδοσιακή χαρά του φτωχού όταν κερδίζει τον αιώνιο αντίπαλό του, τον πλούσιο.
Οι ξέφρενοι πανηγυρισμοί μεταφέρθηκαν σύντομα απ’ άκρη σ’ άκρη της Νάπολι και τα χθεσινά πρωτοσέλιδα του Τύπου προσπάθησαν να μεταφέρουν το εορταστικό κλίμα. «Ακόμη και ένα μάρμαρο θα συγκινούνταν μπροστά σε αυτό το συναίσθημα», έγραψε ο Μαουρίτσιο Κροζέτι στη «Repubblica», η «Mattino» ανέφερε ότι «ακόμη γίνονται θαύματα», ενώ ο δημοσιογράφος που κυρίως αντιλήφθηκε την ουσία του «θαύματος» ήταν ο Λουίτζι Γκαρλάντο της «Gazzetta dello Sport». «Αυτή η Σίτι μπορεί να είναι πλούσια, όμως απόψε η πόλη της Νάπολι είναι ακόμη πλουσιότερη – με χαρά και όνειρα», ήταν ο επίλογος του άρθρου του που αποτυπώνει με ποιητική ακρίβεια τα αληθινά αίτια της ευτυχίας στον ιταλικό Νότο.
Στον αντίποδα οι Αγγλοι, λιγότερο εκδηλωτικοί εκ φύσεως και ιδιοσυγκρασίας, προσπαθούν να καταγράψουν με ποδοσφαιρικούς και οικονομικούς όρους τα αίτια της ήττας για τη «χρυσή 11άδα» του (Ιταλού) Ρομπέρτο Μαντσίνι. Ακόμη και μια δαπάνη 950 εκατ. λιρών, όπως αυτή που έκανε στην ομάδα του Μάντσεστερ ο σεΐχης Μανσούρ, λένε, δεν αρκεί τελικά για να σου εξασφαλίσει μια θέση στο νοκ άουτ γύρο της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης.
«Οι παίκτες της Σίτι “ψήλωσαν” μετά το επιβλητικό 6-1 στο “Ολντ Τράφορντ”, όμως, η Ευρώπη είναι κάτι τελείως διαφορετικό», γράφει ο «Guardian», θυμίζοντας στους Ελληνες οπαδούς δεκάδες ανάλογες αναλύσεις που προσπαθούσαν να εξηγήσουν την ευρωπαϊκή αποτυχία του χρυσοπληρωμένου και χωρίς αντίπαλο εντός των συνόρων Ολυμπιακού, αλλά και των Πράσινων στο μπάσκετ τα πρώτα χρόνια των αδελφών Γιαννακόπουλων, όταν το χρήμα έρεε άφθονο όχι όμως και τα θετικά αποτελέσματα.
Η ιστορία της Νάπολι, όμως, είναι ακόμη πιο περίπλοκη από τον εύπεπτο μύθο του Δαυίδ και του Γολιάθ. Από τις 5 Ιουλίου του 1984, όταν το «Σάο Πάολο» κόντεψε να γκρεμιστεί καθώς κάθε Ναπολιτάνος ήθελε να δει από κοντά τον Ντιέγκο Μαραντόνα, το όνομά της στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο είναι «βαρύ σαν ιστορία». Τα χρόνια πέρασαν, η χαρά κατάκτησης του Καμπιονάτο έδωσε τη θέση της στην παρακμή και τώρα έφτασε επιτέλους η στιγμή να αναβιώσει ο θρύλος της.
Ο Εντινσον Καβάνι έχει θέσει τα θεμέλια ώστε η πόλη να γεμίσει μικρούς «Εντινσον», όπως κάποτε πρώτη επιλογή για τους νέους γονείς ήταν το βαφτιστικό «Ντιέγκο». Ο ιδιοκτήτης θέλει να μιμηθεί το θείο του και η Νάπολι να γίνει ο δικός του «Σέρπικο».
Την ίδια ώρα, το «χαστούκι» στα πετροδολάρια, σε συνδυασμό με την πάντα συναρπαστική ιστορία της Μαφίας που αναδύεται σε κάθε γωνιά της πόλης, είναι στοιχεία που ενισχύουν την πεποίθηση ότι οι γαλάζιοι του Νότου θα κερδίζουν όλο και πιο συχνά τους πλούσιους του Βορρά.
Πηγή: Εξέδρα