Το μοναδικό, πράγματι γιατί κατά τα άλλα συνεχίζει να βάζει βουνά από γκολ λες και είναι το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο, και όχι το πλέον δύσκολο. Με το δεξί ή το αριστερό. Με φάουλ, με τακουνάκι, με προβολή, με πέναλτι, με κεφαλιά, μέχρι και με την κοτσίδα είχε στείλει, κάποτε τη μπάλα στα δίχτυα. Ένα φαινόμενο της φύσης, μία άρτια μηχανή του γκολ που όπως παραδέχτηκε και ο Ισπανός προπονητής του «δεν είναι φυσιολογικό. Και είναι, καιρό τώρα που δεν είναι φυσιολογικά αυτά που κάνει μες στο γήπεδο. Με τη μπάλα στα πόδια μεταμορφώνεται σε εξωγήινο και πιθανότατα δεν θα τον σταματούσες ούτε με… πιστόλι».

 Euro ή όχι, το εκρηκτικό του ξεκίνημα στη φετινή Premier League ήταν, πέρα από κάθε φαντασία ονειρεμένο: με 7 γκολ στα τρία πρώτα παιχνίδια του πρωταθλήματος και δύο συνεχόμενα «χατ- τρικ» που, στην Αγγλία τελευταίος είχε πετύχει πριν 30 χρόνια ο επιθετικός της Μπράντφορντ, Πολ Τζιούελ.

 Δεν του έφταναν τα πολλαπλά ρεκόρ που ήδη είχε καταρρίψει την 1η του χρονιά στην Premier League. Όπως τα περισσότερα γκολ, σε μία σεζόν, ο ταχύτερος παίκτης της Ιστορίας που πέτυχε δύο, τρία, τέσσερα και πέντε «χατ- τρικ», και ο πρώτος όλων των εποχών που πέτυχε «χατ- τρικ» σε τρία συνεχόμενα παιχνίδια. Που μέσα σε τρία χρόνια ήδη ισοφάρισε τα 8 «χατ- τρικ» που είχε πετύχει, σε δώδεκα σεζόν, ο Χάρι Κέιν με τη φανέλα της Τόττεναμ και αργά ή γρήγορα θα ισοφαρίσει και τα 12 «χατ- τρικ» του Σέρχιο Αγκουέρο, επίσης μεγάλου επιθετικού της Μάντσεστερ Σίτι.

 Τα τρία γκολ σ’ ένα παιχνίδι είναι αναμφισβήτητα η σπεσιαλιτέ του. Στην καριέρα του έχει ήδη πετύχει 24, με τις φανέλες της εθνικής Νορβηγίας, της Ρεντ Μπουλ, της Ντόρτμουντ και της Σίτι, αλλά τα στατιστικά που «τρομάζουν» ακόμη περισσότερο είναι τα 97 γκολ σε 102 παιχνίδια με τη Μάντσεστερ, από τα οποία τα 70 σε 69 παιχνίδια Premier. Η’ τα 62 σε 69 εμφανίσεις με τη Ντόρτμουντ, που σημαίνει πάνω κάτω ότι, όπου και να παίζει, η ομάδα του ξεκινάει πάντα με αβαντάζ ενάμιση γκολ ανά αγώνα.

 Η πλάκα είναι πως, για τον Γκουαρντιόλα δεν έχουμε δει ακόμη τον «πραγματικό» Χάλαντ. «Τον παίκτη που, μετά τη διακοπή για τις υποχρεώσεις των εθνικών ομάδων θα μπορέσει ν’ αντέξει αυτούς τους ρυθμούς με παιχνίδια ανά τρεις ημέρες. Τότε είναι που θα πρέπει ν’ αποδείξει εάν η καλοκαιρινή ξεκούραση ήταν πράγματι χρήσιμη και κυρίως ωφέλιμη». Αντέξει ή όχι, μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για έναν νεαρό  24 μόλις ετών, το οποίο παιχνίδι, με παιχνίδι έχει ήδη γράψει, σβήσει και ξανά γράψει ό,τι ρεκόρ υπάρχει ή υπήρχε…