Αναπόφευκτο το Δέκα με Τόνο στον άνθρωπο που μεταμόρφωσε τη Σίτι σε υπερδύναμη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Αλλά και του αγγλικού, γιατί η καθολική κατάκτηση του 3ου συνεχόμενου τίτλου, και 5ου επί των ημερών του στα έξι χρόνια που κάθεται στον πάγκο της κατάντησαν την Premier League σχεδόν ανέκδοτο: όλοι προσπαθούν, αλλά στο τέλος την κερδίζουν πάντα οι «Citizens». Κι ας βρίσκονταν, τον Ιανουάριο οκτώ βαθμούς πίσω από την Άρσεναλ την οποία και έπιασαν, αλλά και προσπέρασαν μ’ ένα εντυπωσιακό σερί δώδεκα συνεχόμενων νικών.
Για την απόλυτη τελειότητα όμως, απομένουν ακόμη 180’ δόξας: πρώτα στις 3 Ιουνίου, στο «Ουέμπλεϊ» στον τελικό του Κυπέλλου με την «άλλη» Μάντσεστερ και ύστερα στις 10, στην Κωνσταντινούπολη με την Ίντερ για το Champions League. Το πολυτιμότερο των τροπαίων, για το οποίο η Σίτι επένδυσε δεκάδες, κι εκατοντάδες εκατομμύρια αγγίζοντάς το, πριν δύο χρόνια στον χαμένο τελικό από την Τσέλσι.
Το πραγματικό αριστούργημα του Γκουαρντιόλα, δεν ήταν απλώς να αξιοποιήσει, στο έπακρον τις γενναιόδωρες επενδύσεις που του πρόσφεραν στο πιάτο τα πετροδολάρια του Αμπού Ντάμπι. Κι άλλες επένδυσαν, ίσως και περισσότερα όπως η Παρί Σεν Ζερμέν των «τριών τενόρων», Μέσι, Εμπαπέ, Νεϊμάρ τελικά καταφέρνοντας μόνο μία τρύπα στο νερό. Η μεγάλη επιτυχία του Καταλανού, που το Treble το είχε ήδη κατακτήσει δύο φορές με τη Μπαρτσελόνα (και τον Μέσι), τόσο το 2009, όσο το ’11, ήταν να μεταμορφώσει τον «εξωγήινο» Χάλαντ σ’ έναν κοινό θνητό. Έναν παίκτη, σαν όλους τους άλλους, εξίσου σημαντικός με τους Ντε Μπρόινε, Γκιουντογκάν, Μπερνάρντο Σίλβα, Ρόντρι ή Γκρίλις για να μπορέσει να λειτουργήσει στην εντέλεια ο όλος μηχανισμός.
Φαινόμενα της φύσης, όπως ο Νορβηγός που οπουδήποτε αλλού θα ξεχώριζαν σαν τη μύγα μες στο γάλα, ο Γκουαρντιόλα τον μετέτρεψε σ’ έναν ακόμη παίκτη που θα πρέπει να μάθει και να βοηθάει ή και να θυσιάζεται για να μπορέσει να σχηματιστεί το τέλειο παζλ. Χωρίς να επέμβει στο dna του ή στα γρανάζια μίας έμφυτης κι ασταμάτητης «μηχανής για γκολ». Χωρίς ν’ αλλάξει τίποτα από τα υπερφυσικά ταλέντα του που, μέσα σε μόλις μία σεζόν τον εκτόξευσαν ήδη στην Ιστορία: της Σίτι, με 52 γκολ, σε 49 παιχνίδια όλων των διοργανώσεων, αλλά και της Premier League με 36 γκολ, σε 33, δύο περισσότερα από το προηγούμενο ρεκόρ των Άντι Κόουλ και Άλαν Σίρερ. Και το κοντέρ δεν έχει σταματήσει ακόμη να γράφει.
Επιτυχία του Γκουαρδιόλα ήταν επίσης και η μετεξέλιξη της ποδοσφαιρικής του φιλοσοφίας καταφέρνοντας να βγάλει, μία για πάντα, από πάνω του το φάντασμα ή την ετικέτα του βαρετού και προβλέψιμου «Tiqui- Taka» με το οποίο είχε οδηγήσει και τη Μπαρτσελόνα στην κορυφή του κόσμου. Μέχρι σήμερα η Σίτι, ως προς την ανάπτυξη, την κατοχή της μπάλας ή το πρέσινγκ θύμιζε πολύ τους τότε Blaugrana. Σήμερα όμως, στην όποια τεχνική του καθενός προστέθηκε κι ο δυναμισμός, που της επιτρέπει να αμύνεται, χωρίς να διακινδυνεύει, παρά μόνο από κάποια σουτ έξω από την περιοχή. Κι αμέσως μετά να ξεδιπλώνεται στην αντεπίθεση με μαζικότητα και ταχύτητα προκαλώντας ασφυξία ή υποχρεώνοντας τον όποιο αντίπαλο στο λάθος, μέχρι να τον πνίξει και να τον εξαφανίσει όπως έκανε πρόσφατα με τη Ρεάλ Μαδρίτης.
Το κάθε παιχνίδι, εννοείται πως είναι διαφορετικό από το άλλο. Ακόμη όμως και στα δύσκολα ο Γκουαρδιόλα, με το σπάνιο ταλέντο να διαβάζει πολλά, διαφορετικά παιχνίδια, μέσα στο ίδιο το παιχνίδι έχει την πεποίθηση ότι μπορεί να βρει, ανά πάσα στιγμή τις λύσεις που χρειάζεται μεταμορφώνοντας, εν κινήσει το αγαπημένο του 4-3-3, όταν επιτίθεται, στο 4-2-3-1 όταν αμύνεται. Προτελευταία του εμπόδια πριν την τελειότητα και την κατάκτηση του 3ου του Treble, και πρώτου χωρίς τον Μέσι, η «άλλη» Μάντσεστερ και μετά η Ίντερ. Τις οποίες θα πρέπει πάση θησεία να νικήσει, κι ας μην είναι εκείνες τις ημέρες, η Σίτι απαραιτήτως τόσο ισχυρή ή όμορφη όσο σήμερα…