Καμία άλλη ομάδα στην Ιταλία, και μ’ εξαίρεση, ίσως τη Μάντσεστερ Σίτι σε ολόκληρη την Ευρώπη δεν εμφανίστηκε, την τελευταία 8ετία και σε κάθε σεζόν, όλο και περισσότερο βελτιωμένη, καλύτερη και ισχυρότερη σκαρφαλώνοντας, σταδιακά όλο και ψηλότερα στα σκαλοπάτια του πρωταθλήματος: πρώτα με μία 5η θέση, ύστερα δύο φορές με μία 4η, τρεις με μία 3η και δύο με μία 2η.

 Αυτή τη στιγμή είναι 1η: και με 11 συνεχόμενες νίκες, όσες η Ίντερ το 2020-’21 και η Νάπολι το 2022-’23, μετέπειτα αμφότερες πρωταθλήτριες, δύσκολα να καταφέρει ο οποιοσδήποτε να σταματήσει τον καλπασμό της. Η ειρωνεία είναι, ότι δεν είχε ξεκινήσει καθόλου καλά: ήττα με 4-0 από την Ίντερ, ήττα με 2-1 από την Τορίνο, ήττα και με 2-3, στο Μπέργκαμο από τη νεοφώτιστη Κόμο, ισοπαλία, μάλιστα με γκολ στο 94ο με τη Μπολόνια.

 Ε, από εκείνο το 1-1 του «Νταλ’ Άρα» της 28ης Σεπτεμβρίου πέτυχε συνολικά 15 νίκες, από τις οποίες τις 11 στο πρωτάθλημα, μία ισοπαλία (0-0 εντός με τη Σέλτικ) και μία ήττα, πάλι στην έδρα της, 2-3 από τη Ρεάλ Μαδρίτης στο Champions League. «Ασφαλτώνοντας», αντίθετα με τη σειρά, Σακτάρ Ντόνετσκ (0-3), Τζένοα (5-1), Βενέτσια (0-2), Βερόνα (6-1), Μόντσα (2-0), Νάπολι (0-3), Στουτγκάρδη (0-2), Ουντινέζε (2-1), Πάρμα (1-3), Γιούνγκ Μπόις (1-6), Ρόμα (0-2), Μίλαν (2-1), Κάλιαρι (0-1), Τσεζένα (6-1 στο Κύπελλο) και τελευταία την Έμπολι (3-2). Το Σάββατο παίζει στη Ρώμη με τη Λάτσιο, μετά στο Μιλάνο με την Ίντερ, αλλά για τα ημιτελικά του Σούπερ- Καπ, μετά στο Ούντινε και στα μέσα Ιανουαρίου, τα εντός έδρας «big- matches» με Γιουβέντους και Νάπολι θα μας πουν το εάν ή το πόσο θα καταφέρει ν’ αντέξει την ακροφοβία της κορυφής.

 Στατιστικά και αριθμοί πάντως, συμφωνούν απόλυτα ως προς το ότι η Αταλάντα ταξιδεύει με ρυθμούς, μελλοντικής πρωταθλήτριας. Κάτι που εάν συμβεί, για το μικρό, μόλις 200.000 κατοίκων Μπέργκαμο θα ισοδυναμεί, το λιγότερο με κοσμογονικό γεγονός, μεγαλύτερο ακόμη, σε πρεστίζ και κύρος από την εξίσου εκπληκτική πορεία και κατάκτηση του Europa League. Ενώ παράλληλα, η ομάδα και η πόλη θα έχουν μπροστά τους τη μοναδική ευκαιρία να γίνουν οι μικρότερες, ποδοσφαιρικά και πληθυσμιακά πρωταθλήτριες στην Ιστορία του ιταλικού πρωταθλήματος μετά τη Βερόνα (με 260.000 κατοίκους), το μακρινό 1984-’85.

 Για την ομάδα που ιδρύθηκε από φοιτητές Αρχαίων Ελληνικών και που ονόμασαν προς τιμήν της μυθολογικής θεότητας Αταλάντης, η κατάκτηση του Campionato θα είναι η απόλυτη και ανώτερη αναγνώριση 117 χρόνων Ιστορίας, με όλα κι όλα, ένα Κύπελλο Ιταλίας (1962-’63), τα ημιτελικά του Κυπελλούχων ’88, ούσα στη Serie B και το περυσινό Europa League.

 Για τη διοίκηση θα είναι η απόλυτη δικαίωση της φιλοσοφίας του «αγοράζω φθηνά, άσημους παίκτες και τους πουλάω το δεκαπλάσιο». Ενώ για τον, επί οκτώ χρόνια προπονητή Τζανπιέρο Γκασπερίνι, που πέρυσι απέρριψε τον πάγκο της Νάπολι και φέτος της Γιουβέντους, επίσης η απόλυτη αναγνώριση μίας δουλειάς χρόνων που όπως αποδεικνύεται και από τα αποτελέσματα, κάποια στιγμή θα φέρει καρπούς, μόνο όμως όταν θα πλαισιώνεται από την υπομονή, την επιμονή και φυσικά την πλήρη στήριξη της όποιας διοίκησης.