Η αγγλική μπάλα κοιτάζεται καθημερινά στον μαγικό της καθρέφτη. Αναρωτιέται εάν είναι ακόμη η ομορφότερη του Βασίλειου. Η απάντηση που παίρνει είναι «ναι, φυσικά και είσαι. Έχεις το ομορφότερο πρωτάθλημα του κόσμου. Το πλέον θεαματικό, πλούσιο και απρόβλεπτο. Δεν είναι όμως ασφαλές: αλλά το πλέον βίαιο, επικίνδυνο και αιματηρό. Να προσέχεις τους Hooligans: αυτοί είναι οι εχθροί σου».
Αυτή είναι και η ωμή αλήθεια. Όσες προσπάθειες και να έκαναν οι εκάστοτε κυβερνήσεις, όσο σιδερένια ήταν η γροθιά με την οποία προσπάθησαν να τους ρίξουν στο καναβάτσο, οι χούλιγκανς ανέκαθεν υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Απλά άλλαξαν οι δυναμικές, οι στρατηγικές και οι γεωγραφικές τους συνήθειες. Μετέθεσαν τη δράση τους και τα «ραντεβού θανάτου» από τα γήπεδα, στους δρόμους, από τις καγκελόπορτες, στους σιδηροδρομικούς σταθμούς κι από τις εξέδρες έξω από τα παμπ όπου πριν λίγες ημέρες γράφτηκε μία ακόμη νεκρολογία, μίας ατελείωτης λίστας παραλογισμού.
Ονομαζόταν Τόνι Τζόνσον, ήταν 55 ετών και οπαδός της Μπλάκπουλ που φυτοζωεί στα τάρταρα της Championship, της 2ης κατηγορίας του αγγλικού πρωταθλήματος. Ύστερα από αγωνία τριών εβδομάδων στην εντατική νοσοκομείου, ο Τζόνσον δεν τα κατάφερε και υπέκυψε στις βαρύτατες κρανίο- εγκεφαλικές κακώσεις που υπέστη στις 4 Μαρτίου, έξω από παμπ, από οπλισμένους με σίδηρό λοστούς και καρέκλες οπαδούς της Μπέρνλι.
Η τραγωδία του μπορεί να πέρασε στα ψιλά, ίσως γιατί οι δύο ομάδες δεν έχουν το βάρος μίας Τόττεναμ ή μίας Άρσεναλ παράλληλα όμως ξανάφερε στην επιφάνεια την πεποίθηση και τη βεβαιότητα ότι το λεγόμενο «αγγλικό μοντέλο» μπάζει νερά από παντού, όσο όμορφο και να είναι το εξωτερικό του περιτύλιγμα.
Εξάλλου, δεν πέρασε και πολύς καιρός (15 Ιανουαρίου), από τότε που ένας οπαδός της Τόττεναμ ξεγέλασε την ασφάλεια του «Ουάιτ Χαρτ Λέιν», εισέβαλλε στον αγωνιστικό χώρο κι εντελώς ανενόχλητος κλώτσησε εν ψυχρό τον τερματοφύλακα της Άρσεναλ, Άρον Ράμσντεϊλ στο τέλος του 0-2 για τους «Gunners».
Εμείς όμως εξακολουθούμε να βλέπουμε μόνο το όμορφο περιτύλιγμα, να χειροκροτούμε το θέαμα που προσφέρει η τέλεια μηχανή για γκολ που λέγεται Χάλαντ. Ή το, άγριας ομορφιάς απρόβλεπτο της Λίβερπουλ, τη μία ικανής να σκορπίζει 7-0 την «αιώνια» Γιουνάιτεντ και στο αμέσως επόμενο παιχνίδι, η ίδια ακριβώς ομάδα να χάνει 1-0 στην έδρα της ουραγού Μπόρνμουθ, την οποία είχε… θάψει με εννέα γκολ στο πρώτο παιχνίδι του «Άνφιλντ». Αυτά μας ενδιαφέρουν. Όχι τι βρίσκεται μέσα στην ακριβότερη συσκευασία στην ιστορία του ποδοσφαίρου.
Οι Hooligans, υπήρχαν, υπάρχουν και ανέκαθεν θα υπάρχουν: το μόνο που άλλαξε είναι η δυναμική των πράξεών τους κι η γεωγραφία των συναντήσεων. Και υπάρχουν από τα τέλη του προπερασμένου αιώνα γιατί χρονολογείται από το 1885 η πρώτη, επίσημη έκθεση βίας σε γήπεδο που κατέγραψε ποτέ η Σκότλαντ Γιάρντ. Ύστερα από το, κατά τ’ άλλα «φιλικό» Πρέστον Νορθ Εντ- Άστον Βίλλα (5-0), με δεκάδες συλλήψεις και κατασχέσεις ξύλινων ροπάλων, πετρών, αλλά και μαχαιριών.
Μόλις είχε γεννηθεί το φαινόμενο του χουλιγκανισμού. Αυτόν τον όρο εφηύρε το λεξικό του Κέιμπριντζ για να περιγράψει τις βίαιες πράξεις νεανικών συμμοριών. Ακριβώς όπως εκείνες της κακόφημης και περιβόητης βόρειο ιρλανδικής οικογένειας Hoolihan που, μονίμως μεθυσμένης συνήθιζε να διασκεδάζει κάνοντας γυαλιά, καρφιά τις παμπ του Δουβλίνου.
Για τον φημισμένο γλωσσολόγο, ιστορικό και ερευνητή Τζον Χάτσινσον το φαινόμενο του χουλιγκανισμού, στα γήπεδα ήταν η αναπόφευκτη και φυσική εξέλιξη της αντίδρασης της working class, δηλαδή της εργατικής τάξης στις ιδιαίτερα απαιτητικές της ορέξεις. Γιατί σκοτώνονταν στη δουλειά για να μαζέψουν τα χρήματα που χρειάζονταν για την αγορά ενός ποδοσφαιρικού εισιτηρίου κι όταν η ομάδα τους έχανε το’ παιρναν ως προσωπική απογοήτευση και προδοσία για τον κόπο που εκείνοι έκαναν, οι ποδοσφαιριστές όμως όχι.
Σταδιακά έπαιξαν, φυσικά, ρόλο κι άλλοι παράγοντες: η αναζήτηση διεξόδων διαφυγής από μία κατάσταση ενδοοικογενειακής βίας, η έλλειψη παιδείας ή η ανάγκη απόδειξης του ποιος είναι ο ισχυρός κι ο καλύτερος στην πόλη. Τα τελευταία χρόνια, σημαντικό ρόλο έπαιξε κι η πανδημία του Covid, ο πολύμηνος εγκλεισμός στα σπίτια κι η αναπόφευκτη συσσώρευση αρνητικής ενέργειας.
Παρόλα αυτά, είτε αρνητικά, είτε θετικά η αγγλική μπάλα εξακολουθεί να πρωταγωνιστεί και να θεωρείται η ομορφότερη του κόσμου. Αγωνιστικά, τουλάχιστον το επιβεβαιώνουν με αφοπλιστικό τρόπο κι οι αλάνθαστοι αριθμοί των τελευταίων 20 χρόνων με 14 αγγλικές ομάδες παρούσες σ’ έναν τελικό Champions League: 5 η Λίβερπουλ, 3 οι Μάντστεστερ Γιουνάιτεντ και Τσέλσι, από 1 οι Άρσεναλ, Τόττεναμ, Μάντσεστερ Σίτι.
Με 5 τρόπαια, δύο από τις Λίβερπουλ, Τσέλσι, ένα από τη Γιουνάιτενυ και τρία καθαρά «british» ντέρμπι, το Σίτι- Τσέλσι (0-1), το Τόττεναμ- Λίβερπουλ (0-2) και το Γιουνάιτεντ- Τσέλσι (6-5 στα πέναλτι). Έξω απ’ αυτά όμως, στους δρόμους, στα παμπ, στα σκοτεινά στενά των σιδηροδρομικών σταθμών έχουν ακόμη πολλή δουλειά να κάνουν…