Την επομένη του αγώνα με την Κολομβία ήθελα να γράψω, ότι αυτό το ματς είναι το καλύτερο που έκανε η Εθνική Ελλάδας σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου. Καλύτερο από τα τρία που κάναμε στις ΗΠΑ το 1994, αλλά καλύτερο και από αυτά που κάναμε στη Νότια Αφρική το 2010, συμπεριλαμβανομένης και της νίκης μας κόντρα στη Νιγηρία.
Πώς να το γράψω όμως όταν το τελικό σκορ ήταν 3-0! Πώς να το γράψω όταν το κλίμα μεταξύ των Ελλήνων ήταν ότι «αυτή είναι η χειρότερη ομάδα του Μουντιάλ, κανείς δεν θέλει να μας βλέπει, ντροπή που είμαστε εκεί, αν δεν είχαμε κληρωθεί με καφενεία δεν θα είχαμε περάσει καν, μακάρι να παίζαμε όπως η Βοσνία κι’ ας χάναμε, ή όπως η Αυστραλία που χαίρεσαι να την βλέπεις, ακόμη και οι Ιταλοί ξύπνησαν και παίζουν μπάλα, μόνο εμείς δεν βλεπόμαστε, που πάμε με την πιο αργή ομάδα στον πλανήτη, δεν αξίζουμε να είμαστε εκεί, δεν αντέχουμε άλλο τον ηττοπαθή Φερνάντο Σάντος που βάζει το λεωφορείο μπροστά από την εστία και παίζει ταμπούρι» και όλα τα σχετικά σχόλια που γέμιζαν κάθε άρθρο εδώ στο gazzetta οποιουδήποτε δημοσιογράφου τολμούσε να γράψει, οτιδήποτε θετικό για αυτήν την Εθνική.
Αυτομάτως κολλούσε και μία ταμπέλα «κάνετε το άσπρο μαύρο, δεν λέτε την αλήθεια στον κόσμο ότι είμαστε η χειρότερη ομάδα στο Μουντιάλ, δεν βλέπετε ότι δεν παίζουμε τίποτα, προστατεύετε τον Σάντος και το παρεάκι του» και μετά όλοι πήγαιναν ήσυχοι για ύπνο ότι έκαναν το χρέος τους σαν… πατριώτες και κατήγγειλαν την ομάδα που μας «ντρόπιαζε» και δεν μας εκπροσωπούσε στο Παγκόσμιο Κύπελλο.