Ο Στέισι τους «απάντησε» με σωρεία υβριστικών και ρατσιστικών σχολίων, αποκαλώντας μερικούς «wogs» (προσβλητικός χαρακτηρισμός που σχετίζεται με το χρώμα του δέρματος, απευθύνεται κυρίως στους Ινδούς, αλλά και στους πρόσφυγες από τη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο που μετανάστευσαν στην Αγγλία) και προτρέποντάς τους «να πάνε να μαζέψουνε βαμβάκι».
Από εκεί και μετά τα πράγματα κύλησαν γρήγορα. Χρήστες του twitter (προφανώς ανάμεσα στους θιγόμενους) τον κατήγγειλαν στην αστυνομία ολόκληρης της Μ. Βρετανίας, αυτή τον βρήκε, τον συνέλαβε, και σήμερα -παρότι έδειξε φανερά μεταμελημένος για το συμβάν- καταδικάστηκε από δικαστήριο του Σουόνσι σε 56 μέρες φυλάκισης.
Στη χώρα μας δεν έχουμε μέχρι στιγμής αντίστοιχο συμβάν με αφορμή το ποδόσφαιρο. Έχουμε όμως ήδη καταδικαστική απόφαση εναντίον δύο Καστοριανών, τους οποίους ο κ. Αβραμόπουλος μήνυσε για εξύβριση και δυσφημιστικά σχόλια εναντίον του στο Facebook -και στους οποίους προ ημερών επιβλήθηκε πρωτόδικα ποινή εξάμηνης φυλάκισης με τριετή αναστολή. Με δεδομένο ότι το νέο νομοσχέδιο για το Ίντερνετ, το οποίο σύμφωνα με τις δηλώσεις του υπουργού Δικαιοσύνης, κ. Παπαϊωάννου, αφορά σε «ζητήματα που έχουν να κάνουν αναφορικά με το απόρρητο των επικοινωνιών, την ελευθερία διακίνησης των ιδεών και την προστασία από τα εγκλήματα που διαμορφώνονται μέσα από το διαδίκτυο» είναι πραγματικότητα (σε συνδυασμό και με τη συμφωνία ACTA, την οποία η Ελλάδα συνυπέγραψε), το τοπίο αγριεύει.
Για έναν τόσο τεράστιο, τόσο αχαρτογράφητο χώρο όπως το ελληνικό ίντερνετ -που μοιάζει περισσότερο με ρωμαϊκή αρένα παρά με οτιδήποτε άλλο- η σκέψη πιθανής προσπάθειας δαιμονοποίησης και «κυνηγιού μαγισσών» (aka υποψήφιων «ηλεκτρονικών παραβατών») με τις ευλογίες του νομοθέτη τρομάζει. Για τον, ανέκαθεν αψίκορο και μηνυσιομανή, Έλληνα η δυνατότητα ηλεκτρονικής καταγγελίας θα λειτουργήσει πιο ερεθιστικά ακόμα κι από αισθησιακό στριπτίζ της Σκάρλετ μπροστά στα μούτρα του. Αναρωτιέμαι ποια υπηρεσία θα αναλάβει να υποδέχεται και να αξιολογεί τις καταγγελίες αυτές και ποια αστυνομία θα κάνει ντου στο σπίτι του για να συλλάβει π.χ. τον Μήτσο, επειδή ο γείτονάς του ο Κώστας ρουφιάνεψε ότι αποκάλεσε τον Παπακωνσταντίνου «γερμανοτσολιά» σ’ ένα φόρουμ; Ακόμα, πόσοι είναι αυτοί που θα περιηγούνται ψάχνοντας να βρούνε λ.χ. «αντεθνικά» tweets και αναφορές, με σκοπό να μπαγλαρωθούν αυτοί που τα έκαναν; Πιστεύει στα σοβαρά η Πολιτεία ότι μπορεί να ελέγξει -η ίδια ή μέσω καλοθελητών- τη θάλασσα από ύβρεις, προσβολές και συκοφαντίες ή/και την έκφραση άποψης γενικότερα στο ελληνικό ίντερνετ, τη στιγμή που ούτε καν οι moderators τόσων και τόσων sites με σχόλια δεν τα έχουν καταφέρει ή δεν θέλουν να το κάνουν;
Κατά την κρίση μου δεν έχουμε ούτε τα μέσα, ούτε τη διάθεση, ούτε τη βούληση για απόλυτη εφαρμογή σε κάτι τόσο ευρύ και ανοιχτό σε ερμηνείες όσο το εν λόγω θέμα. Δεν το επιτρέπει άλλωστε η φύση του μέσου, η «ηθική» που απορρέει από την ανοιχτή δομή του. Πριν λοιπόν οι «φενταγίν της καταγγελίας» αρχίσουν τις γραφικότητες και τις μηνύσεις για ψύλλου πήδημα και πριν η Πολιτεία αρχίσει να «κατεβάζει» σάιτς και μπλογκς «για παραδειγματισμό» -πυροδοτώντας έτσι ψηφιακή αγανάκτηση, χρησιμότερο θα ήταν να δώσει πρώτη το παράδειγμα ασχολούμενη αποκλειστικά με κραυγαλέες περιπτώσεις. Ίσως έτσι καταφέρει να αναλογιστεί σφαιρικότερα και με πιο καθαρό μυαλό την ελάχιστη απόσταση (στην απόπειρα επιβολής τέτοιου είδους πρακτικών) που χωρίζει την σώφρονα εφαρμογή των νόμων από την φαρσοκωμωδία.
ΠΗΓΗ: Sport-fm.gr